FRANK SCHAEFFER
Μία από τις βασικές αντιρρήσεις των Ορθοδόξων στη χειροτονία των γυναικών είναι η ίδια με εκείνη της Εκκλησίας εναντίον των εικονοκλαστών. Ο Χριστός ήρθε στον κόσμο «εν σαρκί». Για τους Ορθοδόξους χριστιανούς η Ενανθρώπηση δεν είναι μία «ιδέα» ή ένα «σύμβολο» είναι ιστορικό γεγονός.
Καθετί στη ζωή και στη λατρεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας σχεδιάσθηκε να υπογραμμίζει την ιστορικότητα της Ενανθρώπησης. Να γιατί έχουμε εικόνες ο Χριστός ήλθε «εν σαρκί», και η εικόνα Του, όπως και οι εικόνες των αγίων, των μαρτύρων, των αποστόλων, καθώς και της μητέρας Του, μαρτυρούν την ιστορικότητα του ερχομού του. Εμείς επίσης έχουμε ζωντανές εικόνες. Στη Λειτουργία οι ιερείς και οι επίσκοποι στέκονται ως αντιπρόσωποι του Χριστού μπροστά στο θυσιαστήριο. Οι Ιερείς και οι επίσκοποι δεν είναι εικόνες μιας αφηρημένης ιδέας είναι εικόνες ενός ιστορικού προσώπου, το οποίο ήλθε στη γη του Υιού του Θεού.
Η ΑΝΔΡΙΚΗ ΙΕΡΑΡΧΙΑ
Υπάρχουν εκείνοι που λένε ότι η επιλογή των ανδρών για την ιεραρχία της Εκκλησίας ήταν ένα απλό πολιτιστικό φαινόμενο, μία απλή αντανάκλαση της πατριαρχικής κοινωνίας, στην οποία ζούσε ο Χριστός. Οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι πρέπει να κινηθούμε πέρα από τα όρια ενός αρχαίου πολιτισμού και να εκσυγχρονίσουμε τη διδασκαλία του Χριστού, ώστε να ταιριάζει στη σύγχρονη αίσθηση για μία θρησκεία. Αυτός ο ισχυρισμός λογικά εγείρει ένα ενδιαφέρον ερώτημα, εάν ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού, ο Δημιουργός των ανθρώπων, ο οποίος άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς (Γε 1,27), τότε γιατί ο Θεός δεν προείδε την ανάγκη να καθοδηγήσει την Εκκλησία να λάβει ως υπόδειγμα την πολιτική του γένους και τη μεταβαλλόμενη μόδα για τη διάκριση των φύλων σε κάθε εποχή;
Ο ηγετικός ρόλος της γυναίκας δεν ήταν άγνωστος στην εποχή του Χριστού. Ο ίδιος έκανε αναφορά στην βασίλισσα Νότου, που ήρθε να ακούσει τη σοφία του Σολομώντα. Επί πλέον η Π. Διαθήκη είναι γεμάτη από ηρωίδες γυναίκες, ακριβώς όπως η ιστορική Εκκλησία είναι γεμάτη από άγιες μητέρες και γυναίκες, οι οποίες θεωρούνται πνευματικά ισότιμες με τους άγιους πατέρες και γενικά τους άρρενες αγίους.
Όπως σημειώνει ο Sheldon Vanauken «εάν οι γυναίκες μπορούν πράγματι να ιερωθούν, ένα από τα δύο πρέπει να είναι αληθινό, ή ο Θεός Πατέρας έκανε λάθος και τώρα άλλαξε γνώμη ή ο Ιησούς, που είναι Θεός και ενανθρώπησε, δεν έκανε το θέλημα του Πατρός. Το πρώτο είναι παράλογο, το δεύτερο αρνείται την αλήθεια ότι ο Ιησούς ήταν ο Θεός που ενανθρώπησε. Κάθε συζήτησι για την Ιεροσύνη των γυναικών, που βασίζεται στην καθοδήγηση της Εκκλησίας από το άγιο Πνεύμα σε νέες αλήθειες, υποχρεούται να εξηγήσει ένα αρχαίο λάθος, αυτό που σχετίζεται με τις εξήντα αδικημένες γενεές των γυναικών. Πιστεύω ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς την άρνηση της Ενανθρώπησης»19 .
Εάν ο Ιησούς ήταν «εξαρτημένος» από τον πολιτισμό, μέσα στον οποίο ζούσε, τότε πως θα μπορούσε να είναι Θεός; Και εάν αυτός δεν είναι ο Θεός, που έγινε σάρκα με την ελεύθερη εκλογή μιας γυναίκας, της ευλογημένης Μαρίας, της Θεοτόκου, τότε τι σημασία έχει το τι κάνει η Εκκλησία του; Αυτή τότε μετατρέπεται απλώς σε μία άλλη λατρευτική Ομολογία, της οποίας η πίστη αναφέρεται σε κάποιες χωρίς νόημα Γραφές σε μία Ομολογία ψεγαδιασμένη από τη διάκριση των φύλων και τον φόβο των ομοφυλοφίλων. Επί πλέον πως συμβαίνει αυτοί, που απαιτούν τον εκσυγχρονισμό της Εκκλησίας, με την απομυθοποίηση της αποστολικής συνέχειας, με την αποδοχή των εκτρώσεων ή με την καταγγελία της ανδρικής ιεροσύνης, να ισχυρίζονται ότι αποτελούν μέρος της ιστορικής της συνέχειας, όταν μάλιστα το αμετάβλητο της χριστιανικής αλήθειας αποτελούσε θεμελιώδη διακήρυξη της Εκκλησίας καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της;20
Εάν ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού, όπως διδάσκει η Εκκλησία, και είναι αυτός που θεμελίωσε την μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία, για να παραμείνει εις αιώνα αιώνος, πως μπορούν οι σχισματικοί Προτεστάντες, οι εκμοντερνισμένοι Ρωμαιοκαθολικοί και ακόμη κάποιοι ελάχιστοι προτεσταντοποιημένοι Ορθόδοξοι, να μην αναγνωρίζουν τη σπουδαιότητα της αποστολικής διαδοχής, την εκκλησιαστική τάξη και την ιεραρχική αυθεντία, που εξασφαλίζει την εκκλησιαστική πειθαρχία και την καθαρότητα της διδασκαλίας;21
Στην Εκκλησία όλων των αιώνων η ανταπάντηση προς τους επικριτές που ισχυρίζονται ότι «έτσι γινόταν πάντοτε» είναι κατηγορηματική και έγκυρη. Η Εκκλησία δέχεται ότι οι βασικές και θεμελιώδεις αλήθειες παραμένουν αμετάβλητες και δεν επιδέχονται περαιτέρω βελτίωση. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για το θέμα της χειροτονίας των γυναικών.
Μία από τις βασικές αντιρρήσεις των Ορθοδόξων στη χειροτονία των γυναικών είναι η ίδια με εκείνη της Εκκλησίας εναντίον των εικονοκλαστών. Ο Χριστός ήρθε στον κόσμο «εν σαρκί». Για τους Ορθοδόξους χριστιανούς η Ενανθρώπηση δεν είναι μία «ιδέα» ή ένα «σύμβολο» είναι ιστορικό γεγονός. Καθετί στη ζωή και στη λατρεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας σχεδιάσθηκε να υπογραμμίζει την ιστορικότητα της Ενανθρώπησης. Να γιατί έχουμε εικόνες ο Χριστός ήλθε «εν σαρκί», και η εικόνα Του, όπως και οι εικόνες των αγίων, των μαρτύρων, των αποστόλων, καθώς και της μητέρας Του, μαρτυρούν την ιστορικότητα του ερχομού του. Εμείς επίσης έχουμε ζωντανές εικόνες. Στη Λειτουργία οι ιερείς και οι επίσκοποι στέκονται ως αντιπρόσωποι του Χριστού μπροστά στο θυσιαστήριο. Οι Ιερείς και οι επίσκοποι δεν είναι εικόνες μιας αφηρημένης ιδέας είναι εικόνες ενός ιστορικού προσώπου, το οποίο ήλθε στη γη του Υιού του Θεού.
Ο Θεός, όπως πιστεύει η Ορθόδοξη Εκκλησία, βρίσκεται έξω από το χρόνο και τον τόπο. Όμως η πίστη αυτή δεν μεταβάλλει το ιστορικό γεγονός. Σύμφωνα μ αυτό, όταν ο Θεός φανέρωσε τον εαυτό του «εν σαρκί», ήλθε άνδρας και όχι ως «άνδρας-γυναίκα» ή σύμβολο του ανθρωπίνου γένους. Εμείς δεν αγιογραφούμε τον Χριστό με γυναικείες εικόνες, επειδή ακριβώς ήταν άνδρας. Δεν μπορούμε να έχουμε ιέρειες, για να αντιπροσωπεύουν τον ιστορικό Υιό του Θεού, πολύ περισσότερο από όσο δεν μπορούμε να δεχθούμε ένα ανδρικό αντιπρόσωπο της ευλογημένης Θεοτόκου, της Μητέρας του Θεού. Συνεχίζουμε να ισχυριζόμαστε ότι αυτή υπήρξε ένα ιστορικό πρόσωπο, μία πραγματική γυναίκα, που εκλέχθηκε να γεννήσει το Θεό.
Πολύ φυσιολογικά ο Προτεσταντισμός, καθώς και ο σύγχρονους φιλελεύθερος Ρωμαιοκαθολικισμός, απέκτησαν την τάση να συμπεριφέρονται εικονοκλαστικά, διότι ο εκμοντερνισμένος και εκκοσμικευμένος «Χριστιανισμός» δεν εμμένει πλέον στην ιστορικότητα των γεγονότων της Καινής Διαθήκης. Στην πραγματικότητα επιδίωξαν με σθένος να μετατρέψουν το περιεχόμενο της Ιεράς Παραδόσεως και των Γραφών σε τίποτε περισσότερο από έναν κενό θρησκευτικό συμβολισμό. Αυτό είναι όλο και όλο η «φιλελεύθερη» θεολογία. Αλλά η Ορθοδοξία απορρίπτει τις εικονοκλαστικές θέσεις του φιλελευθερισμού και την απλοποίηση της θρησκείας με μία θεωρούμενη «ανωτέρου επιπέδου» κριτική διεργασία. Εφ’ όσον οι Ορθόδοξοι χριστιανοί αποδέχονται τα μυστήρια της Πίστεως, εμείς επίσης αποδεχόμαστε τον ιστορικό Ιησού και την Ενανθρώπησή του. Εφ’ όσον οι Ορθόδοξοι χριστιανοί πιστεύουν ότι εν Χριστώ «ουκ ένι άρσεν και θήλυ» και ότι η σωτηρία υπάρχει για όλους εξ ίσου, εμείς με βάση όλα αυτά πιστεύουμε ότι σωστά ο ίδιος ο Χριστός ίδρυσε την κανονική ιεραρχία της Εκκλησίας. Να γιατί η Εκκλησία απορρίπτει την εικονομαχία, με οποιονδήποτε μανδύα κι αν έρχεται, είτε με τη βεβήλωση των εικόνων είτε με την αρνητική κριτική των Γραφών είτε ακόμη με την «ανδρογυναικοποίηση» των ζωντανών εικόνων των ιερέων και των επισκόπων, για τους οποίους ο άγιος Ιγνάτιος λέγει ότι στέκονται «εις τόπον Χριστού» μπροστά στο θυσιαστήριο. Χειροτονώντας γυναίκες οι «φιλελεύθεροι» Προτεστάντες στην πραγματικότητα υποστηρίζουν «ότι ο Χριστός δεν ήλθεν «εν σαρκί», ότι το ανδρικό του γένος δεν έχει καμία σημασία και ότι είναι ένα απλό σύμβολο, που συμβολίζει κάτι μεγαλύτερο».
Όμως για τον Ορθόδοξο χριστιανό το ανδρικό γένος του Χριστού έχει βαρύνουσα σημασία, ακριβώς όπως έχει βαρύνουσα σημασία το θηλυκό γένος της Παναγίας. Ο Χριστιανισμός δεν είναι τίποτε, εάν δεν είναι μία ιστορική Πίστη. Εμείς δεν πιστεύουμε ότι ο Χριστός εμφανίστηκε στον κόσμο μας κατά μαγικό τρόπο. Πιστεύουμε ότι αναπτύχθηκε ως αρσενικό έμβρυο σε ανθρώπινη γυναικεία μήτρα ότι ο Θεός γεννήθηκε στην πραγματικότητα με σάρκα μέσα στον χρόνο και στον τόπο και ότι τίποτε απ’ όλα, όσα έκαμε, ακόμη και το γένος που έλαβε, δεν έγινε κατά λάθος, τυχαία και χωρίς νόημα.
Η καταστροφή των εικόνων, ο ευτελισμός της ιεροσύνης και η υποβάθμιση των μυστηρίων σε απλά σύμβολα καταργεί τη χριστιανική μαρτυρία για το γεγονός της Ενανθρώπησης. Οι άνθρωποι φαίνεται κατά μυστηριώδη και ενστικτώδη τρόπο να γνωρίζουν ότι αύτη είναι η αλήθεια είτε έχουν ασχοληθεί με τα θέματα αυτά είτε όχι. Πως αλλιώς μπορούμε να εξηγήσουμε τη φθορά που προκλήθηκε με την απώλεια πλήθους μελών από Ομολογίες, που χειροτόνησαν γυναίκες; Οι άνθρωποι γνωρίζουν ότι κάτι ιερό μολύνεται όταν η πολιτική του «γένους» πλημμυρίζει τη θρησκεία. Επίσης γνωρίζουν ότι μία εκμοντερνισμένη «θρησκεία», που προσπαθεί να «συμβαδίζει με τις εποχές», έχει χάσει το υψηλό ηθικό επίπεδο. Γι αυτό και εκφράζουν τη γνώμη τους με την απουσία τους.
Βλέποντας μ’ αυτό το πρίσμα την ιδεολογική σταυροφορία του φεμινιστικού κινήματος για νομιμοποίηση, αυτό πρέπει να κρατηθεί έξω από την πόρτα της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η Εκκλησία δεν μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό της να γίνει το παίγνιο στο κίνημα της «πολιτικής ορθότητας». Ούτε μπορεί η Ορθόδοξη Εκκλησία να επιτρέψει μία μικρή μειονότητα πανεπιστημιακών στα σεμινάρια τους ή μερικούς ιερείς ή επισκόπους με πολιτική αυτοσυνειδησία να θυσιάσουν δύο χιλιάδες χρόνια με αμετάβλητη ηθική χάριν της εφήμερης εκτίμησης, που της προσφέρεται από τη σύγχρονη πολιτικοποιημένη ακαδημαϊκή αριστοκρατία- από αυτούς δηλαδή παρελαύνουν πλάι-πλάι με εκείνους που ανέλαβαν την σταυροφορία κατά της κανονικής τάξεως και ιεραρχίας.
Η σταυροφορία που επιχειρεί να συμμορφώσει την Εκκλησία με τη σύγχρονη ιδεολογία του «γένους» είναι μία σταυροφορία, για να αναγκάσει την Εκκλησία να προσκυνήσει τον σύγχρονο Καίσαρα. Χρειάζεται ίσως να θυμηθούμε ότι κάποιος μπορεί να κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο, μαζί και την εκτίμηση των ακαδημαϊκών, και να χάσει την ψυχή του (Μθ 16,26). Επίσης, είναι φρόνιμο να θυμηθούμε ότι το θέμα της χειροτονίας των γυναικών και το θέμα της γλώσσας, όσον αφορά στην περιεκτικότητα του «γένους», πρέπει να εξετασθεί μέσα σ ένα ευρύτερο πλαίσιο- στο πλαίσιο της αντιστράτευσης του φεμινισμού και της ομοφυλοφιλίας σ’ αυτήν την ίδια τη φύση. Η προσπάθεια να αντιστραφεί η διδασκαλία και η μαρτυρία της αδιάκοπης ανδρικής ιεροσύνης είναι στην πραγματικότητα προσπάθεια να «ανδρογυναικοποιηθεί» όχι μόνον η Εκκλησία αλλά και αυτός ο Θεός. Ο Θεός, όπως διδάσκει η Ορθόδοξη Εκκλησία, για λόγους που αποτελούν μυστήριο και γνωρίζει Εκείνος, αποφάσισε να αποκαλυφθεί ως ο Πατήρ. Το να δεχθεί κανείς τη χειροτονία των γυναικών ή να επιβάλει στην Εκκλησία την λεγόμενη περιεκτική, δηλαδή, ουδέτερη ως προς το γένος λειτουργική γλώσσα, αποτελεί όχι μόνον απόρριψη της απόφασης του Θεού να αποκαλύψει τον εαυτό του ως Πατέρα και να στείλει τον Υιόν του, αλλά είναι επίσης και μία όχι πολύ ευγενική απόρριψη της συνεχούς πραγματικής παρουσίας του Χριστού στην Εκκλησία του.
Η «περιεκτική» λειτουργική γλώσσα και η χειροτονία των γυναικών δεν είναι λιγότερο σκανδαλώδης για τη χριστιανική συνείδηση και την αίσθηση της ιστορίας από το εάν εικονογραφούνταν η Παναγία ως άνδρας. Αυτό είναι το ίδιο όπως ένα χυδαίο σύνθημα για τη Λειτουργία στους τοίχους, το οποίο παραμορφώνει την ιδέα της υπερβατικής και μυστηριώδους αιωνιότητας. Είναι το κατακερματισμό του παρελθόντος χωρίς να προσφέρεται κάτι μόνιμο, για να αντικαταστήσει τη χαμένη βεβαιότητα των χιλιετηρίδων.
Το γεγονός ότι ακόμη και μερικοί «Ορθόδοξοι» έχουν πιαστεί στα δίχτυα της φεμινιστικής σταυροφορίας και άρχισαν να παίζουν πολιτικό «βόλλεϋ» με τους αναντικατάστατους θησαυρούς της Εκκλησίας είναι τραγικό. Ο πιστός Ορθόδοξος και η απέραντη πλειονοψηφία των ιερέων και των επισκόπων αντιστάθηκαν ομόφωνα στη χειροτονία των γυναικών. Αλλά μία ελάχιστη φωνασκούσα μειονοψηφία από «Ορθοδόξους» ακαδημαϊκούς, επηρεασμένους από το πνεύμα της εποχής, επιχείρησαν ν’ αρχίσουν ένα «διάλογο» με θέμα: «Οι γυναίκες στην Εκκλησία». Το χειρότερο είναι ότι διαλέγονται με τον ίδιο τρόπο, που ορισμένες αγγλικανές και επισκοπελιανές φεμινίστριες υπαινίσσονταν ένα φεμινιστικό κάλεσμα για τη χειροτονία των γυναικών στις κοινότητες τους στις αρχές της δεκαετίας του 70. Τέτοιες «Ορθόδοξες» ερευνήτριες, όπως η Elisabeth Behr-Sigel με το βιβλίο της The Ministry of Women in the Church, και η Susan Ashbrook Harvey ζήτησαν δημόσια την αντικατάσταση της αρχαίας εκκλησιαστικής Παραδόσεως στο θέμα αυτό22.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία υπήρξε ιστορικά ο φύλακας της εικονογραφίας στην Χριστιανοσύνη και ο εγγυητής της ιστορικής συνέχειας της εκκλησιαστικής αποστολικής και ιεραρχικής κοινότητας επάνω στη γη, η οποία φέρει τη μαρτυρία του Χριστού. Το να ανταλλάσσουμε αυτή την κληρονομιά με τα πολιτικά εμπνευσμένα, ακαδημαϊκά και «θεολογικά» παιγνίδια είναι το ίδιο με το να προσφέρουμε στους συγχρόνους εικονοκλάστες μία μάταιη νίκη. Το να επιτρέπουμε στην εποχιακή «πολιτική του γένους» σ’ έναν εφήμερο συρμό κατά την καλύτερη εκδοχή ή σε μια φασιστική τυραννία του εκβιαστικού «πολιτικού εκσυγχρονισμού» κατά τη χειρότερη εκδοχή- να μπαίνει μέσα στα άδυτα της Ορθοδοξίας είναι το ίδιο με το να μολύνουμε και να βεβηλώνουμε το θυσιαστήριο, να προσβάλλουμε τους πιστούς, να διαιρούμε την Εκκλησία και να υποβαθμίζουμε την ηθική αυθεντία της Ορθοδοξίας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
19 Sheldon Vanauken, Under the Mercy (Ignatius Press, 1988), όπως παρατίθεται στο άρθρο, Since God Doesnt Make Mistakes: Womens Ordination Denies the Incarnation, AGAIN Magazine, April, 1993.
20 Το να ταυτίζουμε την Ορθόδοξη διδασκαλία με την καθολική (όχι τη Ρωμαιοκαθολική) Εκκλησία σημαίνει να πιστεύουμε σ’ εκείνο, το οποίο οι πατέρες μας κληροδότησαν με την Παράδοση. . . Επιτρέψτε μας, λέγει ο άγιος Μάξιμος, να ασφαλίσουμε το πρώτο και μεγάλο φάρμακο της σωτηρίας μας. Αναφέρομαι στην υπέροχη κληρονομιά της Πίστεως. Επιτρέψτε την καρδιά και το στόμα μας να ομολογήσουν αυτήν, όπως μας δίδαξαν οι πατέρες, (άγιου Μαξίμου, Επιστολή 12, PG 91, 465). Εμείς δεν ανακαλύπτουμε νέα σχήματα διότι αυτό είναι κάτι αλαζονικό να το κάνουμε Είναι το έργο και η εφεύρεση ενός αιρετικού και ταραγμένου νου (άγιου Μαξίμου, Προς Μαρίνον πρεσβύτερον 19 PG 91, 224-25) Jaroslav Pelican, The Spirit of Eastern Christendom, σ. 20.
21 Όπως εξηγεί ο πολύ γνωστός Ορθόδοξος συγγραφέας και κοσμήτορας του Θεολογικοί Σεμιναρίου Άγιος Βλαδίμηρος στη Ν. Υόρκη, Thomas Hopko, η ηγεσία στην Εκκλησία, ιδιαίτερα σε σχέση με την ιεροσύνη, εκφράζεται περισσότερο με αναφορά στην οικογένεια παρά με αναφορά στην κοινωνία. Η ερώτησή μου είναι: Υπάρχει αυτό που ονομάζουμε πατρότητα; Υπάρχει αυτό που ονομάζουμε σύζυγος;.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της εκκλησιαστικής ιστορίας μέχρι σήμερα μπορούμε να βρούμε πανίσχυρους άνδρες και γυναίκες, που ζουν την πνευματική ζωή. Συναντούμε ακμάζουσα μοναστική ζωή. Ανακαλύπτουμε απίστευτα θεολογικά επιχειρήματα και διαφωτιστικές εξηγήσεις σε ευρύ φάσμα θεμάτων. Όταν λάβουμε υπ’ όψη μας τα δεδομένα, πως δηλαδή εκφράστηκε με ευκρίνεια η σχηματοποίηση της Πίστεως, πως έζησαν πραγματικά οι άνθρωποι, πως αληθινά επικοινωνούσαν οι άνδρες με τις γυναίκες -και εννοώ τους αγίους δεν ομιλώ για το τι συνέβαινε στην κοινωνία, διότι η εκκλησιαστική ιστορία είναι πολύ διαφορετική από την Ιερά Παράδοση των άγιων- τότε πρέπει να θέσουμε το ερώτημα: Γιατί συμβαίνει οι γυναίκες να θεωρούνται επίσημα από την Εκκλησία άγιες, μοναχές, ιεραπόστολοι, προφήτιδες, διδασκάλισσες, ασκήτριες, θεραπεύτριες, ευαγγελίστριες, αλλά ποτέ δια μέσου όλης της ιστορίας να μην υπάρχει μία γυναίκα, που χειροτονήθηκε στο αξίωμα του πρεσβυτέρου ή του επισκόπου σε κάποια συγκεκριμένη κοινότητα;
Όμως, η ερώτηση-κλειδί είναι η εξής: Είναι πράγματι η ιεροσύνη αυτό που εμείς εννοούμε; Δεν είναι μία ειδική λειτουργία για την οικοδομή του Σώματος σχετικά με όλους τους ανθρώπους, την οποία μόνον ορισμένα μέλη του Σώματος είναι κατάλληλα να επιτελέσουν με επάρκεια επειδή συμβαίνει να έχουν καθορισμένα χαρίσματα; Και εάν πράγματι είναι ο ρόλος του πατέρα, ή η μυστηριακή κλήση εκείνο που κάνει κάποιον να είναι πατέρας στην κοινότητα, τότε δεν πρέπει να είναι ένας άνδρας, αυτός ο οποίος θα γίνει πατέρας; Μπορεί μία γυναίκα να είναι ο πατέρας; Μπορεί κάθε άνθρωπος να είναι ένας πατέρας;
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο οποίος είπε ότι από το αξίωμα του πρεσβυτέρου-επισκόπου αποκλείονται όλες οι γυναίκες και οι περισσότεροι άνδρες, είχε στην Αρχιεπισκοπή του στην Κωνσταντινούπολη αρκετές εκατοντάδες γυναίκες διακόνισσες, επί κεφαλής των οποίων ήταν η αγία Ολυμπιάδα- αυτή ήταν η καλύτερη βοηθός και συνεργάτρια του. Ποτέ όμως, δεν διανοήθηκε να την χειροτονήσει στο βαθμό του πρεσβυτέρου ή του επισκόπου. Και δεν νομίζω ότι αυτή αισθανόταν ότι υποτιμήθηκε, επειδή δεν χειροτονήθηκε.
Δεν νομίζω ότι το ζήτημα αυτό είναι απλώς ένα ερώτημα για επιδέξιο χειρισμό ή θέμα για το ποιος τελικά θα διακονήσει την Ευχαριστία ή θα κηρύξει το θείο λόγο. Πιστεύω ότι είναι πολύ ουσιαστικότερο θέμα. Πιστεύω ότι εδώ διακυβεύεται αυτή καθ’ εαυτήν η Πίστη με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Και νομίζω ότι από το τι έχει συμβεί μέχρι σήμερα αποδεικνύεται του λόγου το ασφαλές. Οπουδήποτε εφαρμόσθηκε η χειροτονία των γυναικών συναντούμε επίσης και συμβιβασμούς, που σχετίζονται με την αποκλειστική ως προς το γένος γλώσσα στη Λειτουργία, με την οικογενειακή ζωή, τις σεξουαλικές σχέσεις και με το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας και πως αυτό πρέπει να ερμηνευθεί και να σχετισθεί ποιμαντικά και πνευματικά. Όλα αυτά προστίθενται αμέσως στο σκηνικό.
Νομίζω ότι η χειροτονία των γυναικών αποτελεί ένα από τα θέματα κλειδιά, γύρω από το οποίο υπάρχει ολόκληρος αστερισμός θεμάτων. Νομίζω ότι εδώ διακυβεύεται αυτή καθ’ εαυτήν η Πίστη, π. Thomas Hopko, Womens Ordination: An Orthodox Response, AGAIN Magazine, April 1993.
22 Ίσως επειδή φοβούνταν να μην προσκρούσουν στις ανάξιες ιδέες για την «ακαδημαϊκή ελευθερία», οι κατά τα άλλα μεγάλες επάλξεις της Ορθοδοξίας, όπως το Σεμινάριο του Άγιου Βλαδίμηρου, αποδείχθηκαν πρόθυμες να προωθήσουν και να δημοσιεύσουν αυτές τις αντορθόδοξες και αντιπαραδοσιακές απόψεις. (Βλ. την πανηγυρική επικύρωση της χειροτονίας των γυναικών από την Susan Ashbrook Harvey στην παρουσίαση του βιβλίου, The Ministry of women in the Church, St. Vladimirs Thealogical Quarterly, x. 37/1, 1993). Σχετικά με την εξέταση του θέματος από τον ερευνητή Patric Henry Reardon βλ. την εφημερία The Christian Activist, τ. 3,1994, «Women Priests, History and Theology».
Από το βιβλίο: ΧΟΡΕΥΟΝΤΑΣ ΜΟΝΟΣ: Αναζητώντας την Ορθόδοξη Πίστη στον αιώνα των ψεύτικων θρησκειών (αυτοβιογραφικό πνευματικό οδοιπορικό) – Μετάφραση Αρχιμ. Αυγουστίνου Μύρου- ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ – ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ
πηγή: entaksis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας