Πέρασαν ἀρκετές μέρες. Κάποια νύχτα βλέπει ὁ μακάριος στ’ ὄνειρό του ὅτι βρισκόταν μέσα σ’ ἕνα πολύ μεγάλο στενόμακρο σπίτι. Ξαφνικά, ἐκεῖ πού στεκόταν σέ μιάν ἄκρη, βλέπει δυό μαύρους καί ἀγριωπούς ἄνδρες νά ὁρμοῦν ἐναντίον του, θέλοντας νά τόν σκοτώσουν.
Γιά νά γλυτώσει, ἄρχισε νά τρέχει ἀλαφιασμένος πρός τήν ἄλλη ἄκρη τοῦ σπιτιοῦ, ἐνῶ οἱ μαῦροι τόν κυνηγοῦσαν ἀπό πίσω. Τή στιγμή πού ἅπλωναν τά χέρια τους νά τόν ἁρπάξουν, ἔφτασε ἀπέναντι. Βρῆκε μιά πόρτα, τήν ἄνοιξε σάν τρελός, χώθηκε μέσα καί τήν ἔκλεισε πίσω του μέ δύναμη.
Εἶδε πῶς εἶχε μπεῖ σ’ ἕνα ναό τοῦ Θεοῦ. Ἔνιωσε ἀσφαλισμένος. Πράγματι, οἱ διῶκτες του δέν τόλμησαν νά μποῦν ἐκεῖ. Ξαλάφρωσε καί ἠρέμησε.
Μετά ἀπό λίγο ἄνοιξε προσεκτικά τήν πόρτα καί βγῆκε ἔξω. Προχώρησε ἀρκετά, ὁπότε οἱ μαῦροι ἐκεῖνοι, πού παραφύλαγαν σέ κάποιες γωνίες τοῦ σπιτιοῦ, ἐμφανίστηκαν ξαφνικά καί ἄρχισαν πάλι νά τόν κυνηγοῦν. Μόλις τούς εἶδε ὁ Νήφων, τό ξανάβαλε στά πόδια, πρός τήν ἄλλη ἄκρη τώρα. Κι ἐκεῖ βρῆκε μιά πόρτα, πού τόν ἔφερε καί τόν ἀσφάλισε σ’ ἕνα ἄλλο ἱερό ναό. Οἱ μαῦροι ἀπελπισμένοι, ἔπιασαν πάλι τίς γωνίες.
Ὅταν λίγο ἀργότερα βγῆκε δειλά-δειλά κι ἀπό κεῖ, ἐπαναλήφθηκε ἡ πρώτη σκηνή.
Αὐτό τό ὄνειρο τό ἔβλεπε κάθε νύχτα γιά μιά ὁλόκληρη ἑβδομάδα. Καί ἐνῶ προσπαθοῦσε νά κτανοήσει τή σημασία του, τό Ἅγιο Πνεῦμα μίλησε μυστικά μές στή διάνοιά του καί τοῦ εἶπε:
-Εἶναι ἀδύνατο νά ξεφύγεις ἀπό τίς παγίδες τῶν δαιμόνων, ἄν δέν καταφεύγεις στούς ναούς τοῦ Θεοῦ κι ἄν δέν ἀγωνίζεσαι μέ προσευχές καί μέ νηστείες.
Ἀπό τότε ὁ Νήφων σύχναζε στίς ἐκκλησίες -ἔχει πολλές καί πάντερπνες ἡ Βασιλεύουσα-, ἐνῶ συνάμα παραδόθηκε στή προσευχή καί τή νηστεία.
Κάποτε τόν βασάνισε ὁ ἑξῆς λογισμός:
‟Μήπως, ἀντί νά τρέχω στούς ναούς, εἶναι καλύτερα νά κάθομαι σ’ ἕνα μέρος καί νά ζητάω τό ἔλεος τοῦ Θεου;’’.
Δέν ἄργησε ὁ φιάνθρωπος Θεός νά τοῦ ἀποκαλύψει καί πάλι, ὅτι κάθε φορά πού ἕνας ἄνθρωπος πάει σέ ἐκκλησία γιά νά προσευχηθεῖ, εἴτε μέρα εἶναι εἴτε νύχτα, τά βήματά του μετριοῦνται ἀπό τούς ἁγίους ἀγγέλους, γιά νά μετατραποῦν σέ οὐράνιο μισθό τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως.
Κι ἀκόμα, πώς οἱ φύλακες ἄγγελοι τῶν ἱερῶν ναῶν, σημειώνουν ποιοί μπαίνουν μέσα, καί κάθε βράδυ δίνουν ἀναφορά στίς ἀγγελικές Δυνάμεις, πού κυκλώνουν τό οὐράνιο Θυσιαστήριο. Τότε οἱ ἄγγελοι τοῦ οὐρανοῦ μέ περισσότερη προθυμία καί χαρά ψάλλουν τούς δοξολογικούς τους ὕμνους, λέγοντας: ‟Πόσο μεγάλο καί τιμητικό εἶναι γι’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους τό ὅτι δέν παύουν νύχτα καί μέρα νά δοξάζουν τόν ὑπεράγαθο Θεό, μολονότι ζοῦν μέσα στή ματαιότητα τοῦ κόσμου! Ἄς σπεύσουμε λοιπόν κι ἐμεῖς πρόθυμα νά λατρεύσουμε τήν Παναγία Τριάδα, ψάλλοντάς Της τόν τρισάγιο ὕμνο’’.
Ἀφοῦ πληροφορήθηκε ὁ Νήφων ὅλ’ αὐτά ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀγωνιζόταν νά προσεύχεται ἀδιάλειπτα, καταφεύγοντας κάθε τόσο στίς ἐκκλησίες.
Ἕνας Ἀσκητής Ἐπίσκοπος
Ὅσιος Νήφων Ἐπίσκοπος Κωνσταντιανῆς
(σελ.35-37)
Ἱερὰ Μονή Παρακλήτου
Ὠρωπος Ἀττικῆς 2004
πηγή: http://anavaseis.blogspot.gr/2013/10/blog-post_5949.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας