Παρασκευή 24 Απριλίου 2015

Ἡ δικαιοκρισία τοῦ Θεοῦ. Ὁ βίος τοῦ Ὁσίου Νήφωνος Ἐπισκόπου Κωνσταντιανῆς τῆς κατ’ Ἀλεξάνδρειαν




Γλυκυτητα καί σοφία στάζουν τά λόγια σου, τοῦ εἴπανε μέ θαυμασμό οἱ συνομιλητές του.  Πόσο ἀληθινός εἶναι ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ, «ἐὰν μείνητε ἐν ἐμοί, καὶ τὰ ῥήματά μου ἐν ὑμῖν μένει»129!  Κι ἐσύ λοιπόν, πάτερ, μένοντας ἑνωμένος ὅλος μ’ Ἐκεῖνον, λαλεῖς καί τά δικά Του λόγια.  Γι’ αὐτό ἀπάντησέ μας σέ τοῦτο, πού μᾶς ἔρχεται φυσιολογικά στό νοῦ μετά ἀπ’ ὅσα εἶπες: Πῶς συμβαίνει νά μπαίνουν κάποτε σέ πλοῖο πολλοί ἄνθρωποι, ἀπό διαφορετικά μέρη, καί σέ μιά τρικυμία νά πνίγονται ὅλοι;  Σέ μιά τέτοια περίπτωση, εἶναι σ’ ὅλους ἀνεξαιρέτως προορισμένο ἕνα τόσο ἀξιοθρήνητο τέλος;
-Πολύ ψηλά στοχεύετε! τούς εἶπε ὁ ὅσιος. Αὐτά μόνο ὁ Θεός τά ξερει καί τό Πνεῦμα Του τό Ἅγιο.  Μέ τή βοήθειά Του ὅμως, θά σᾶς διηγηθῶ ἀκόμα κάτι σχετικό.

Καί ἄρχισε νά τούς διηγεῖται γιά κάποιον καραβοκύρη, πού τόν ἔλεγαν Θεόγνωστο. Αὐτός εἶχε ἕνα πλοῖο μεγάλο, μέ πλήρωμα ἴσαμε τριάντα ἄντρες.  Μετέφεραν ἐμπορεύματα καί ταξιδιῶτες,   κι ἔκαναν, γενικά, ὅλες τίς δουλειές τῶν ναυτικῶν. Ἔκαναν ὅμως καί πολλές παρανομίες, πού δέν ἄρεσαν στό Θεό. Νέρωναν τά κρασιά, νόθευαν τ’ ἄλλα ἐμπορεύματα, συχνά μάλιστα δέν δίσταζαν, ἄν ἔπαιρναν εἴδηση πώς ταξίδευε μέ τό πλοῖο τους κανένας πλούσιος, νά τόν ληστέψουν καί νά τόν πετάξουν στή θάλασσα! Τόσο ἀθεόφοβοι καί ἀνάλγητοι ἦταν.
Μονάχα ἕνας τους, μόλις τέλειωνε ἡ παράνομη ἐπιχείρηση, μετάνιωνε καί στέναζε γιά τό κακό πού ἔκανε. Κι αὐτός ὅμως μόνο γιά λίγο. Σάν ἔφτανε ἡ στιγμή τῆς μοιρασιᾶς τοῦ βρώμικου κέρδους, ξεχνοῦσε τίς τύψεις του κι ἔτρεχε νά πάρει τό μερίδιό του. Δέν μποροῦσε, βλέπετε, νά ξεπεράσει τήν ἄθλια συνήθεια.
Ὁ φιλάνθρωπος Θεός, πού περιμένει ὅλων τή μετάνοια, πρόσμενε καί τή δική τους.  Μά ὁ πονηρός διάβολος δέν χόρταινε μέ τόσα καί τόσα πού ἔκαναν. Τούς παρακινοῦσε ὅλο καί σέ χειρότερα.
Ἀφοῦ πιά εἶδε ὁ Θεός πώς ὄχι μόνο δέν σταματᾶνε τίς παρανομίες, ἀλλά μηχανεύονται χειρότερες, ἀνάβοντας φωτιές στά κεφάλια τους, ἀποφάσισε νά τούς θανατώσει τό συντομότερο. Κι αὐτό βέβαια ἀπό φιλανθρωπία, γιά νά μήν αὐξήσουν τίς ἁμαρτίες τους πάνω στή γῆ, καί προξενήσουν ἔτσι ἀργότερα σκληρότερη τιμωρία στίς ψυχές τους.
Μιά μέρα λοιπόν ἔπιασαν στό λιμάνι τοῦ Σέριδου. Πούλησαν ἐκεῖ τό φόρτωμα τοῦ πλοίου τους μέ μεγάλο κέρδος καί κίνησαν πάλι γιά τά σπίτα τους. Σάν ἔφτασαν στόν τόπο τους, τράβηξαν τό πλοῖο στή στεριά, γιά νά κάνουν τίς συνηθισμένες μικροεπισκευές, πού γίνονται μετά ἀπό κάθε μεγάλο ταξίδι.
Ὅταν ὅλα ἦταν ἕτοιμα, εἰδοποιήθηκαν μεταξύ τους ὅτι θά ἔφευγαν γιά τή Βασιλεύουσα. Ἕνας ὅμως -ἦταν ἐκεῖνος πού ἐλεγχόταν λιγάκι ἀπό τή συνείδηση του μετά ἀπό κάθε παρανομία- δέν ἤθελε αὐτή τή φορά νά μπαρκάρει μαζί τους, ἐπειδή ἡ γυναίκα του πρίν ἀπο τρεῖς μῆνες τοῦ εἶχε χαρίσει γιο, κι ἔπρεπε νά τόν βαφτίσει.  Μά οἱ σύντροφοί του τόν πίεζαν ἀφόρητα, γιατί ἦταν ἀπαραίτητος ἕνας ἀκόμη ἄνθρωπος στό πλοῖο. Ἀναγκάστηκε τότε νά πληρώσει ἄλλον ναύτη, γιά νά μπαρκάρει στή θέση του.
Ἔτσι σαλπάρανε.
Καθώς ταξίδευαν στό πέλαγος, ἀκούστηκε ξάφνου ἀπό ψηλά μιά φοβερή βροντή.  Τρομοκρατημένοι συνέχισαν τήν πορεία τους.  Μέσ’ ἀπό τή βροντή ὅμως λές καί ξεπήδησε ἀμέσως ἔνα τεράστιο ραβδί, πού χτύπησε μέ τόση δύναμη τό πλοῖο, ὥστε μεμιᾶς τό τσάκισε καί τό βούλιαξε αὔτανδρο!
Πνίγηκαν ὅλοι, ἐκτός ἀπό ἕναν: τόν μισθωτό ναύτη, πού –θαυμαστό- ἅρπαξε μιά σανίδα καί σώθηκε. Αὐτός ἦταν πού διηγήθηκε μετά τό πῶς χάθηκε τό καράβι.
Τό ἀπίστευτο –καί ὅμως ἀληθινό- εἶναι ὅτι τήν ὥρα ἀκριβῶς πού πνίγηκαν οἱ ναυτικοί, ἔπεσε νεκρός κι ὁ σύντροφός τους, πού εἶχε μείνει πίσω γιά νά βαφτίσει τό παιδί του. Ξεψύχησε ἀναπάντεχα, στά καλά καθούμενα, ἐνῶ ἔτρωγε κι ἔπινε μαζί με μερικούς φίλους του!

-Τί νά σκεφτοῦμε τώρα γιά ὅλ’ αὐτά; Ρώτησε τούς ἀκροατές του ὁ δίκαιος Νήφων.  Γιατί χάθηκαν ὅλοι μονομιᾶς; Νομίζω πώς εἶναι φανερό: Οἱ ναυτικοί καταδικάστηκαν ἀπό τό Θεό γιατί δούλευαν συνειδητά καί ἀμετανόητα στήν ἁμαρτία.  Καί ἐπειδή παρανομοῦσαν ὅλοι μαζί, γι’ αὐτό καί πνίγηκαν ἔτσι φρικτά ὅλοι μαζί. Αὐτός πάλι πού πέθανε στό σπίτι του, ἦταν ἐπειδή ἔδειχνε λίγη μετάνοια.  Νά γιατί ξεψύχησε τουλάχιστο στή στεριά καί κοντά στους δικούς του. Ἡ δικαιοκρισία τοῦ Θεοῦ δέν τόν ἄφησε νά πνιγεῖ μαζί μέ τούς ὑπόλοιπους, ἀφοῦ εἶχε λίγη μεταμέλεια. Αὐτή, βέβαια, δέν ἦταν ἀρκετή γιά νά τοῦ ἐξασφαλίσει τή σωτηρία. Τοῦ ἐξασφάλισε ὅμως ἕναν καλύτερο θάνατο. Καί τό σῶμα του ἀξιώθηκε νά ταφεῖ στή γῆ, ἀντί νά χαθεῖ στά βάθη τῆς θάλασσας. Ὅσο γιά τόν μισθωτό ναύτη, πού σώθηκε μέ τή σανίδα, ὁ Θεός ἔκρινε ὅτι δέν εἶχε τίποτα κοινό μέ τούς ἄλλους στήν παρανομία. Γι’ αὐτό καί τόν ἀπάλλαξε ἀπό τήν καταδίκη τους... Λοιπόν, παιδιά μου, ἄς ἀποφεύγουμε τήν ἁμαρτία, πού τόσες ὀδύνες προξενεῖ καί κανένα καλό δέν φέρνει.  Πόσο πόνο, πόσο θρῆνο καί τί πέλαγος συμφορῶν γέννησε καί γεννάει στό γένος τῶν ἀνθρώπων!....
-Ὅμως, πάτερ, τοῦ παρατήρησαν οἱ χριστιανοί, δέν ἔδωσες ἀπόκριση σ’ ἐκεῖνο ἀκριβῶς πού ρωτήσαμε τήν ἁγιωσύνη σου: Πῶς, δηλαδή, ἐξηγεῖται, νά μπαίνουν στό ἴδιο πλοῖο ἄνθρωποι ἀπό διαφορετικούς τόους, καί νά πνίγονται ὅλοι;
-Ἄνθρωπος πού δέν εἶναι ἔνοχος γιά κάτι, σπάνια θά πνιγεῖ στή θάλασσα, ἀπάντησε ὁ ὅσιος. Συχνά, βέβαια, γλυτώνουν τόν πνιγμό καί πολλοί ἁμαρτωλοί, πού κινδυενύεουν ἤ καί ναυαγοῦν στά πέλαγα.  Τό οἰκονομεῖ ἔτσι ὁ φιλάνθρωπος Θεός, ὥστε, ξεφεύγοντας τό θάνατο, νά ἔρθουν σέ συναίσθηση τῶν ἁμαρτιῶν τους καί νά μετανοήσουν. Ἄλλες φορές πάλι ὁ πανοῦργος διάβολος ὑπολογίζει, ἀπό διάφορες ἐξωτερικές ἐνδείξεις, ὅτι πλησιάσει τό τέλος ἑνός ἀνθρώπου.  Καί τότε ἀγωνίζεται νά τόν θανατώσει μιά ὥρα ἀρχήτερα καί μέ τρόπο βίαιο –εἴτε πνίγοντάς τον σέ πηγάδι, εἴτε ρίχνοντάς τον σέ γκρεμό, εἴτε ἐρεθίζοντας θηρία νά τόν κατασπαράξουν εἴτε βάζοντας ἄλλους ἀνθρώπους γιά νά τόν σκοτώσουν μέ γρονθοκόπημα ἤ πετροβόλημα ἤ δηλητήριο κ.ο.κ.  Καί ὅλ’ αὐτά τά κάνει ὁ σατανάς μαζί μέ τούς ὑπηρέτες του –πάντα, βέβαια, μέ παραχώρηση τοῦ Θεοῦ- γιά νά καυχηθεῖ, ὁ ἀνόητος, πώς εἶναι κύριος τοῦ θανάτου τῶν ἀνθρώπων.

 
121.Λουκ. 6:39.
122.Ματθ. 25:43.
123.Παροιμ.3:12.
124.Ματθ.11:12.
125.Μάρκ.9:29.
126.Ἰω. 9:4.
127.Ψαλμ. 19:5.
128.Ψαλμ. 111:5.
129.Πρβλ. Ἰω. 15:7.



Ἕνας Ἀσκητής Ἐπίσκοπος
Ὅσιος Νήφων  Ἐπίσκοπος Κωνσταντιανῆς

                                                                    (σελ.197-201)
Ἱερὰ Μονή Παρακλήτου
Ὠρωπος Ἀττικῆς 2004



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε το σχόλιό σας