Ἀπό τό ἄλλο πρωί, στό ἀρχοντικό τοῦ γερο –Γρηγορίου ἐπανῆλθε ἠρεμία. Ὁ Γρηγόριός μας ἔμεινε σχεδόν ἔγκλειστος γιά δύο μέρες. Τήν τρίτη, πολύ πρωί, ἔφυγε. Οἱ γονεῖς τό ξέρανε. Δέν τόν ἐμπόδισαν. Τράβηζε γιά τήν Ἀριανζό, πρός τήν Καρβάλη, τό σημερινό Γκέλβερι. Περπάτησε δυόμισυ ὧρες περίπου. Προχωροῦσε κυριολεκτικά μέσα στήν ἄνοιξη. Μάιος μήνας. Πανηγύριζε ἡ φύση καί μέ τή χαρά της ὀμόρφαιναν ὅλα. Ἀγκομαχοῦσε μέ χαμόγελο νά μεγαλώσει, νά γεμίσει καί νά χορτάσει τό σύμπαν. Ὁ Γρηγόριος περπατοῦσε μέ βῆμα γρήγορο. Μπῆκε στό μεγάλο δρόμο, πού ἐρχότανε ἀπό τή Νίγδη καί
πήγαινε γιά τήν Κολωνία, τό Ἀξαράι. Προχώρησε λίγο πρός τή Νίγδη κι ἔπειτα ἔστριψε ἀριστερά. Μπῆκε στό μικρό δρόμο πού ὁδηγοῦσε στήν Ἀριανζό. Τό μέρος μέ τό πατρικό του σπίτι βρισκότανε στούς πρόποδες τοῦ βουνοῦ, στήν περιοχή Τιβερινή, τό σημερινό Σιβριχισάρ. Ἐκεῖ, κοντά στό πατρικό σπίτι, ὑπῆρχε μικρό καλυβάκι. Ὁ Γρηγόριος τό βρῆκε κατάλληλο γιά νά στεγάσει τήν ἄσκηση του καί νά κρυφτεῖ ἀπό τόν κόσμο. Δέν τόν ἀφήσανε ὅμως γιά πολύ. Ὁ πατέρας του ἔστελνε μηνύματα σχεδόν κάθε μέρα. Καί ὁ Βασίλειος τοῦ ’γραψε γράμμα, κατηγορώντας τον γιά ραθυμία, τεμπελιά. Τότε ὁ Γρηγόριος ἀπάντησε μέ τή σύντομη ἐπιστολή του 49, πού εἶναι μνημεῖο λόγου καί θεολογίας:
-Μάθε, Βασίλειε, ὅτι
γιά μένα ἡ πιό μεγάλη πράξη εἶναι ἡ ἀπραξία («ἐμοί δέ μεγίστη πρᾶξίς ἐστιν ἡ ἀπραξία»). Καί μακάρι ὅλοι νά ἐφαρμόζανε τήν ἀπραξία
τούτη. Θά σταματοῦσαν τά προβλήματα στήν
Ἐκκλησία καί οἱ φιλονεικίες!
Κι ἐννοῦσε, βέβαια, τήν
ἀπραξία στόν κόσμο καί ὄχι τήν ἀποχή ἀπό τήν ἄσκηση καί τήν προσευχή. Ἄν οἱ
ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας εἴχανε λιγότερη δράση καί περισσότερη ἄσκηση καί
προσευχή, τά προβλήματα θά ἤσανε πολύ μειωμένα.
Γίνεται ὅμως τό ἀντίθετο. Οἱ ποιμένες, λές καί τό πᾶν στήν Ἐκκλησία ἐξαρτᾶται
ἀπό αὐτούς, ἀναπτύσσουν δράση καί λησμονοῦν τήν ἄσκηση, λησμονοῦν νά
προσεύχονται πολύ στό Θεό γιά νά λύσει τά προβλήματα.
Σέ λίγο ἀναγκάστηκε ὁ
Γρηγόριος νά ἐπανέλθει στή Ναζιανζό. Ὁ γερο- πατέρας του ἀσκοῦσε πάνω του μιά
«τυραννία», λέει ὁ ἴδιος ὁ Γρηγόριος.
Πάλι πιέσεις γιά τά Σάσιμα, πάλι χωρίς ἀποτέλεσμα. Τότε ὁ πατέρας του,
προβάλλοντας τά γηρατειά καί τήν ἀδυναμία, τόν ἔπεισε νά ἐργαστεῖ ὡς βοηθός
του. Τό ἔργο του θά ἤταν νά συμπαρασταθεῖ
στό γέρο του πατέρα, πού τόν εἶχε θερμοπαρακαλέσει. Ὁ Γρηγόριος τό δέχτηκε μέ
τή σκέψη ὅτι ἡ θέση τοῦ συμπαραστάτη –βοηθοῦ δέν εἶναι κάτι πού θά τόν
δέσμευε. Δέ θά εἶναι ἀναγκασμένος ἀπό
τούς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας νά μείνει ἐπίσκοπος στή Ναζιανζό καί μετά τό θάνατο
τοῦ πατέρα του, τοῦ ὁποίου ἄτυπα ἔγινε «βοηθός ἐπίσκοπος». Ἀκόμη, θά σταματοῦσαν
ἔτσι νά τόν πιέζουνε γιά τά Σάσιμα.
Ὁ γέρο -ἐπίσκοπος
Ναζιανζοῦ ἤθελε νά δώσει πανηγυρικό χαρακτήρα στήν ἀνάληψη καθηκόντων βοηθοῦ ἀπό
τό γιό του. Τό χρειαζόταν ὅμως καί ὁ βοηθος Γρηγόριος, γιά νά ἐξηγήσει στούς
χριστιανούς τῆς Ναζιανζοῦ τή στάση του, τή φυγή του καί τήν τελική ὑποχώρηση. Ἔμμεσα
θά τούς δήλωνε ὅτι ἀναλαμβάνει βοηθός μόνο γιά ὅσο διάστημα θά ζεῖ ὁ πατέρας
του.
Ἔγινε, λοιπόν, θεία
Λειτουργία καί ὁ Γηγόριος μίλησε. Πολλά
τά ὅσα πίεζαν τό στῆθος του. Δύσκολο νά τά διατυπώσει. Γιά μερικά δίσταζε κιόλας. Καί τό ἐκκλησίασμα τί θά καταλάβαινε; Ἔκανε
μιά προσπάθεια καί ὁ λόγος του βγῆκε ἀβίαστα ποιητικός κι ἐξαιρετικά
θεολογικός. Ἐξήγησε ὅτι πάνω ἀπ’ ὅλα στή
ζωή μας πρέπει νά βάζουμε τό ἅγιο Πνεῦμα. Ὑποταγή σ’ αὐτό! Ὁ ἴδιος καί τώρα,
πού λειτουργεῖ καί κηρύττει, καί πρίν, πού ἀσκήτευε μέ ἀπόλυτη σιωπή, εἶχε ἀφεθεῖ
στό Πνεῦμα. Εἶχε γίνει ὄργανο καί τίς χορδές του τίς ἔκρουε τό Πνεῦμα, ὅπως καί
ὅταν αὐτό ἤθελε. Πρίν λίγες ἡμέρες τό
Πνεῦμα τόν ὁδγήγησε στήν ἔρημο γι’ ἄσκηση καί σιωπή. Σήμερα τό Πνεῦμα κρούει τό νοῦ του, τοῦ λέει
νά κηρύξει, τοῦ ζητάει νά φανερώσει στό ἐκκλησίασμα τίς θεῖες ἐμπειρίες, πού
γνώρισε στήν προσευχή. Τόν ὠθεῖ στή
δράση γιά τήν κατάρτιση τῶν πιστῶν, τούς ὁποίους πρέπει νά βοηθήσει νά ἀποκαθάρουν
τήν ἐντός τους εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Τοῦ ζητᾶ
ν’ ἀναλύσει τίς ἐλλάμψεις, πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός γιά τήν ἴδια τήν ἁγία
Τριάδα. Καί τοῦ ζητάει ἰδιαίτερα νά μιλήσει
γιά τή θεότητα τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Τοῦ
εἶπε νά μή φροντίζει μόνο τόν ἑαυτό του, ἀλλά νά ἐργαστεῖ γιά τήν προκοπή ὅλης
τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά ’χουν οἱ πιστοί καθαρό βίο καί ὀρθή πίστη.
Τούς εἶπε ὁ Γρηγόριος καί ἄλλα πολλά. Ἐξήγησε ὅτι
τό νά πάει στά Σάσιμα ἤτανε πάνω ἀπό τίς δυνάμεις του. Ἡ παραμονή του στή
Ναζιανζό εἶναι γι’ αὐτόν μέση λύση. Ἐάν ἀρνιόταν καί τά Σάσιμα καί τή Ναζιανζό,
θά ἔδειχνε περιφρόνηση στή χάρη πού πῆρε μέ τή χειροτονία. Ὅμως ἡ δράση του
στήν ἐπισκοπή, δέ σημαίνει πώς λησμόνησε τά θεῖα βιώματα τῆς ἡσυχαστικῆς ζωῆς. Δέν ξεχνάει τήν ἔρημο καί τ’ ἀγαθά της. Τήν ἄσκηση καί τή συγκέντρωση τοῦ νοῦ στόν ἔσω
ἄνθρωπο, στήν καρδία. Τήν μέ καθαρή
καρδία συνομιλία μέ τό Θεό, τόν καταυγασμό τοῦ θείου φωτός. Τήν κατάσταση ἐκείνη, ὅπου τό θεῖο φῶς
πλημμυρίζει τόν ἄνθρωπο, χωρίς νά ἐμποδίζεται
ἀπό τή σωματικότητα.
Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
(σελ.113-116)
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
θα βρείτε τα προηγούμενα εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας