«Ὁ
ψαλμὸς τρέπει εἰς φυγὴν τοὺς δαίμονας, ἐπιφέρει τὴν βοήθειαν τῶν
ἀγγέλων, εἶναι ὅπλον εἰς τοὺς φόβους τῆς νυκτὸς καὶ ἀνάπαυσις εἰς τοὺς
κόπους τῆς ἡμέρας, ἀσφάλεια διὰ τὰ νήπια, κόσμημα διὰ τοὺς ἀκμαίους εἰς
τὴν ἡλικίαν ἀνδρας, παρηγορία διὰ τοὺς πρεσβυτέρους, στολίδι πάρα πολὺ
ταιριαστὸν διὰ τὰς γυναίκας»
(Ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας).
Κάποτε,
ὅταν εἶχα ἀφιερωθεῖ στὴν μελέτη ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων, βρέθηκα μπροστὰ
στὰ ἀπομνημονεύματα Ρώσων διανοουμένων τῶν ἀρχῶν τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνα.
Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς διανοούμενους αὐτούς, ποὺ ζοῦσαν ὡς πρόσφυγες στὸ
Παρίσι, μοιράζονταν ἐκπληκτικὲς ἱστορίες ποὺ σχετίζονταν μὲ τὴν
Ὀρθοδοξία. Μιὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἱστορίες, ποὺ μὲ συγκλόνισε καὶ μοῦ ἔμεινε
ἀνεξίτηλη στὴ μνήμη μου γιὰ τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς μου, εἶναι ἡ ἀκόλουθη.
Σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς ὀρθόδοξες ἐκκλησίες τοῦ Παρισιοῦ ἦρθαν ἄνθρωποι μὲ μαῦρα καὶ ζήτησαν ἀπὸ τοὺς ἐνορῖτες νὰ διαβάσουν τὸ Ψαλτήρι γιὰ ἕναν... ἀποθανόντα Γάλλο, ἔναντι ἑνὸς πολὺ μεγάλου χρηματικοῦ ποσοῦ. Δύο ἀπὸ τοὺς ἐνορῖτες, ἕνας πρώην ἀξιωματικὸς τῆς Λευκῆς Φρουρᾶς καὶ μία γυναῖκα, ἐνθουσιάστηκαν καὶ προσφέρθηκαν νὰ βοηθήσουν. Εἶχαν ἕναν πρόσθετο λόγο, καθὼς ἐκείνη τὴν ἐποχὴ πολλοὶ Ρῶσοι πρόσφυγες εἶχαν ἀνάγκη γιὰ ὑλικὴ βοήθεια, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἐργασία.
Τὸ ἴδιο ἀπόγευμα πῆγαν στὴ διεύθυνση ποὺ τοὺς εἶχε ὑποδειχτεῖ. Ἐκεῖ βρισκόταν ἕνα ὄμορφο καὶ πλούσιο ἀρχοντικό. Τοὺς καλωσόρισε ἕνας ὑπηρέτης μὲ λιβρέα καὶ τοὺς ὁδήγησε στὰ δωμάτια τοῦ ἀποθανόντος, τὸ πολυτελὲς φέρετρο τοῦ ὁποίου ἦταν τοποθετημένο στὴ μέση. Ἀφοῦ στάθηκαν δίπλα στὴν κεφαλή τοῦ ἀποθανόντος, ἄρχισαν νὰ διαβάζουν. Ἦταν κάτι τὸ συνηθισμένο γιὰ αὐτούς. Στὴ Γαλλία πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ρώσους πρόσφυγες, ποὺ εἶχαν ἀφομοιώσει τὴν Ὀρθοδοξία μαζὶ μὲ τὸ μητρικὸ γάλα, εἶχαν ἐπανεύρει τὴν πίστη.
Πέρασε λίγη ὥρα καὶ ξαφνικὰ ἡ γυναῖκα ἔνιωσε ἔντονη ἀνησυχία, ἀγωνία καὶ φόβο. Ὁ φόβος της ἐντεινόταν τόσο γρήγορα ποὺ αὐτὴ δὲν ἄντεξε. Κοίταξε τὸν σύντροφό της καὶ κατάλαβε ὅτι τὸ ἴδιο συνέβαινε καὶ σὲ ἐκεῖνον. Ἦταν κάτι πολὺ τρομακτικό. Μὴ μπορῶντας νὰ τὸ ἀντέξουν, ἐγκατέλειψαν καὶ οἱ δύο αὐτὸ ποὺ εἶχαν ξεκινήσει καὶ ἔφυγαν ἀμέσως ἀπὸ τὴν πολυτελῆ ἔπαυλη.
Τὸ πρωὶ ὅλες οἱ παρισινὲς ἐφημερίδες ἀνακοίνωσαν τὸν θάνατο τοῦ ἀρχηγοῦ μιᾶς ἀπὸ τὶς πιὸ διάσημες μασονικὲς στοὲς τῆς Γαλλίας. Σὲ αὐτὲς ἀναφέρονταν ὁ τόπος καὶ ἡ ἡμέρα τῆς κηδείας. Καὶ οἱ ψάλτες μας κατάλαβαν ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ τὴν διεύθυνση ποὺ εἶχαν πάει.
Ἐνθυμούμενη αὐτὴν τὴν ἱστορία ποὺ εἶχα διαβάσει πρὶν ἀπὸ πολὺ καιρό, ἄρχισα ἀκούσια νὰ παρατηρῶ σὲ τί κατάσταση βρίσκομαι ἡ ἴδια ὅταν διαβάζω τὸ Ψαλτήρι γιὰ θανόντες. Τὰ συμπεράσματά μου ἦταν ἀσυνήθιστα. Κάποτε, ὅταν διάβαζα τὸ Ψαλτήρι γιὰ μιά, ἄγνωστη σὲ μένα, ὀρθόδοξη γιαγιὰ στὴν ἐκκλησία ὅλη τὴ νύχτα, εἶχα παρατηρήσει μὲ ἔκπληξη ὅτι τὸ Ψαλτήρι ἔρεε σὰν τραγούδι. Ἡ νύχτα πέρασε στὴ στιγμή. Τὸ πρωί, βγαίνοντας ἀπὸ τὸ ναό, ἔνιωσα ἐκπληκτικὴ ἐλαφρότητα καὶ χαρά.
"Ὅταν διάβαζα τὸ Ψαλτήρι γιὰ μιά, ἄγνωστη σὲ μένα, ὀρθόδοξη γιαγιὰ στὴν ἐκκλησία ὅλη τὴ νύχτα, εἶχα παρατηρήσει μὲ ἔκπληξη ὅτι τὸ Ψαλτήρι ἔρεε σὰν τραγούδι".
Ἐκείνη τὴν ἐποχή, εἶχα ἤδη ἐμπειρία στὴν ἀνάγνωση τοῦ Ψαλτηρίου, καί, ὁμολογῶ, δὲν ἦταν πάντα ἐπιτυχημένη, ὅπως ἦταν αὐτὴ μὲ τὴν ἡλικιωμένη γυναῖκα. Κάποτε, ὅταν διάβαζα τὸ Ψαλτήρι γιὰ ἕναν πρώην κομμουνιστή, ποὺ εἶχε προσέλθει στὴν πίστη τὸν τελευταῖο χρόνο τῆς ζωῆς του, ἀντικαταστάθηκα ἀπὸ ἕναν ἄλλον, κάθισα σὲ πολυθρόνα καὶ ἀποκοιμήθηκα. Μετὰ ἀπὸ λίγο, πετάχτηκα μὲ τρόμο ἀπὸ τὴν ἐπίθεση δαίμονα ποὺ βασάνιζε τὸν ἀποθανόντα ὅσο ζοῦσε. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός μοῦ ἦταν οἰκεῖος, ὅπως καὶ οἱ διηγήσεις του γιὰ τοὺς πειρασμούς του. Συχνὰ ἐκεῖνοι ποὺ προσεύχονται γιὰ τοὺς ἀποθανόντες νιώθουν τὴν κατάσταση κάθε ἀποθανόντος, σχεδὸν σωματικὰ ἢ ψυχικά.
