Ὁ
ἅγιος πού ὑμνεῖται καί τιμᾶται ἑξαιρέτως ἀπό ἐμᾶς, ἀνάμεσα στούς
μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἐντόπιος καί συμπολίτης μας πολιοῦχος, τό μέγα
θαῦμα τῆς οἰκουμένης, τό μέγα ὡράϊσμα τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ὁ
θαυματουργός καί μυροβλήτης Δημήτριος. Μέγας φωστήρας ἀνάμεσα σέ
περίλαμπρα ἄστρα πού μόνος του κρατεῖ μέσα του μαζεμένα ὅλων τά
χαρίσματα, ὅπως σύν Θεῷ θά ἀποδείξουμε, ὁ ἅγιος Δημήτριος μόνος του
δικαιοῦται νά καρπώνεται ὅλες μαζί τίς εὐφημίες πού ὀφείλονται σέ ὅλους.
Παρόλο πού δέν ἐπαρκοῦμε νά ποῦμε λόγο γιά τόν μεγαλομάρτυρα ἐν τούτοις
ὁ πόθος μᾶς πιέζει νά μιλήσουμε κατά δύναμη καί ὁ καιρός ζητεῖ τόν
ἐπίκαιρο λόγο καί τό χρέος ἐπιβάλλει νά θαυμάζουμε μέ τό λόγο τό
ὑπερλόγο μεγαλεῖο του μάρτυρος.
Ἦταν σχεδόν ὅλα μαζί ἀπό τή παιδική ἡλικία, στήλη στερεά καί ἀκαθαίρετη κάθε καλοῦ, ἄγαλμα ζωντανό καί αὐτοκινούμενο κάθε ἀρετῆς, ἑστία καί συστοιχία θείων καί ἀνθρωπίνων χαρίτων, βίβλος ζωντανή καί λαλοῦσα πρός δόξα καί διδασκαλία τοῦ ἀνωτέρου, ἐλαιά καρπερή, δένδρο φυτευμένο κοντά στά ρεύματα τῶν ὑδάτων τοῦ Πνεύματος. Μόνο πού τό μέν ψαλμικό δένδρο... «δίδει τό καρπό στό καιρό του», αὐτός ὅμως εἶχε καί ἔχει κάθε ἐποχή καιρό ἀνθοφορίας καί καρποφορίας μαζί, καί οὔτε τό ἄνθος οὔτε ὁ καρπός θά πέσουν καί θά μεταδίδονται σέ ὅσους προσέρχονται μέ πίστη, χωρίς ποτέ νά ἐκλείπουν. Παρέχει δέ ἀμείωτα καί ἀκατάπαυστα στούς προσερχομένους τό πλῆθος, θά λέγαμε, τῶν χαρίτων, γι’ αὐτό μοιάζει μέ φωτοφόρο δένδρο, ἀφοῦ μεταδίδει ἀσταμάτητα τούς καρπούς σάν ἀκτίνες καί παρέχει κατά κόρο στούς προσερχομένους τά κάλλιστα καί θειότατα, ἐνῶ ὁ ἴδιος εἶναι πάντοτε γεμάτος ἀπό τέτοια ἀγαθά, σάν ἥλιος παντοειδοῦς εὐεργεσίας ἤ ἀστείρευτη πηγή χαρίτων ἤ πέλαγος θαυμάτων ἀνεξάντλητο ἤ ἄβυσσος ἀνεκδιήγητος ὁρατῶν καί ἀοράτων ἀγαθῶν.
Ἦταν λοιπόν ἁπαλός νεανίας, πολύ ὡραῖος στήν ὄψη, ὄχι μόνο κατά τόν ἐξωτερικό καί αἰσθητό ἄνθρωπο, ἀλλά πολύ περισσότερο κατά τόν ἐσωτερικό καί μή βλεπόμενο. Πραγματικά, δέν καταδέχθηκε ποτέ νά κυριεύσει τό νοῦ του κάτι ἀπρεπές οὔτε βάδισε σέ πράξη ἀντίθετη πρός τό Θεῖο θέλημα, φυλάγοντας ἀμίαντη τήν βαπτισματική Θεία χάρη. Καί στό ἄνθος τῆς νεότητος ἀποδέχθηκε τήν ὡραιότητα τῆς παρθενίας, πράττοντας τά πάντα, ὥστε νά εἶναι παρθένος καί στό σῶμα καί στή ψυχή καί νά ἔχει μέ αὐτό τό τρόπο τή πολιτεία στούς οὐρανούς καί νά βαδίζει ἐφάμιλλα πρός τούς ἀσωμάτους, ἄν καί βρισκόταν ἀκόμα στό σῶμα. Πρίν ἀπό ὅλες ὅμως τίς ἀρετές, εἶχε τή σπουδή τῆς σοφίας, ὥστε ζώντας μέσα στή σύνεση καί τήν καθαρότητα ἕως τό τέλος τῆς ζωῆς του, νά φέρει ἀπό τή νεότητα τήν ἐπαινουμένη γεροντική πολιά, ὅπως λέγει ὁ Σολομών: «ἄσπρα μαλλιά εἶναι στούς ἀνθρώπους ἡ σύνεση καί γεροντική ἡλικία ὁ ἀκηλίδωτος βίος». (Σοφ. Σολ. 4, 9).
Ἦταν καί δάσκαλος καί ἀπόστολος ὁ πάγκαλος, καί κανείς δέν μποροῦσε νά ἀντισταθεῖ στοῦ Δημητρίου «τή σοφία καί τό Πνεῦμα, μέ τό ὁποῖο μιλοῦσε» εἰδικά πρός ἐκείνους πού πολεμοῦσαν τόν Χριστό, εἶχε τό λόγο του ὡς κατάλληλο ἐργαλεῖο.
Ἐγώ καί τή στρατιωτική στολή καί τό δακτυλίδι στό χέρι καί τό ὑπατικό ἐπώμιο, τό ὁποῖο φοροῦσε ὁ Μάρτυρας, ὅταν ἔλαβε τό βαθμό ἀπό τόν τότε βασιλέα (Γαλέριο Μαξιμιανό), θεωρῶ ὅτι ὑπῆρξαν σύμβολα τοῦ διδασκαλικοῦ καί καθοδηγητικοῦ ἀξιώματος, πού τοῦ δόθηκε μυστικά ἀπό τόν ἀληθινό βασιλέα Χριστό. Γι’ αὐτό καί, ἀργότερα, ἡ Θεία χάρη θαυματούργησε πλούσια μέ τίς εὐχές του.
Ἀλλά ὁ ἀπό τήν ἀρχή ἀπατεών διάβολος προετοίμασε πρόωρα τό θάνατο τοῦ Μάρτυρα. Μόλις εἶδε τό ἀποτέλεσμα τῶν συμβόλων ἐκείνων, μή μπορώντας νά ὑποφέρει, ἐρεθίζει τούς ὑπηρέτες τῆς πλάνης ἐναντίον τοῦ ἀντιπάλου τῆς πλάνης. Αὐτοί, ἀφοῦ συνέλαβαν τόν διώκτη τῆς ἀπάτης τόν προσάγουν στό βασιλέα τῆς ἀπάτης, τόν Μαξιμιανό καί ἔτσι ὁ Δημήτριος κατέρχεται πρός τό στάδιο τοῦ μαρτυρίου, ὁ ἀπό παιδί γεμάτος ἄρρητα χαρίσματα, ὁ σέ ὅλα σοφός καί δίκαιος.
Γνωρίζω ὅτι ποθεῖτε νά μάθετε τό τρόπο τῆς κρατήσεως, πού καί πώς ἀναζητήθηκε καί συνελήφθηκε. Ὑπάρχει μία στοά, ὑπόγεια στό ναό τῆς Ἀειπαρθένου καί Θεομήτορος, πού ὀνομάζεται Καταφυγή. Σύμφωνα μέ παλαιό ἔθιμο σέ αὐτό τό σημεῖο ξεκινοῦν κάθε χρόνο τήν πανήγυρη τοῦ μεγαλομάρτυρος καί ἀπό ἐκεῖ ἀνερχόμενοι διά τῆς λεωφόρου μέ ὕμνους πρός αὐτόν ἀνεβαίνουν σέ αὐτό τό σημεῖο καί ὁλοκληρώνουν τή γιορτή. Ὅταν λοιπόν ἐπικρατοῦσε ἡ ἀσέβεια –ἐπειδή ἡ λατρεία τῆς εὐσεβείας δέν μποροῦσε νά ἀσκῆται ἐλεύθερα– ὁ Μάρτυρας πήγαινε σέ ἐκεῖνα τά ὑπόγεια, μετέδιδε στούς φοιτητές τήν οὐράνια διδασκαλία καί παρουσίαζε τή θρησκεία τῶν Χριστιανῶν καί τελοῦσε ἄφοβα τή λατρεία της, στούς καταφεύγοντας σέ αὐτόν, ὡς γαλήνιο λιμένα τῆς εὐσεβείας. Καί ἔτσι ὁ θειότατος Μάρτυρας ἦταν τότε καταφυγή ὅλων ὅσοι ἐπιθυμοῦσαν νά εὐσεβοῦν, ἀπό αὐτό δέ καί ὁ τόπος ὀνομάσθηκε Καταφυγή.
Οἱ διορισμένοι διῶκτες, ὅταν γνώρισαν ὅτι ὁ Μάρτυρας ἐκεῖ δίδασκε τό λαό, ἐξεμάνησαν πολύ περισσότερο, ἐπειδή εἶδαν τό συγκεντρωμένο πλῆθος νά προσέχει στούς λόγους τοῦ Δημητρίου σάν φωνές τοῦ Θεοῦ, ὁρμοῦν ἐναντίον του ὡς διδασκάλου. Τόν συνέλαβαν καί τόν ὁδήγησαν διά μέσου αὐτῆς τῆς λεωφόρου καί τόν παρουσιάζουν στόν Μαξιμιανό πού κάπου ἐδῶ διέμενε καί παρακολουθοῦσε μέ πολλή ἡδονή τίς ἀνθρωποκτονίες τοῦ Λυαίου. Διατάσσει νά κρατηθεῖ ἐδῶ κατάκλειστος ὁ Ἅγιος, ὅπου καί ὑπέστη τό μαρτύριο. Ἡ φροντίδα τοῦ ἀρχέκακου Διαβόλου ἦταν νά φύγει τό ταχύτερο τότε ἀπό τούς ἀνθρώπους ὁ Δημήτριος, διότι δέν τόν ὑπέφερε. Καί γνωρίζετε τήν κάθειρξη τοῦ Δημητρίου καί τήν προφητεία πρός τόν Νέστορα γιά τήν νίκη τοῦ κατά τοῦ Λυαίου, καί τό μαρτύριο. Ὅταν δέ παρατάθηκε ἡ παραμονή τοῦ μάρτυρα στή φυλακή, ὁ ἀρχέκακος ὄφις δέν ὑπέφερε ζωντανό τόν Μάρτυρα καί ὑποδυόμενος τόν σκορπιό προσπάθησε νά τόν θανατώσει, ἀλλά ἡ ἐνοικοῦσα Χάρη τόν ἔσωσε.
Θέλοντας δέ παραδίδεται καί φυλακίζεται καί κρατεῖται στά χέρια τῶν δημίων καί ὑποφέρει τούς βασανισμούς τῶν κακούργων, μιμούμενος τόν παθόντα γιά μᾶς Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Γι’ αὐτό καί ὅταν ἐπῆλθαν οἱ αἱμοχαρεῖς λογχοφόροι μέ ἐντολή τοῦ τυράννου, τούς δέχεται μέ ἀνοιχτές ἀγκάλες γιά νά κτυπηθεῖ σέ αὐτές μέ τό τελικό κτύπημα, μᾶλλον κτυπήματα πού διαπερνοῦσαν τά πάντα, σπλάχνα ὀστᾶ σάρκες καί τίς δυό πλευρές.
Καί ἀπό τήν περίσσεια καί ὑπερβολή τοῦ ἔρωτά του πρός τόν Χριστό, ἔλαβε Χάρη τό σῶμα του νά γίνει πηγή μύρων. Ἔτσι καί ὅταν ἔπαυσε νά χύνεται ἀπό τό σῶμα του τό αἷμα του, ἀντί αἵματος, ἐξέβλυσε μύρο, πρός δόξαν Χριστοῦ, τόν Ὁποῖο αὐτός διά τῆς ζωῆς καί διά τοῦ θανάτου, ἀλλά καί μετά τόν θάνατο, ἐδόξασε καί θά δοξάζει.
Καί ὅλη ἡ πόλη συμφιλιώθηκε μέ τόν Θεό διά τοῦ θανάτου του, διότι διέλυσε τό πλήρωμα τῆς ἀσέβειας καί ὅλα τά δεινά λύθηκαν, ἀφοῦ ὑπερασπίσθηκε ὁ Δημήτριος τήν εὐσέβεια. Ναοί μεγαλοπρεπεῖς καί περικαλλεῖς εἶναι οἰκοδομημένοι στόν σκοτεινό ἐκεῖνο τόν κρυφό τόπο καί ὅλη ἡ πόλη καυχᾶται γιά τό μαρτύριό του.
Καί ἡ κρήνη τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι τό μαρτυρικό του σῶμα, εἶναι γεμάτο μύρα καί θαύματα καί ἰάματα καί τό θαυμαστότερο ἀπό αὐτά εἶναι ὅτι, ἄν καί τρέχει συνεχῶς, ἡ πηγή αὐτή μένει ἀστείρευτη. Καί ὅσα τρυπήματα ἔγιναν στό σῶμα ἀπό τούς λογχιστές, τόσες πηγές ἀναδείχθηκαν.
Ὁ μεγάλος αὐτός μάρτυρας Δημήτριος, πού ἀντιστάθηκε στούς πειραστές τῆς εὐσέβειας, ἀφοῦ εὐχήθηκε πρός τό Κύριο ὑπέρ δημίων του, ἄλλοι σταμάτησαν τή κακία, ἄλλοι μετενόησαν καί πίσευσαν στόν Χριστό, ἔτσι ὥστε σήμερα νά μήν ὑπάρχει στή πόλη μας κανένα ἀπομεινάρι ἐκείνης τῆς δυσσεβείας. Ἀλλά ἐπικρατεῖ ἡ εὐσέβεια καί ἡ πλούσια προστασία τοῦ Ἁγίου μέ τίς ἀδιάκοπες πρεσβεῖες του πρός τόν Θεό.
Καί ἐμεῖς ἄς λαμπρήνουμε περισσότερο τήν πανήγυρη, ζητώντας ἀπό τό Τριαδικό Θεό διά τῆςπρεσβείας του, νά ἀξιωθοῦμε τῆς αἰωνίας πανηγύρεως τῶν πολιτῶν τοῦ οὐρανοῦ.
Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ
Ἦταν σχεδόν ὅλα μαζί ἀπό τή παιδική ἡλικία, στήλη στερεά καί ἀκαθαίρετη κάθε καλοῦ, ἄγαλμα ζωντανό καί αὐτοκινούμενο κάθε ἀρετῆς, ἑστία καί συστοιχία θείων καί ἀνθρωπίνων χαρίτων, βίβλος ζωντανή καί λαλοῦσα πρός δόξα καί διδασκαλία τοῦ ἀνωτέρου, ἐλαιά καρπερή, δένδρο φυτευμένο κοντά στά ρεύματα τῶν ὑδάτων τοῦ Πνεύματος. Μόνο πού τό μέν ψαλμικό δένδρο... «δίδει τό καρπό στό καιρό του», αὐτός ὅμως εἶχε καί ἔχει κάθε ἐποχή καιρό ἀνθοφορίας καί καρποφορίας μαζί, καί οὔτε τό ἄνθος οὔτε ὁ καρπός θά πέσουν καί θά μεταδίδονται σέ ὅσους προσέρχονται μέ πίστη, χωρίς ποτέ νά ἐκλείπουν. Παρέχει δέ ἀμείωτα καί ἀκατάπαυστα στούς προσερχομένους τό πλῆθος, θά λέγαμε, τῶν χαρίτων, γι’ αὐτό μοιάζει μέ φωτοφόρο δένδρο, ἀφοῦ μεταδίδει ἀσταμάτητα τούς καρπούς σάν ἀκτίνες καί παρέχει κατά κόρο στούς προσερχομένους τά κάλλιστα καί θειότατα, ἐνῶ ὁ ἴδιος εἶναι πάντοτε γεμάτος ἀπό τέτοια ἀγαθά, σάν ἥλιος παντοειδοῦς εὐεργεσίας ἤ ἀστείρευτη πηγή χαρίτων ἤ πέλαγος θαυμάτων ἀνεξάντλητο ἤ ἄβυσσος ἀνεκδιήγητος ὁρατῶν καί ἀοράτων ἀγαθῶν.
Ἦταν λοιπόν ἁπαλός νεανίας, πολύ ὡραῖος στήν ὄψη, ὄχι μόνο κατά τόν ἐξωτερικό καί αἰσθητό ἄνθρωπο, ἀλλά πολύ περισσότερο κατά τόν ἐσωτερικό καί μή βλεπόμενο. Πραγματικά, δέν καταδέχθηκε ποτέ νά κυριεύσει τό νοῦ του κάτι ἀπρεπές οὔτε βάδισε σέ πράξη ἀντίθετη πρός τό Θεῖο θέλημα, φυλάγοντας ἀμίαντη τήν βαπτισματική Θεία χάρη. Καί στό ἄνθος τῆς νεότητος ἀποδέχθηκε τήν ὡραιότητα τῆς παρθενίας, πράττοντας τά πάντα, ὥστε νά εἶναι παρθένος καί στό σῶμα καί στή ψυχή καί νά ἔχει μέ αὐτό τό τρόπο τή πολιτεία στούς οὐρανούς καί νά βαδίζει ἐφάμιλλα πρός τούς ἀσωμάτους, ἄν καί βρισκόταν ἀκόμα στό σῶμα. Πρίν ἀπό ὅλες ὅμως τίς ἀρετές, εἶχε τή σπουδή τῆς σοφίας, ὥστε ζώντας μέσα στή σύνεση καί τήν καθαρότητα ἕως τό τέλος τῆς ζωῆς του, νά φέρει ἀπό τή νεότητα τήν ἐπαινουμένη γεροντική πολιά, ὅπως λέγει ὁ Σολομών: «ἄσπρα μαλλιά εἶναι στούς ἀνθρώπους ἡ σύνεση καί γεροντική ἡλικία ὁ ἀκηλίδωτος βίος». (Σοφ. Σολ. 4, 9).
Ἦταν καί δάσκαλος καί ἀπόστολος ὁ πάγκαλος, καί κανείς δέν μποροῦσε νά ἀντισταθεῖ στοῦ Δημητρίου «τή σοφία καί τό Πνεῦμα, μέ τό ὁποῖο μιλοῦσε» εἰδικά πρός ἐκείνους πού πολεμοῦσαν τόν Χριστό, εἶχε τό λόγο του ὡς κατάλληλο ἐργαλεῖο.
Ἐγώ καί τή στρατιωτική στολή καί τό δακτυλίδι στό χέρι καί τό ὑπατικό ἐπώμιο, τό ὁποῖο φοροῦσε ὁ Μάρτυρας, ὅταν ἔλαβε τό βαθμό ἀπό τόν τότε βασιλέα (Γαλέριο Μαξιμιανό), θεωρῶ ὅτι ὑπῆρξαν σύμβολα τοῦ διδασκαλικοῦ καί καθοδηγητικοῦ ἀξιώματος, πού τοῦ δόθηκε μυστικά ἀπό τόν ἀληθινό βασιλέα Χριστό. Γι’ αὐτό καί, ἀργότερα, ἡ Θεία χάρη θαυματούργησε πλούσια μέ τίς εὐχές του.
Ἀλλά ὁ ἀπό τήν ἀρχή ἀπατεών διάβολος προετοίμασε πρόωρα τό θάνατο τοῦ Μάρτυρα. Μόλις εἶδε τό ἀποτέλεσμα τῶν συμβόλων ἐκείνων, μή μπορώντας νά ὑποφέρει, ἐρεθίζει τούς ὑπηρέτες τῆς πλάνης ἐναντίον τοῦ ἀντιπάλου τῆς πλάνης. Αὐτοί, ἀφοῦ συνέλαβαν τόν διώκτη τῆς ἀπάτης τόν προσάγουν στό βασιλέα τῆς ἀπάτης, τόν Μαξιμιανό καί ἔτσι ὁ Δημήτριος κατέρχεται πρός τό στάδιο τοῦ μαρτυρίου, ὁ ἀπό παιδί γεμάτος ἄρρητα χαρίσματα, ὁ σέ ὅλα σοφός καί δίκαιος.
Γνωρίζω ὅτι ποθεῖτε νά μάθετε τό τρόπο τῆς κρατήσεως, πού καί πώς ἀναζητήθηκε καί συνελήφθηκε. Ὑπάρχει μία στοά, ὑπόγεια στό ναό τῆς Ἀειπαρθένου καί Θεομήτορος, πού ὀνομάζεται Καταφυγή. Σύμφωνα μέ παλαιό ἔθιμο σέ αὐτό τό σημεῖο ξεκινοῦν κάθε χρόνο τήν πανήγυρη τοῦ μεγαλομάρτυρος καί ἀπό ἐκεῖ ἀνερχόμενοι διά τῆς λεωφόρου μέ ὕμνους πρός αὐτόν ἀνεβαίνουν σέ αὐτό τό σημεῖο καί ὁλοκληρώνουν τή γιορτή. Ὅταν λοιπόν ἐπικρατοῦσε ἡ ἀσέβεια –ἐπειδή ἡ λατρεία τῆς εὐσεβείας δέν μποροῦσε νά ἀσκῆται ἐλεύθερα– ὁ Μάρτυρας πήγαινε σέ ἐκεῖνα τά ὑπόγεια, μετέδιδε στούς φοιτητές τήν οὐράνια διδασκαλία καί παρουσίαζε τή θρησκεία τῶν Χριστιανῶν καί τελοῦσε ἄφοβα τή λατρεία της, στούς καταφεύγοντας σέ αὐτόν, ὡς γαλήνιο λιμένα τῆς εὐσεβείας. Καί ἔτσι ὁ θειότατος Μάρτυρας ἦταν τότε καταφυγή ὅλων ὅσοι ἐπιθυμοῦσαν νά εὐσεβοῦν, ἀπό αὐτό δέ καί ὁ τόπος ὀνομάσθηκε Καταφυγή.
Οἱ διορισμένοι διῶκτες, ὅταν γνώρισαν ὅτι ὁ Μάρτυρας ἐκεῖ δίδασκε τό λαό, ἐξεμάνησαν πολύ περισσότερο, ἐπειδή εἶδαν τό συγκεντρωμένο πλῆθος νά προσέχει στούς λόγους τοῦ Δημητρίου σάν φωνές τοῦ Θεοῦ, ὁρμοῦν ἐναντίον του ὡς διδασκάλου. Τόν συνέλαβαν καί τόν ὁδήγησαν διά μέσου αὐτῆς τῆς λεωφόρου καί τόν παρουσιάζουν στόν Μαξιμιανό πού κάπου ἐδῶ διέμενε καί παρακολουθοῦσε μέ πολλή ἡδονή τίς ἀνθρωποκτονίες τοῦ Λυαίου. Διατάσσει νά κρατηθεῖ ἐδῶ κατάκλειστος ὁ Ἅγιος, ὅπου καί ὑπέστη τό μαρτύριο. Ἡ φροντίδα τοῦ ἀρχέκακου Διαβόλου ἦταν νά φύγει τό ταχύτερο τότε ἀπό τούς ἀνθρώπους ὁ Δημήτριος, διότι δέν τόν ὑπέφερε. Καί γνωρίζετε τήν κάθειρξη τοῦ Δημητρίου καί τήν προφητεία πρός τόν Νέστορα γιά τήν νίκη τοῦ κατά τοῦ Λυαίου, καί τό μαρτύριο. Ὅταν δέ παρατάθηκε ἡ παραμονή τοῦ μάρτυρα στή φυλακή, ὁ ἀρχέκακος ὄφις δέν ὑπέφερε ζωντανό τόν Μάρτυρα καί ὑποδυόμενος τόν σκορπιό προσπάθησε νά τόν θανατώσει, ἀλλά ἡ ἐνοικοῦσα Χάρη τόν ἔσωσε.
Θέλοντας δέ παραδίδεται καί φυλακίζεται καί κρατεῖται στά χέρια τῶν δημίων καί ὑποφέρει τούς βασανισμούς τῶν κακούργων, μιμούμενος τόν παθόντα γιά μᾶς Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Γι’ αὐτό καί ὅταν ἐπῆλθαν οἱ αἱμοχαρεῖς λογχοφόροι μέ ἐντολή τοῦ τυράννου, τούς δέχεται μέ ἀνοιχτές ἀγκάλες γιά νά κτυπηθεῖ σέ αὐτές μέ τό τελικό κτύπημα, μᾶλλον κτυπήματα πού διαπερνοῦσαν τά πάντα, σπλάχνα ὀστᾶ σάρκες καί τίς δυό πλευρές.
Καί ἀπό τήν περίσσεια καί ὑπερβολή τοῦ ἔρωτά του πρός τόν Χριστό, ἔλαβε Χάρη τό σῶμα του νά γίνει πηγή μύρων. Ἔτσι καί ὅταν ἔπαυσε νά χύνεται ἀπό τό σῶμα του τό αἷμα του, ἀντί αἵματος, ἐξέβλυσε μύρο, πρός δόξαν Χριστοῦ, τόν Ὁποῖο αὐτός διά τῆς ζωῆς καί διά τοῦ θανάτου, ἀλλά καί μετά τόν θάνατο, ἐδόξασε καί θά δοξάζει.
Καί ὅλη ἡ πόλη συμφιλιώθηκε μέ τόν Θεό διά τοῦ θανάτου του, διότι διέλυσε τό πλήρωμα τῆς ἀσέβειας καί ὅλα τά δεινά λύθηκαν, ἀφοῦ ὑπερασπίσθηκε ὁ Δημήτριος τήν εὐσέβεια. Ναοί μεγαλοπρεπεῖς καί περικαλλεῖς εἶναι οἰκοδομημένοι στόν σκοτεινό ἐκεῖνο τόν κρυφό τόπο καί ὅλη ἡ πόλη καυχᾶται γιά τό μαρτύριό του.
Καί ἡ κρήνη τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι τό μαρτυρικό του σῶμα, εἶναι γεμάτο μύρα καί θαύματα καί ἰάματα καί τό θαυμαστότερο ἀπό αὐτά εἶναι ὅτι, ἄν καί τρέχει συνεχῶς, ἡ πηγή αὐτή μένει ἀστείρευτη. Καί ὅσα τρυπήματα ἔγιναν στό σῶμα ἀπό τούς λογχιστές, τόσες πηγές ἀναδείχθηκαν.
Ὁ μεγάλος αὐτός μάρτυρας Δημήτριος, πού ἀντιστάθηκε στούς πειραστές τῆς εὐσέβειας, ἀφοῦ εὐχήθηκε πρός τό Κύριο ὑπέρ δημίων του, ἄλλοι σταμάτησαν τή κακία, ἄλλοι μετενόησαν καί πίσευσαν στόν Χριστό, ἔτσι ὥστε σήμερα νά μήν ὑπάρχει στή πόλη μας κανένα ἀπομεινάρι ἐκείνης τῆς δυσσεβείας. Ἀλλά ἐπικρατεῖ ἡ εὐσέβεια καί ἡ πλούσια προστασία τοῦ Ἁγίου μέ τίς ἀδιάκοπες πρεσβεῖες του πρός τόν Θεό.
Καί ἐμεῖς ἄς λαμπρήνουμε περισσότερο τήν πανήγυρη, ζητώντας ἀπό τό Τριαδικό Θεό διά τῆςπρεσβείας του, νά ἀξιωθοῦμε τῆς αἰωνίας πανηγύρεως τῶν πολιτῶν τοῦ οὐρανοῦ.
Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ
πηγή: orthodoxia-ellhnismos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας