Παρασκευή 22 Μαΐου 2015

Τά τραγούδια τῶν δαιμόνων. Ὁ βίος τοῦ Ὁσίου Νήφωνος Ἐπισκόπου Κωνσταντιανῆς τῆς κατ’ Ἀλεξάνδρειαν



Σ
τη Βασιλεύουσα ὑπάρχει ἕνας ναός ἀφιερωμένος στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, πού τόν ἔχτισε κάποιος εὐλαβής πλούσιος, ὁ Ἀρεώβινδος. Εἶναι πολύ ὡραῖος, κατανυκτικός, χτισμένος μέ ὑλικά ἐκλεκτά καί στολισμένος μέ καλαισθησία -ἄξιος τῆς Παναγίας μας.
Ἕνα πρωί λοιπόν, πού ὁ ὅσιος ἦταν ἐκεῖ κι ὁ λαός ἔψαλλε τόν ὄρθρο, βλέπει ξαφνικά μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς του νά περνάει ἀπ’ τόν πλαϊνό δρόμο, σκυφτός καί κατσουφιασμένος, κάποιος ἄρχοντας τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Τόν ἀκολουθοῦσε ἕνα πλῆθος ἀπό δαίμονες.
Μόλις ἄκουσαν, οἱ σιχαμένοι, τή δοξολογία τοῦ λαοῦ ἔσκασαν ἀπ’ τό κακό τους. Λιώνοντας ἀπό τό φθόνο, ἄρχισαν νά γκρινιάζουν στόν ἀρχηγό τους:
-Βλέπεις πῶς δοξάζεται ὁ Ἰησοῦς ἀπό τούς δούλους Του; Ἀκόμα κι αὐτούς
πού εἴχαμε πρῶτα μαζί μας, αὐτούς πού προσκυνοῦσαν τά εἴδωλα κι ἔψαλλαν τά δικά μας τραγούδια, μᾶς τούς ἅρπαξε ὁ Ναζωραῖος. Ποῦ εἶναι λοιπόν ἡ μεγάλη τάχα δύναμή μας; Πάει! Νικηθήκαμε! Ρεζιλευτήκαμε!.... Τέλειωσε ἡ κυριαρχία μας! Καταλύθηκε ἡ βασιλεία τοῦ πατέρα μας. Ναί, ὅσο αὐτός ἦταν λυτός καί πολεμοῦσε μαζί μας, εἴχαμε κι ἐμεῖς θάρρος κι ἐνθουσιασμό, γι’ αὐτό ὑποδουλώναμε εὔκολα τούς ἀνθρώπους. Ἀπό τότε ὅμως πού τόν ἔδεσε ὁ Ἰησοῦς στόν ἅδη καί τόν πατάει σάν σταφύλι, περιορίστηκε ἡ ἐξουσία μας καί ταπεινώθηκε τό γόητρό μας! Ἄν μάλιστα εἶναι κοντά καί ἡ συντέλεια, ὅπως φοβόμαστε, τότε τί θ’ ἀπογίνουμε, οἱ ταλαίπωροι;
Στά κλαψουρίσματα τῶν δαιμόνων ὁ ἄρχοντας τους, πιό ψύχραιμος ἐκεῖνος ἀποκρίθηκε:
-Σᾶς κακοφάνηκε πού ἀκούσατε νά δοξάζεται ὁ Ἰησοῦς στό σπίτι τῆς Μαρίας; Αὐτό εἶναι μικρό ἀγκάθι. Μέ ἄλλους τρόπους μᾶς πληγώνουν χειρότερα... Μά γιατί χολοσκᾶτε; Τοῦτοι ’δῶ, πού τώρα ψάλλουν ὕμνους στόν Ἰησοῦ, ἄλλες φορές δοξολογοῦν ἐμᾶς, μέ τά τραγούδια τά δικά μας. Στό κάτω-κάτω, ἄν θέλετε, καί τώρα μπορῶ νά σᾶς δείξω ἄλλους, πού μᾶς λατρεύουν πιστά καί ἀφοσιωμένα. Ἐλᾶτε μαζί μου καί θά δεῖτε... Ἔτσι, γιά νά ξεσκάσετε ἀπό τή λύπη, πού δοκιμάσατε μέ τούτη τή συμμορία...
Τούς πῆρε καί τούς ἔφερε στήν πλατεία τοῦ Βοός. Μόλις βρέθηκαν ἐκεῖ καί ἑτοιμάστηκαν νά προκαλέσουν φασαρίες καί καβγάδες, ξάφνου φτάνουν καμιά τριανταριά ταξιδιῶτες ἀπ’ τήν Παφλαγονία τῆς Μικρασίας. Πλησίασε λοιπόν ὁ ἀρχηγός τῶν δαιμόνων τόν μεγαλύτερο τῆς παρέας  καί τοῦ ἔβαλε στό νοῦ πονηρούς λογισμούς. Ἐκεῖνος ἀμέσως ἄναψε, κι ἄρχισε νά λέει δυνατά ἕνα αἰσχρό τραγούδι. Παρακινημένοι κι οἱ ἄλλοι ἀπ’ τό σύντροφό τους, ἄρχισαν νά ἐπαναλαμβάνουν τούς στίχους του, νά χορεύουν καταμεσίς τοῦς δρόμου καί νά χτυπᾶνε δυνατά τά πόδια τους στή γῆ. Ἄλλο πού δέν ἤθελαν οἱ δαίμονες! Ὁλόχαροι, ἔστησαν κι αὐτοί μαζί τους τό χορό!
Τί σᾶς ἔλεγα; Φώναξε θριαμβευτικά ὁ ἀρχηγός τους. Βλέπετε πού ὑπάρχουν καί ἄνθρωποι δικοί μας; Πού μᾶς λατρεύουν καί μᾶς τιμοῦν; Πανηγυρίστε, λοιπόν! Ἔχουμε κι ἐμεῖς δόξα!
Στή μέση τῆς πλατείας συνάντησαν ἕναν ἄνθρωπο καμπούρη, πού ἔπαιζε λύρα. Ὑπτίολο τόν ἔλεγαν. Ὄχλος πολύς τόν τριγύριζε καί διασκέδαζε μέ τό παίξιμό του. Ἀλλά ὁ μακάριος Νήφων εἶδε μέ τά διορατικά του μάτια ἕνα δαίμονα νά τούς ἔχει ὅλους δεμένους πισθάγκωνα καί νά τούς σέρνει πίσω ἀπ’ τόν ὀργανοπαίχτη.
Οἱ ἄλλοι δαίμονες, βλέποντας ἕναν μόνο σύντροφό τους νά διαφεντεύει τόσο λαό, πήδηξαν ἀπ’ τή χαρά τους. Βάλθηκαν κι αὐτοί ἀμέσως νά πειράζουν καί νά σκανδαλίζουν τούς ἀνθρώπους. Ἄλλους παρακινοῦσαν νά χορεύουν ἄσεμνα, ἄλλους νά κάνουν φασαρία καί ἄλλους νά τραγουδοῦν αἰσχρά.
Σέ μιά στιγμή, κάποιος πλούσιος, πού παρακολουθοῦσε τό ξεφάντωμα ἀπό ἕναν ἐξώστη, φώναξε στό λυράρη νά σταθεῖ καί νά παίξει ἕνα κομμάτι μπροστά στ’ ἀρχοντικό του. Ἔτσι κι ἔκανε, ἐνῶ ὅλοι οἱ ἄλλοι χτυποῦσαν παλαμάκια, κρατώντας τό ρυθμό καί κατευφραίνοντας τούς δαίμονες! Στό τέλος ὁ πλούσιος ἔδωσε ἕνα ἀσημένιο νόμισμα στόν ὀργανοπαίχτη, πού τό πῆρε καί τό ἔκρυψε στόν κόρφο του. Ἀπό κεῖ ὅμως τοῦ τ’ ἅρπαξαν κρυφά οἱ δαίμονες, γιά νά τό στείλουν στά καταχθόνια, στόν πατέρα τους τό σατανά. Ὁ ἀρχηγός τους τό ἔδωσε σ’ ἕνα ἀπό τά πιό ἱκανά δαιμόνια καί τό πρόσταξε:
-Θά πᾶς στόν μεγάλο πατέρα μας, πού τόν ἔχει δεμένο ὁ Ναζωραῖος ἐκεῖ κάτω, καί θά τοῦ πεῖς: Αὐτό τό ἀσημένιο νόμισμα σοῦ τό στέλνει ὁ τελετάρχης σου ὁ Ὑπτίολος, καί εἶναι προσφορά θυσίας σ’ ἐσένα ἀπό ἕναν πλούσιο ἄρχοντα, τό Λαζίωνα. Ἡ ἐξουσία σου, πατέρα μας, δέν θά καταλυθεῖ, γιατί ἐμεῖς, τά παιδιά σου, ἀγωνιζόμαστε ἐνάντια στούς ἐχθρούς μας, τούς χριστιανούς.
Μαζί μέ τό ἀσήμι τοῦ ἔδωσε καί πολλούς ὀβολούς πού ὁ Ὑπτίολος εἶχε μαζέψει ἀπ’ τή φτωχολογιά. Αὐτά τά λεφτά οἱ πονηροί δαίμονες τά δέχονται σάν θυσίες, και γι’ αὐτό φουσκώνουν μέ καμάρι.
Κατέβηκε λοιπόν ὁ ἀπεσταλμένος τῶν δαιμόνων στά ἔγκατα τοῦ ἅδη, κι ἔδωσε στό δράκοντα τίς μάταιες προσφορές τῶν ταλαίπωρων ἀνθρώπων. Ἐκεῖνος τίς πῆρε γεμάτες ἱκανοποίηση.
-Μοῦ κάνουν οἱ θυσίες κι εἰδωλολάτρες, εἶπε μ’ ἕνα χαμόγελο ἄγριας χαρᾶς. Αὐτές ὅμως δέν μποροῦν νά μ’ εὐχαριστήσουν ὅπως τῶν χριστιανῶν.
Ὕστερα ξανάστειλε, μαγαρισμένα πιά, τό ἀσημένιο νόμισμα καί τούς ὀβολούς στό λυράρη, ἐνῶ στούς ὑποτακτικούς του δαίμονες μήνυσε:
-Νά σκληρύνουν τόν άγώνους τους ὅλοι οἱ δικοί μου! Ν’ ἀφανίσουν τούς ἄθλιους Ναζωραίους!
Τά σκοτεινά μάτια του πετοῦσαν φλόγες ἀπ’ τή λύσσα.
Τό δαιμόνιο ἀνέβηκε βιαστικά νά φέρει στούς συντρόφους του τίς ἐντολές τοῦ δράκοντα. Ἡ πρώτη δουλειά ἦταν νά ξαναβάλει τά λεφτά τοῦ Ὑπτίολου στόν κόρφο του, χωρίς ἐκεῖνος νά τό πάρει εἴδηση. Ἔπειτα ἔτρεξε νά πεῖ τά καθέκαστα στούς ἄλλους. Σέ λίγο σκόρπισαν πάλι γιά νά συνεχίσουν τά πεισματικά τους ἔργα.

Ὁ μακάριος Νήφων, βλέποντάς τα ὅλ’ αὐτά, ἔπεφτε σέ βαρειά λύπη καί δάκρυζε γιά τήν τόση πλάνη καί τήν ἀπώλεια τῶν χριστιανῶν. Γιατί τοῦ εἶχε δώσει τόση χάρη ὁ μεγαλόδωρος Θεός, πού μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς του ἔβλεπε τά ἀόρατα σάν ὁρατά καί τά μακρινά σάν κοντινά.
Ἔλεγε λοιπόν γι’ αὐτούς πού ἀγαποῦν τά παλιοτράγουδα, ὅτι, ὅπως ἡ σάλπιγγα συγκεντρώνει τούς στρατιῶτες καί ὅπως ὁ ἄνθρωπος πού προσεύχεται συνάζει ὁλόγυρά του τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ, ἔτσι κι αὐτός πού τραγουδάει, μαζεύει ἀόρατα τούς ζοφερούς δαίμονες. Καί ὅποιος ἀγαπάει τίς κιθάρες καί τίς λύρες καί διασκεδάζει μ’ αὐτά, αὐτός τιμάει ἔτσι τούς ἱερεῖς τοῦ δράκοντα.
-Τί θά κάνουμε, ρωτοῦσε, τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, ὅσοι εἴμαστε δοῦλοι σέ τέτοιες συνήθειες, τότε πού θά σηκωθεῖ ὁ Θεός νά καταστρέψει τή γῆ καί ν’ ἀποδώσει στόν καθένα μας ἀνάλογα μέ τά ἔργα του;
Συμβούλευε λοιπόν ὅλους, καί μάλιστα ἐκείνους πού πρόθυμα προσφέρουν τά χρήματά τους θυσία στό σατανά, νά μήν ξεγελιοῦνται ἀπ’ τά δολώματα τῶν πονηρῶν δαιμόνων. Ἀλλιῶς θά ἔχουν τήν τύχη τῶν εἰδωλολατρῶν –τήν αἰώνια κόλαση.
-Ἔχεις ὀβολό; Δάνεισέ τον στόν Χριστό, καί θά πάρεις ἀμοιβή ἑκατονταπλάσια καί ζωή αἰώνια. Γιατί προσφέρεις τά λεφτά σου θυσία στό διάβολο, καί τοῦ δίνες ἔτσι τόση χαρά, ἀφοῦ δέν ἔχεις τίποτα νά κερδίσεις, παρά μόνο τήν ἴδια μ’ ἐκεῖνον καταδίκη καί τιμωρία; Γιατί κάνεις ὅ,τι καί οἱ Ἑβραῖοι, πού, ὅπως γράφει ὁ προφήτης Μωυσῆς, «ἔθυσαν δαιμονίοις καὶ οὐ Θεῷ»137;
Ἔλεγε λοιπόν καί ξανάλεγε ὁ ὅσιος:
-Ἄς μήν ἐγκαταλείψουμε, ἀδελφοί, τό Θεό, πού μᾶς ἀναγέννησε «ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος»138 καί πού φροντίζει γιά ὅλες τίς ἀνάγκες. Ἄς προσφέρουμε σ’ Αὐτόν, πού πέθανε καί ἀναστήθηκε γιά μᾶς, τούς καρπούς τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος καί τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς μας, δηλαδή τίς πρακτικές ἀρετές. Κι ἄς εὐαρεστοῦμε ἔτσι τόν Κύριο καί Πατέρα μας, πού μέ τή βοήθειά Του μποροῦμε κάθε καλό ἔργο νά πραγματοποιήσουμε.

 
136. Ἰω. 21:25.
137.Δευτερ. 32:17.
138.Ἰω. 3:5.


Ἕνας Ἀσκητής Ἐπίσκοπος
Ὅσιος Νήφων  Ἐπίσκοπος Κωνσταντιανῆς
(σελ.221-226)
Ἱερὰ Μονή Παρακλήτου
Ὠρωπος Ἀττικῆς 2004

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε το σχόλιό σας