Θυμᾶμαι κάτι ἀνάλογο. Οἱ φίλοι μου ἀπὸ τὸ Νοβοσιμπὶρσκ εἶχαν χάσει σὲ αὐτοκινητιστικὸ δυστύχημα φίλο τους ποὺ ἦταν διάκονος, μαζὶ μὲ ὅλη του τὴν οἰκογένεια. Ἀργότερα ἔμαθα ὅτι αὐτὸς ὁ διάκονος, ὁ πατὴρ Ἀλέξιος, ἀγαποῦσε νὰ διαβάζει τὸ Ψαλτήρι γιὰ τοὺς νεκρούς. Μόλις μάθαινε ὅτι κάποιος εἶχε ἀνάγκη προσευχῆς, κατ' εὐθεῖαν πήγαινε νὰ βοηθήσει. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ τοῦ ζητοῦσαν προσευχές, ὅμως, ἦταν διαφορετικοί. Μιὰ φορὰ ἐκμυστηρεύτηκε στὴ γυναῖκα του: «Καμιὰ φορὰ εἶναι τόσο δύσκολο νὰ διαβάζω, ποὺ ὁ ἱδρῶτας λούζει τὸ πρόσωπό μου».
Ἡ πρώτη ἐκκλησία στὴ ζωή μου ἦταν ὁ Ναὸς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὁ ὁποῖος κάποτε εἶχε ἐκπλήξει τοὺς ἀρχιτέκτονες ποὺ τὸν εἶχαν ἐπισκεφτεῖ. Πρώτη φορὰ συνάντησαν τέτοια ἀρχιτεκτονική. Τὴ δεκαετία τοῦ 1980-90 στὸ Ἰρκοὺτσκ ὑπῆρχαν λίγες ἐκκλησίες ποὺ λειτουργοῦσαν καὶ πολλοὶ ἄνθρωποι ἄρχιζαν τὴν ἐπαφή τους μὲ τὴν Ὀρθοδοξία ἀπὸ τὴν παραπάνω ἐκκλησία ὡς τὴν πιὸ διάσημη τῆς πόλης. Σὲ αὐτὴ βαφτιστήκαμε, ἐκεῖ βαφτίσαμε τὰ παιδιά μας, τοὺς συζύγους μας, ἐκεῖ παντρευτήκαμε καὶ μόνο ἀργότερα βρήκαμε τελικὰ τὸν πνευματικό μας καθοδηγητὴ ποὺ λειτουργοῦσε στὴν ἄλλη πλευρὰ τῆς πόλης. Καὶ ἔτσι βρήκαμε ἐλπίδα γιὰ τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας.
Ἀλλὰ τώρα θέλω νὰ πῶ κάτι ἄλλο. Δυστυχῶς, σὲ ἕναν ναὸ ἔρχονται νὰ ἐργαστοῦν πολὺ διαφορετικοὶ ἄνθρωποι. Ὁ παππούλης μας μᾶς δίδασκε ὅτι ἐμεῖς ποὺ ἐργαζόμαστε στὴν ἔκθεση εἴμαστε οἱ πρῶτοι ποὺ συναντᾶμε τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο τοὺς ὑποδεχόμαστε μπορεῖ νὰ ἐπηρεάσει τὴν μετέπειτα πορεία τους στὴ Ἐκκλησία καὶ τὴ σχέση τους μὲ τὸν Θεό. Καὶ στὴν περίπτωση ποὺ ἀπωθήσουμε κάποιον ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὴν ἀγένεια, τὴν τραχύτητά μας, θὰ λογοδοτήσουμε τὴν Ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Λοιπόν, αὐτὸς ὁ Ναὸς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ φημιζόταν γιὰ τοὺς σκυθρωποὺς καὶ ἀγενεῖς ἐργαζόμενους. Ὑπήρξαμε καὶ ἐγὼ καὶ οἱ φίλοι μου ἀποδέκτες αὐτῆς τῆς ἀπαράδεκτης συμπεριφορᾶς, ἀλλά, δόξα τῷ Θεῷ, αὐτὸ δὲν μᾶς ἀπώθησε καὶ συνεχίσαμε τὴν ἀναζήτηση τῆς πίστης. Πολλοί, ὅμως, προσχώρησαν σὲ σέκτες, ὅπου ἔβρισκαν «τρυφερὴ καὶ εὐγενικὴ» συμπεριφορά. Εἶναι πολὺ λυπηρό, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος στὶς ὧρες τῶν θλίψεων καὶ τῶν ἀσθενειῶν συχνὰ προστρέχει διαισθητικὰ στὴν Ἐκκλησία γιὰ παρηγοριά.
Καὶ νὰ ποὺ μιὰ μέρα ἀκούω τὴν ἀκόλουθη διήγηση. Πέθανε μιὰ ἀπὸ τὶς παλαιότερες ἐργαζόμενες αὐτῆς τῆς ἐκκλησίας καὶ οἱ φίλες της συγκεντρώθηκαν ὅλες μαζὶ γιὰ νὰ διαβάσουν τὸ Ψαλτήρι γιὰ ἐκείνη. Ἀλλὰ τελικὰ δὲν μπόρεσαν. Ὅλες ἔφυγαν τρέχοντας. Φυσικά, δὲν εἴμαστε ἅγιοι. Κανένας μας. Καὶ δὲν ἔχουμε τὶς δυνάμεις ὥστε νὰ ἀντέξουμε τὸ βάρος τῆς παρουσίας τῶν ἀκάθαρτων δυνάμεων, ποὺ μερικὲς φορὲς περικυκλώνουν τὸν νεκρό. Ὡστόσο, σύμφωνα μὲ τοὺς ἁγίους πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, τὸ Ψαλτήρι διώχνει τὰ ἀκάθαρτα πνεύματα.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἱστορία, γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ ἔβγαλα τὸ συμπέρασμα: μποροῦμε νὰ παραμένουμε μέσα στὴν Ἐκκλησία γιὰ ὅλη μας τὴ ζωή, νὰ συμμετέχουμε στὰ μυστήριά της, ἀλλὰ τελικὰ νὰ μὴν γίνουμε ποτὲ πιστοὶ καὶ σωζόμενοι ἐν Χριστῷ. Μποροῦμε, μάλιστα, νὰ εἴμαστε «παίγνιο τῶν δαιμόνων».
Ἰρίνα Ντμίτριεβα
Μετάφραση γιὰ τὴν πύλη gr.pravoslavie.ru: Ἀναστασία Νταβίντοβα
Sretensky Monastery
11/26/2024
Σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς ὀρθόδοξες ἐκκλησίες τοῦ Παρισιοῦ ἦρθαν ἄνθρωποι μὲ μαῦρα καὶ ζήτησαν ἀπὸ τοὺς ἐνορῖτες νὰ διαβάσουν τὸ Ψαλτήρι γιὰ ἕναν... ἀποθανόντα Γάλλο, ἔναντι ἑνὸς πολὺ μεγάλου χρηματικοῦ ποσοῦ. Δύο ἀπὸ τοὺς ἐνορῖτες, ἕνας πρώην ἀξιωματικὸς τῆς Λευκῆς Φρουρᾶς καὶ μία γυναῖκα, ἐνθουσιάστηκαν καὶ προσφέρθηκαν νὰ βοηθήσουν. Εἶχαν ἕναν πρόσθετο λόγο, καθὼς ἐκείνη τὴν ἐποχὴ πολλοὶ Ρῶσοι πρόσφυγες εἶχαν ἀνάγκη γιὰ ὑλικὴ βοήθεια, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἐργασία.
Τὸ ἴδιο ἀπόγευμα πῆγαν στὴ διεύθυνση ποὺ τοὺς εἶχε ὑποδειχτεῖ. Ἐκεῖ βρισκόταν ἕνα ὄμορφο καὶ πλούσιο ἀρχοντικό. Τοὺς καλωσόρισε ἕνας ὑπηρέτης μὲ λιβρέα καὶ τοὺς ὁδήγησε στὰ δωμάτια τοῦ ἀποθανόντος, τὸ πολυτελὲς φέρετρο τοῦ ὁποίου ἦταν τοποθετημένο στὴ μέση. Ἀφοῦ στάθηκαν δίπλα στὴν κεφαλή τοῦ ἀποθανόντος, ἄρχισαν νὰ διαβάζουν. Ἦταν κάτι τὸ συνηθισμένο γιὰ αὐτούς. Στὴ Γαλλία πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ρώσους πρόσφυγες, ποὺ εἶχαν ἀφομοιώσει τὴν Ὀρθοδοξία μαζὶ μὲ τὸ μητρικὸ γάλα, εἶχαν ἐπανεύρει τὴν πίστη.
Πέρασε λίγη ὥρα καὶ ξαφνικὰ ἡ γυναῖκα ἔνιωσε ἔντονη ἀνησυχία, ἀγωνία καὶ φόβο. Ὁ φόβος της ἐντεινόταν τόσο γρήγορα ποὺ αὐτὴ δὲν ἄντεξε. Κοίταξε τὸν σύντροφό της καὶ κατάλαβε ὅτι τὸ ἴδιο συνέβαινε καὶ σὲ ἐκεῖνον. Ἦταν κάτι πολὺ τρομακτικό. Μὴ μπορῶντας νὰ τὸ ἀντέξουν, ἐγκατέλειψαν καὶ οἱ δύο αὐτὸ ποὺ εἶχαν ξεκινήσει καὶ ἔφυγαν ἀμέσως ἀπὸ τὴν πολυτελῆ ἔπαυλη.
Τὸ πρωὶ ὅλες οἱ παρισινὲς ἐφημερίδες ἀνακοίνωσαν τὸν θάνατο τοῦ ἀρχηγοῦ μιᾶς ἀπὸ τὶς πιὸ διάσημες μασονικὲς στοὲς τῆς Γαλλίας. Σὲ αὐτὲς ἀναφέρονταν ὁ τόπος καὶ ἡ ἡμέρα τῆς κηδείας. Καὶ οἱ ψάλτες μας κατάλαβαν ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ τὴν διεύθυνση ποὺ εἶχαν πάει.
Ἐνθυμούμενη αὐτὴν τὴν ἱστορία ποὺ εἶχα διαβάσει πρὶν ἀπὸ πολὺ καιρό, ἄρχισα ἀκούσια νὰ παρατηρῶ σὲ τί κατάσταση βρίσκομαι ἡ ἴδια ὅταν διαβάζω τὸ Ψαλτήρι γιὰ θανόντες. Τὰ συμπεράσματά μου ἦταν ἀσυνήθιστα. Κάποτε, ὅταν διάβαζα τὸ Ψαλτήρι γιὰ μιά, ἄγνωστη σὲ μένα, ὀρθόδοξη γιαγιὰ στὴν ἐκκλησία ὅλη τὴ νύχτα, εἶχα παρατηρήσει μὲ ἔκπληξη ὅτι τὸ Ψαλτήρι ἔρεε σὰν τραγούδι. Ἡ νύχτα πέρασε στὴ στιγμή. Τὸ πρωί, βγαίνοντας ἀπὸ τὸ ναό, ἔνιωσα ἐκπληκτικὴ ἐλαφρότητα καὶ χαρά.
"Ὅταν διάβαζα τὸ Ψαλτήρι γιὰ μιά, ἄγνωστη σὲ μένα, ὀρθόδοξη γιαγιὰ στὴν ἐκκλησία ὅλη τὴ νύχτα, εἶχα παρατηρήσει μὲ ἔκπληξη ὅτι τὸ Ψαλτήρι ἔρεε σὰν τραγούδι".
Ἐκείνη τὴν ἐποχή, εἶχα ἤδη ἐμπειρία στὴν ἀνάγνωση τοῦ Ψαλτηρίου, καί, ὁμολογῶ, δὲν ἦταν πάντα ἐπιτυχημένη, ὅπως ἦταν αὐτὴ μὲ τὴν ἡλικιωμένη γυναῖκα. Κάποτε, ὅταν διάβαζα τὸ Ψαλτήρι γιὰ ἕναν πρώην κομμουνιστή, ποὺ εἶχε προσέλθει στὴν πίστη τὸν τελευταῖο χρόνο τῆς ζωῆς του, ἀντικαταστάθηκα ἀπὸ ἕναν ἄλλον, κάθισα σὲ πολυθρόνα καὶ ἀποκοιμήθηκα. Μετὰ ἀπὸ λίγο, πετάχτηκα μὲ τρόμο ἀπὸ τὴν ἐπίθεση δαίμονα ποὺ βασάνιζε τὸν ἀποθανόντα ὅσο ζοῦσε. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός μοῦ ἦταν οἰκεῖος, ὅπως καὶ οἱ διηγήσεις του γιὰ τοὺς πειρασμούς του. Συχνὰ ἐκεῖνοι ποὺ προσεύχονται γιὰ τοὺς ἀποθανόντες νιώθουν τὴν κατάσταση κάθε ἀποθανόντος, σχεδὸν σωματικὰ ἢ ψυχικά.
Θυμᾶμαι κάτι ἀνάλογο. Οἱ φίλοι μου ἀπὸ τὸ Νοβοσιμπὶρσκ εἶχαν χάσει σὲ αὐτοκινητιστικὸ δυστύχημα φίλο τους ποὺ ἦταν διάκονος, μαζὶ μὲ ὅλη του τὴν οἰκογένεια. Ἀργότερα ἔμαθα ὅτι αὐτὸς ὁ διάκονος, ὁ πατὴρ Ἀλέξιος, ἀγαποῦσε νὰ διαβάζει τὸ Ψαλτήρι γιὰ τοὺς νεκρούς. Μόλις μάθαινε ὅτι κάποιος εἶχε ἀνάγκη προσευχῆς, κατ' εὐθεῖαν πήγαινε νὰ βοηθήσει. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ τοῦ ζητοῦσαν προσευχές, ὅμως, ἦταν διαφορετικοί. Μιὰ φορὰ ἐκμυστηρεύτηκε στὴ γυναῖκα του: «Καμιὰ φορὰ εἶναι τόσο δύσκολο νὰ διαβάζω, ποὺ ὁ ἱδρῶτας λούζει τὸ πρόσωπό μου».
Ἡ πρώτη ἐκκλησία στὴ ζωή μου ἦταν ὁ Ναὸς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὁ ὁποῖος κάποτε εἶχε ἐκπλήξει τοὺς ἀρχιτέκτονες ποὺ τὸν εἶχαν ἐπισκεφτεῖ. Πρώτη φορὰ συνάντησαν τέτοια ἀρχιτεκτονική. Τὴ δεκαετία τοῦ 1980-90 στὸ Ἰρκοὺτσκ ὑπῆρχαν λίγες ἐκκλησίες ποὺ λειτουργοῦσαν καὶ πολλοὶ ἄνθρωποι ἄρχιζαν τὴν ἐπαφή τους μὲ τὴν Ὀρθοδοξία ἀπὸ τὴν παραπάνω ἐκκλησία ὡς τὴν πιὸ διάσημη τῆς πόλης. Σὲ αὐτὴ βαφτιστήκαμε, ἐκεῖ βαφτίσαμε τὰ παιδιά μας, τοὺς συζύγους μας, ἐκεῖ παντρευτήκαμε καὶ μόνο ἀργότερα βρήκαμε τελικὰ τὸν πνευματικό μας καθοδηγητὴ ποὺ λειτουργοῦσε στὴν ἄλλη πλευρὰ τῆς πόλης. Καὶ ἔτσι βρήκαμε ἐλπίδα γιὰ τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας.
Ἀλλὰ τώρα θέλω νὰ πῶ κάτι ἄλλο. Δυστυχῶς, σὲ ἕναν ναὸ ἔρχονται νὰ ἐργαστοῦν πολὺ διαφορετικοὶ ἄνθρωποι. Ὁ παππούλης μας μᾶς δίδασκε ὅτι ἐμεῖς ποὺ ἐργαζόμαστε στὴν ἔκθεση εἴμαστε οἱ πρῶτοι ποὺ συναντᾶμε τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο τοὺς ὑποδεχόμαστε μπορεῖ νὰ ἐπηρεάσει τὴν μετέπειτα πορεία τους στὴ Ἐκκλησία καὶ τὴ σχέση τους μὲ τὸν Θεό. Καὶ στὴν περίπτωση ποὺ ἀπωθήσουμε κάποιον ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὴν ἀγένεια, τὴν τραχύτητά μας, θὰ λογοδοτήσουμε τὴν Ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Λοιπόν, αὐτὸς ὁ Ναὸς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ φημιζόταν γιὰ τοὺς σκυθρωποὺς καὶ ἀγενεῖς ἐργαζόμενους. Ὑπήρξαμε καὶ ἐγὼ καὶ οἱ φίλοι μου ἀποδέκτες αὐτῆς τῆς ἀπαράδεκτης συμπεριφορᾶς, ἀλλά, δόξα τῷ Θεῷ, αὐτὸ δὲν μᾶς ἀπώθησε καὶ συνεχίσαμε τὴν ἀναζήτηση τῆς πίστης. Πολλοί, ὅμως, προσχώρησαν σὲ σέκτες, ὅπου ἔβρισκαν «τρυφερὴ καὶ εὐγενικὴ» συμπεριφορά. Εἶναι πολὺ λυπηρό, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος στὶς ὧρες τῶν θλίψεων καὶ τῶν ἀσθενειῶν συχνὰ προστρέχει διαισθητικὰ στὴν Ἐκκλησία γιὰ παρηγοριά.
Καὶ νὰ ποὺ μιὰ μέρα ἀκούω τὴν ἀκόλουθη διήγηση. Πέθανε μιὰ ἀπὸ τὶς παλαιότερες ἐργαζόμενες αὐτῆς τῆς ἐκκλησίας καὶ οἱ φίλες της συγκεντρώθηκαν ὅλες μαζὶ γιὰ νὰ διαβάσουν τὸ Ψαλτήρι γιὰ ἐκείνη. Ἀλλὰ τελικὰ δὲν μπόρεσαν. Ὅλες ἔφυγαν τρέχοντας. Φυσικά, δὲν εἴμαστε ἅγιοι. Κανένας μας. Καὶ δὲν ἔχουμε τὶς δυνάμεις ὥστε νὰ ἀντέξουμε τὸ βάρος τῆς παρουσίας τῶν ἀκάθαρτων δυνάμεων, ποὺ μερικὲς φορὲς περικυκλώνουν τὸν νεκρό. Ὡστόσο, σύμφωνα μὲ τοὺς ἁγίους πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, τὸ Ψαλτήρι διώχνει τὰ ἀκάθαρτα πνεύματα.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἱστορία, γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ ἔβγαλα τὸ συμπέρασμα: μποροῦμε νὰ παραμένουμε μέσα στὴν Ἐκκλησία γιὰ ὅλη μας τὴ ζωή, νὰ συμμετέχουμε στὰ μυστήριά της, ἀλλὰ τελικὰ νὰ μὴν γίνουμε ποτὲ πιστοὶ καὶ σωζόμενοι ἐν Χριστῷ. Μποροῦμε, μάλιστα, νὰ εἴμαστε «παίγνιο τῶν δαιμόνων».
Ἰρίνα Ντμίτριεβα
Μετάφραση γιὰ τὴν πύλη gr.pravoslavie.ru: Ἀναστασία Νταβίντοβα
Sretensky Monastery
11/26/2024
πηγή: orthodoxia-ellhnismos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας