Μὲ τὸν ἑσπερινὸ μπαίνουμε λειτουργικὰ στὴν ἑπόμενη ἡμέρα, μὰ ὄχι ἡμερολογιακά. Αὐτὴ ἡ διάκριση εἶναι ξεκάθαρη, ἄλλωστε, καὶ στὸ θέμα τῆς νηστείας. Ὅταν ἐπὶ παραδείγματι τελεστεῖ ὁ ἑσπερινός τῆς Τετάρτης δὲν σημαίνει ὅτι λήγει καὶ ἡ νηστεία τῆς ἡμέρας, οὔτε ὅταν τελεστεῖ ὁ ἑσπερινός τῆς Πέμπτης, ξεκινᾶ ἡ νηστεία τῆς ἑπομένης. Τὸ αὐτὸ ἰσχύει καὶ στὴν περίπτωση τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Ἀφοῦ τελεστεῖ ὁ Ἑσπερινός τῆς Ἀναστάσεως, δὲν σημαίνει ὅτι πλέον ἔχουμε κατάλυση εἰς πάντα!
Ὑπάρχει διαφορά, λοιπόν, στὴν ἀλλαγὴ λειτουργικά τῆς ἡμέρας, ὅπου ἰσχύει ἡ ἑβραϊκὴ παράδοση (ἡ ἡμέρα ὁριζόταν ἀπὸ τὶς φυλακὲς) καὶ στὴν ἡμερολογιακὴ ἀλλαγή, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία συμβαδίζει καὶ ἡ νηστεία (12.00πμ - 12.00πμ). Ἀνεξαρτήτως, τῶν ἀκολουθιῶν τοῦ νυχθημέρου, ἡ Θεία Λειτουργία τελεῖται ἅπαξ κάθε μέρα (τὸν λόγο θὰ τὸν δοῦμε πιὸ κάτω).
Στὴν συνέχεια, ὁ σεβαστὸς ἀρχιμανδρίτης ἀναφέρει, ὅτι ὄχι ἁπλὰ εἶναι δυνατὸν ἀλλὰ καὶ ὑποχρεωτικὸ ὁ ἱερέας νὰ τελέσει δύο Θεῖες Λειτουργίες τὴν ἴδια μέρα (!), στὶς μεγάλες μάλιστα γιορτές, ὅπως Χριστουγέννων, Θεοφανείων καὶ Πάσχα, γιὰ νὰ κοινωνήσουν οἱ πιστοὶ δύο φόρες. Τὸ ὅτι ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἀνεξάρτητη καὶ δὲν δεσμεύεται ἀπὸ τὶς προηγηθεῖσες ἀκολουθίες τὸ ἀναφέραμε ἐκτενῶς.
Κάθε Θεία Λειτουργία δὲν φορτίζεται ἀπὸ τὸ περιεχόμενο τῆς ἑορτῆς, τὸ ὁποῖο κάνει, γιὰ παράδειγμα, τὴν Θεία Λειτουργία τοῦ Πάσχα πιὸ μεγάλη (!) ἀπὸ αὐτὴν τῆς Κυριακῆς, ὅπου καὶ τότε τὴν Ἀνάσταση γιορτάζουμε. Δηλαδή, ὁ Χριστὸς πού μεταλαμβάνουμε τὸ Πάσχα εἶναι σπουδαιότερος ἀπὸ τὸν Χριστὸ πού μεταλαμβάνουμε τῶν Βαΐων ἢ σὲ ὁποιαδήποτε ἄλλη Θεία Λειτουργία; Αὐτὸ εἶναι ἄτοπο. Γιὰ νὰ εἴμαστε πιὸ συγκεκριμένοι, σὲ κάθε Θεία Λειτουργία, θεολογικά, τὰ πάντα εἶναι παρόντα. Ὅλα τὰ γεγονότα τοῦ σχεδίου τῆς Θείας Οἰκονομίας, ἡ Γέννηση, ἡ Σταύρωση, ἡ Ἀνάσταση, ἡ Ἀνάληψη, ἡ Πεντηκοστή, τὰ ἔσχατα, τὰ πάντα, γιορτάζουμε καὶ μνημονεύουμε τὰ πάντα, κάθε φορᾶ ποὺ τελεῖται τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας!
Ἀσφαλῶς, ἔχουμε τὴν χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως κατὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, ἀλλὰ τὴν ἴδια χαρὰ θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχουμε καὶ στὴν Λειτουργία τῆς Μ. Πέμπτης, ὅπως καὶ σὲ κάθε Θεία Λειτουργία. Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἀνάμνηση τῆς μίας θυσίας τοῦ Χριστοῦ, αὐτὸ δὲν ἀλλάζει! Δὲν γνωρίζουμε πόθεν συμπεραίνει ὁ πατὴρ Νικόδημος, ὅτι δύναται ὁ ἱερέας νὰ τελέσει δύο Θεῖες Λειτουργίες τὴν ἴδια ἡμέρα.
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἐν τούτοις, ἀναφερόμενος στὸ ἐν λόγω θέμα, λέγει τὸ ἑξῆς: «Διὰ νὰ μὴ διπλασιάζηται ὁ μοναδικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ, ἐδιώρισε καὶ ἡ ἐν Ἀντισιοδώρῳ τῇ πόλει τοπικὴ σύνοδος ἐπὶ Ἡρακλείου κατὰ τὸ χιγ΄ ἔτος συναχθεῖσα· Νὰ μὴ γίνωνται δύω λειτουργίαι ἐν μίᾳ ἡμέρα εἰς μίαν καὶ τὴν αὐτὴν τράπεζαν […] ὅπερ παραβαίνουσιν οἱ παπισταί. Ἀλλὰ καὶ οἱ ἡμέτεροι ἱερεῖς, οἱ δύω φοραῖς λειτουργοῦντες, τάχα διὰ παρρησίαν, βαρέως ἁμαρτάνουν, καὶ ἂς παύσουν εἰς τὸ ἑξῆς τὸ ἄτοπον τοῦτο».[1]
Κάθε φορᾶ ποὺ μεταλαμβάνει ὁ πιστός, εἴτε μεγάλη μερίδα μαργαρίτη, εἴτε μικρότερη, μεταλαμβάνει ὁλόκληρο τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Δὲν καταλαβαίνουμε, λοιπόν, τὸ λόγο γιατί αὐτὸ νὰ γίνει δύο φόρες τὴν ἴδια ἡμέρα. Ἀκόμη καὶ αὐτὴ τὴν μία φορὰ ποὺ προσερχόμαστε ἀναξίως, οἱ μὲν λαϊκοὶ γιὰ νὰ μεταλάβουμε, οἱ δὲ κληρικοὶ γιὰ νὰ τελέσουν τὴν Θεία Λειτουργία καὶ νὰ μεταλάβουν κι αὐτοί, πρέπει νὰ γίνεται κατόπιν συντριβῆς καὶ προετοιμασίας, συναισθανόμενοι τὴν ἀναξιότητά μας, μὰ συνάμα προσβλέποντας στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ὅτι τελικὰ τὸ Πανάχραντο Σῶμα Του καὶ τὸ Τίμιο Αἷμα Του, δὲν θὰ ἐνεργήσει μέσα μας εἰς κρίμα καὶ κατακρίμα, ἀλλὰ εἰς ἴασιν ψυχῆς τε καὶ σώματος. Ποιὸς ἱερεὺς θεωρεῖ τόσο ἄξιο τὸν ἑαυτό Του, νὰ γονατίσει μπροστὰ στὴν Ἁγία Τράπεζα, νὰ παρακαλέσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ κατέλθει καὶ διὰ τῶν χειρῶν του νὰ μεταβάλει τὸν ἄρτο καὶ τὸν οἶνο σὲ Σῶμα καὶ Αἷμα, καὶ μάλιστα νὰ τελέσει αὐτὴν τὴν ἀναίμακτο θυσία δύο φορὲς τὴν ἴδια ἡμέρα; Ἢ ποιὸς λαϊκὸς θεωρεῖ τόσο ἄξιο τὸν ἑαυτό του νὰ μεταλάβει δύο φορὲς τῶν Ἀχράντων Μυστηριων;
Ἕνας ἐκ τῶν παλαιῶν θεολόγων, ὁ Νικόλαος Δαμαλᾶς ἀναφέρει «Διὰ τὸ ἀντιτύπον εἶναι τὴν ἱερουργίαν [ἐπειδὴ ἡ ἱερουργία εἶναι ἀντίτυπο], τῆς ἅπαξ ἐπὶ συντελεία τῶν αἰώνων τελεσθείσης θυσίας τοῦ Κυρίου (Ἑβρ. 10, 12-14) [τῆς μίας καὶ μοναδικῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ], ἐκανόνισεν ἡ ἐκκλησία ὅπως, ‘’ἐν μίᾳ καὶ τῇ αὐτὴ ἡμέρα τῷ τύπῳ τοῦτο τοῦ νῦν αἰῶνος μία καὶ μόνη ἐπὶ τῆς αὐτῆς ἁγίας τραπέζης ἱερουργία τελεῖται καὶ ἓν Κυριακὸν δεῖπνον ἐπιτελεῖται, ὅπως καὶ ἓν κοινὸν δεῖπνον καθ’ ἑκάστην λαμβάνομεν’’ (ἡ ἐν Ἀντισιοδώρῳ τοπικὴ σύνοδος ἐπὶ Ἡρακλείου 613 μ.Χ. ἐν 10 καν). Τοῦτο δὲ μέχρι τῆς σήμερον ἀπαρεγκλίτως τηρεῖ ἡ [Ὀρθόδοξη] καθολικὴ ἐκκλησία, οἱ δὲ λατίνοι παρανομούσι διδάσκοντες ὅτι, καὶ πολλάκις τῆς ἡμέρας δύναται νὰ γίνη τό τοιοῦτο …[2].
Ὁ δέ, καθηγητὴς Κανονικοῦ δικαίου, Παναγιώτης Μπούμης γράφει «Στὴν Ἁγία Τράπεζα μόνο μία Θεία Λειτουργία ἐπιτρέπεται νὰ τελεσθεῖ τὴν ἴδια ἡμέρα, γιὰ νὰ μὴ διπλασιάζεται ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς θάνατος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐὰν ὑπάρξει ἀνάγκη νὰ τελεσθοῦν δύο Θ. Λειτουργίες, ἡ δεύτερη τελεῖται σ’ ἄλλη Ἁγία Τράπεζα, ἐφ’ ὅσον ὁ ναὸς εἶναι δισυπόστατος ἢ τρισυπόστατος, ἤ ἀλλιῶς προστίθεται εἰδικὴ καθαρὴ τράπεζα καὶ θέτουμε ἐπάνω σ’ αὐτὴν καθιερωμένο ἀντιμήνσιο»[3]. Καὶ συμπληρώνει στίς προϋποθέσεις κανονικῆς τελέσεως τῆς Θ. Εὐχαριστίας: «Ὁ λειτουργός δέν πρέπει νὰ ἔχει τελέσει προηγουμένως ἄλλη Θ. Λειτουργία κατὰ τὴν ἴδια ἡμέρα»[4]. Ἕνας ὁ θύτης πάτερ Νικόδημε, μία ἡ θυσία!
Ὁ ἀρχιμανδρίτης π. Νικόδημος ταυτίζει, ὡστόσο, τὶς ἀκολουθίες τῶν ἡμερῶν μὲ τὴν Θεία Λειτουργία, ποὺ ὅπως ἀναφέραμε παραπάνω δὲν θὰ ἔπρεπε. Μὲ τὸ σκεπτικὸ ποὺ ἐκφράζει τὴν ἄποψή του, τὸ λειτουργικὸ τυπικὸ ὁλοκλήρου τοῦ ἐνιαυτοῦ εἶναι λανθασμένο. Γιατί γιὰ παράδειγμα νὰ γιορτάζουμε τὴν Γέννηση τὸν Δεκέμβριο, ἀφοῦ αὐτὴ ἔγινε τὴν ἄνοιξη; Δὲν βρίσκεται ἐκεῖ, ὡστόσο, ἡ θεολογικὴ ἀστάθεια. Τὸ θέμα ποὺ ἔχει προκύψει μὲ τὴν ἀκολουθία τῆς Ἀναστάσεως δὲν εἶναι αὐτό. Ἀσφαλῶς δὲν εἴμαστε τυπολάτρες, οὔτε περιμένουμε μὲ ἕνα ρολόι στὸ χέρι, σὰν τὰ πάντα νὰ ἐξαρτῶνται ἀπὸ τοὺς δεῖκτες, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν εἶναι τὸ πρόβλημα τὸ πότε θὰ ἀκουστεῖ τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη».
Ἡ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως βρίσκει τὴν ὁλοκλήρωσή της ἐπάνω στὴν Ἁγία Τράπεζα. Ἡ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως εἶναι τὸ ἴδιο τὸ ἀναστημένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὄχι ἁπλὰ ξέρουμε ὅτι ἠγέρθη ἐκ τῶν νεκρῶν, ἀλλὰ ἑνωνόμαστε μαζί Του, μὲ τὸ νὰ τὸ μεταλαμβάνουμε (τρῶμε)! Αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει τὸ Μέγα Σάββατο, λοιπόν. «Τριήμερος ἀνέστη Χριστός»! Ἐδῶ τίθεται τὸ ζήτημα, τὸ ὁποῖο καὶ ἐξηγήσαμε. Ἡ οἰκονομία, ἑπομένως, δὲν ἐφαρμόζεται ἀδιάκριτα. Ὅσο καὶ ἂν δὲν φαίνεται σὲ κάποιους καὶ τὸ θεωροῦν μικρῆς ἀξίας, εἶναι ἕνα θέμα θεολογικό. Οἰκονομοῦμε τὸ θέμα τῆς Ἀνάστασης τῶν νεκρῶν γιὰ χάρη τῆς θεραπείας ἀπὸ ἕναν ἰό! Συγχωρέστε με, ἀλλὰ αὐτὸς καὶ ἂν εἶναι παραλογισμός! Δὲν ὑπάρχει σύγκριση, τίποτε δὲν μπαίνει πάνω ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση!!!
[1] Βλ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου, «Πηδάλιον», ἔκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003 (ἀνατ. ἔκδ. 1864), σελ. 90β (Σχόλιο ἀριθ. (1) στὴν Ἑρμηνεία τοῦ ΞΗ΄ Κανόνα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων).
[2] Δαμαλᾶς Νικόλαος, «Ἑρμηνεία εἰς τὴν Καινὴν Διαθήκην – Τὸ κατὰ Ἰωάνννην Εὐαγγέλιον», Πουρναρᾶς, Θεσσαλονίκη 2010 (ἀνατύπωση), σελ. 344.
[3] Μπούμης Ἰ. Παναγιώτης, «Κανονικὸν Δίκαιον», ἔκδ. 3η ἐπηυξημένη, Γρηγόρης, Ἀθήνα 2002, σελ. 210.
[4] Μπούμης Ἰ. Παναγιώτης, «Κανονικὸν Δίκαιον», ὅ.π., σελ. 118.
πηγή: orthodoxia-ellhnismos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας