Στεκόμουν στὴν Ἅγια Τράπεζα μπροστὰ καὶ ὁμοῦ παρέστεκαν Ἀγγέλων...
τάγματα φοβερά, Χερουβεὶμ καὶ Σεραφείμ,… μά, γιὰ μεγάλη μου ντροπή, τὸ φίμωτρο δὲν ἔβγαλα στιγμή.Στάθηκα μὲ τὰ Τίμια δῶρα ἀνερυθριάστως καὶ εὐθυτενὴς νὰ μεταδώσω τὴν ὄντως ΖΩΗ, μὰ μὲ διέψευδε τὸ φίμωτρο, τοῦ φόβου καὶ τοῦ θανάτου ἡ ἀπειλή.
«Ἐν εἰρήνῃ…Ἔτι καὶ ἔτι…» ἐκφωνοῦσα συνεχῶς, μὰ στὴν ὡραία πύλη πεταγόμουν ἐμμανῶς, τὰ τεκνὰ τοῦ Θεοῦ ἐλέγχοντας δεινῶς, πού δὲν φοροῦσαν τὸ φίμωτρο ἐπαρκῶς.
Ἄχ! καὶ τὰ κηρύγματα ἀπὸ τὸν ἄμβωνα λαλοῦσα, πατρικῶς καὶ πατερικῶς, τὶς Ἅγιες Εἰκόνες τὶς χαριτόβρυτες θυμίαζα ἐπαναληπτικῶς, τὰ λείψανα προσκυνοῦσα… ἀπὸ κοντὰ καὶ ὁ φακός, μὰ τώρα ὁ δόλιος «προσκυνῶ» ἐκ τοῦ μακρόθεν, νοερῶς, μὲ φίμωτρο μὴ καὶ μιανθῶ καὶ ἐξ αὐτῶν πάνυ μολυνθῶ.
Χρόνια ἀφιέρωνα, δαψιλῶς, στὸ κατηχητικό: «Γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε.. Ἑδραῖοι καὶ ἀμετακίνητοι…», «Στὰ χνάρια τῶν Ἁγίων…», τὸ «Ἐκκλησία πύλη τοῦ Οὐρανοῦ» τραγουδοῦσα μελωδικῶς, ὡραία καὶ ὑπέροχα ὅλα αὐτά, μὰ στὸ «κακὸ» ἐτοῦτο βγῆκα καὶ εἶπα: «Ναὶ μέν, ἀλλά…», «… δὲν κρίνουμε παιδιά… κρυφὰ καὶ μυστικά,… μὴ μᾶς πάρουν μυρωδιά».
Μὲ ἄνεση κήρυττα, συμμετοχὴ καὶ ἔργο τοῦ Λαοῦ μοναδικὸ ἡ Θ. Λειτουργιά, μὰ πῶς τὸ κατάντησα ἔργο νεωκόρου, ψάλτου καὶ τῆς δικῆς μου ἀφεντιᾶς;
Συνέδρια γινόντουσαν κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, καὶ λέγαμε ὅτι θέλει κατήχηση ὁ λαός, μὰ τώρα καταλαβαίνω πὼς τὴν κατήχηση τὴν ἔχω ἀνάγκη πρῶτος, ὁ ταλαίπωρος ὁ παπάς, ἐγώ.
Συγχώρα με Θεέ μου, ΜΕΤΡΗΘΗΚΑ ΚΑΙ ΒΡΕΘΗΚΑ ΟΛΙΓΟΣΤΟΣ.
Ὁ ἀναπολόγητος παπᾶς
(Ἀφιερωμένο στὶς εὐσεβεῖς ψυχὲς ποὺ σκανδαλίζονται καὶ ταλαιπωροῦνται ὅλο αὐτὸ τὸ διάστημα ἀπὸ τοὺς ἐντολοδόχους τῶν Κ.Υ.Α. καὶ τῶν Ἐγκυκλίων).
πηγή: orthodoxia-ellhnismos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας