Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2018

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ(: Κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, κεφ. 22, χωρία 2 ἔως 14).Ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος γιά τήν παραβολή τῶν βασιλικών γάμων

Αποτέλεσμα εικόνας για Κυριακή ι Ματθαίου παραβολή βασιλικών γάμων
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ((:Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, κεφ. 22, χωρία 2 έως 14)
     Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΙΚΩΝ ΓΑΜΩΝ
      ( ομιλία ΞΘ΄ από το Υπόμνημα του αγίου στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο)

  «ὡμοιώθη βασιλεία τν ορανν νθρώπ βασιλε, στις ποίησε γάμους τ υἱῷ ατοῦ(:Η βασιλεία των ουρανών είναι όμοια με βασιλέα, ο οποίος έκαμε μεγαλοπρεπείς γάμους στο παιδί του).
   κα πέστειλε τος δούλους ατο καλέσαι τος κεκλημένους ες τος γάμους, κα οκ θελον λθεν. πάλιν πέστειλεν λλους δούλους λέγων· επατε τος κεκλημένοις· δο τ ριστόν μου τοίμασα, ο ταροί μου κα τ σιτιστ τεθυμένα, κα πάντα τοιμα· δετε ες τος γάμους. ο δ μελήσαντες πλθον, μν ες τν διον γρόν, δ ες τν μπορίαν ατο·ο δ λοιπο κρατήσαντες τος δούλους ατο βρισαν κα πέκτειναν(:Και έστειλε τους δούλους του να καλέσει τους προσκαλεσμένους του στους γάμους, αλλά εκείνοι δεν ήθελαν να έλθουν. Πάλι έστειλε άλλους δούλους λέγοντας: ‘’Πείτε στους προσκαλεσμένους: ιδού το συμπόσιο το έχω ετοιμάσει, οι ταύροι μου και τα καλοθρεμμένα θρεφτάρια έχουν σφαγεί και όλα είναι έτοιμα. Ελάτε στους γάμους’’. Αλλά εκείνοι περιφρόνησαν την πρόσκληση, αδιαφόρησαν και πήγαν άλλος μεν στο κτήμα του, άλλος δε στο εμπόριό του. Οι υπόλοιποι δε, αφού έπιασαν τους δούλους, τους ύβρισαν και τους φόνευσαν).
    κούσας δ βασιλες κενος ργίσθη, κα πέμψας τ στρατεύματα ατο πώλεσε τος φονες κείνους κα τν πόλιν ατν νέπρησε. τότε λέγει τος δούλοις ατο· μν γάμος τοιμός στιν, ο δ κεκλημένοι οκ σαν ξιοι· πορεύεσθε ον π τς διεξόδους τν δν, κα σους ἐὰν ερητε καλέσατε ες τος γάμους, κα ξελθόντες ο δολοι κενοι ες τς δος συνήγαγον πάντας σους ερον, πονηρούς τε κα γαθούς· κα πλήσθη γάμος νακειμένων(:Όταν άκουσε όμως αυτά ο βασιλιάς εκείνος οργίστηκε για την αχαρακτήριστη συμπεριφορά των προσκαλεσμένων, έστειλε τα στρατεύματά του, εξολόθρευσε τους φονιάδες εκείνους και κατέκαψε την πόλη τους. Τότε λέγει στους δούλους του: ‘’Ο μεν γάμος είναι έτοιμος, όμως οι προσκεκλημένοι δεν ήσαν άξιοι να παρακαθίσουν στο συμπόσιο. Πηγαίνετε λοιπόν εκεί, όπου βγάζουν οι δρόμοι και ξεχύνονται οι άνθρωποι, και όσους κι αν βρείτε καλέστε τους στους γάμους’’. Εξήλθαν οι δούλοι εκείνοι στους δρόμους και συγκέντρωσαν όλους όσους βρήκαν καλούς και κακούς· και γέμισε η μεγάλη αίθουσα του γαμήλιου συμποσίου από συνδαιτυμόνες.

    εσελθν δ βασιλες θεάσασθαι τος νακειμένους εδεν κε νθρωπον οκ νδεδυμένον νδυμα γάμου,  κα λέγει ατ· ταρε, πς εσλθες δε μ χων νδυμα γάμου; δ φιμώθη. τότε επεν βασιλες τος διακόνοις· δήσαντες ατο πόδας κα χερας ρατε ατν κα κβάλετε ες τ σκότος τ ξώτερον· κε σται κλαυθμς κα βρυγμς τν δόντων. πολλο γάρ εσι κλητοί, λίγοι δ κλεκτοί(:  Όταν όμως εισήλθε ο Βασιλιάς να δει τους καθισμένους στο συμπόσιο, παρατήρησε εκεί ένα άνθρωπο, ο όποιος δεν φορούσε κατάλληλο για γάμο ένδυμα· και λέγει σε αυτόν: ’’Φίλε, πώς μπήκες εδώ, χωρίς να έχεις κατάλληλο ένδυμα γάμου; (Έπρεπε να φιλοτιμηθείς από την τιμή που σου έκανα και να προσπαθήσεις να βρεις ένα τέτοιο ένδυμα’’). Εκείνος δε έμεινε άφωνος. Τότε είπε ο βασιλιάς στους υπηρέτες: ‘’Δέστε του πόδια και χέρια, πάρτε τον και ρίξτε τον στο πυκνότατο σκοτάδι· εκεί θα είναι ο κλαυθμός και ο τριγμός των οδόντων. Διότι πολλοί είναι οι προσκεκλημένοι στην βασιλεία του Θεού, αλλά ολίγοι είναι οι εκλεκτοί, που δέχονται με ευγνωμοσύνη την πρόσκληση και ετοιμάζονται όπως πρέπει”)».
       Αντιλήφθηκες το κεντρικό νόημα της προηγούμενης παραβολής των κακών διαχειριστών της αμπέλου και αυτής εδώ της παραβολής του υιού και των δούλων; Αντιλήφθηκες ότι υπάρχει μεγάλη μεν συγγένεια μεταξύ των δύο παραβολών, αλλά και πολύ μεγάλη διαφορά; Καθόσον και αυτή δείχνει και του Θεού τη μεγάλη μακροθυμία και την πρόνοια και την ιουδαϊκή αγνωμοσύνη. Αλλά η παραβολή αυτή (:των βασιλικών γάμων) έχει και κάτι επιπλέον από εκείνη(:την παραβολή των κακών διαχειριστών της αμπέλου). Διότι προλέγει βέβαια και αυτή και την εκτροπή και εκδίωξη των Ιουδαίων και την κλήση των εθνικών, αλλά μαζί με αυτά δείχνει και την ορθότητα του βίου και πόση τιμωρία επιφυλάσσεται για εκείνους που θα δείξουν αδιαφορία.
     Και πολύ ορθά αυτή η παραβολή αναφέρεται αμέσως μετά από εκείνη. Διότι, επειδή είπε, ότι ««δι τοτο λέγω μν τι ρθήσεται φ᾿ μν βασιλεία το Θεο κα δοθήσεται θνει ποιοντι τος καρπος ατς(:Για τούτο σας λέγω ότι θα αφαιρεθεί από σας η βασιλεία του Θεού και θα δοθεί σε έθνος, που θα παράγει καρπούς, δηλαδή έργα αγαθά)»[Ματθ.21,43] αποκαλύπτει λοιπόν εδώ και σε ποιο έθνος θα δοθεί και όχι μόνο αυτό, αλλά δείχνει και πάλι την απερίγραπτη πρόνοια του Θεού προς τους Ιουδαίους. Διότι σε εκείνη μεν την παραβολή φαίνεται να τους καλεί πριν από τη σταύρωσή Του, ενώ σε αυτήν και μετά τη σφαγή Του φροντίζει να τους προσκαλεί κοντά Του. Και τότε που έπρεπε αυτοί να υποστούν την πιο φοβερή τιμωρία, ακριβώς τότε και στους γάμους τούς προσκαλεί και τους τιμά με την ανώτατη τιμή. Και πρόσεχε ότι και εκεί δεν προσκαλεί πρώτα τους εθνικούς, αλλά τους Ιουδαίους, όπως επίσης το ίδιο κάνει και εδώ. Αλλά όπως ακριβώς εκεί τότε έδωσε τον αμπελώνα στους άλλους, όταν δεν θέλησαν να Τον δεχθούν, αλλά και Τον σφαγίασαν όταν ήλθε, έτσι και εδώ, τότε κάλεσε άλλους στους γάμους, όταν δε θέλησαν αυτοί να έλθουν. Τι λοιπόν θα μπορούσε να θεωρηθεί μεγαλύτερο από αυτήν την αχαριστία τους, κατά τη στιγμή που αποσκιρτούν την ώρα που προσκαλούνται στους γάμους; Διότι ποιος δε θα προτιμούσε να έλθει σε γάμους βασιλέως και μάλιστα γάμους του υιού του βασιλέως;
      «Και γιατί», θα πει κάποιος, «ονομάστηκε το γεγονός αυτό ‘’γάμος’’;». Για να γνωρίσεις τη φροντίδα του Θεού, την μεγάλη αγάπη Του προς εμάς, το χαρωπό του γεγονότος, διότι τίποτε το λυπηρό δεν υπάρχει εκεί, ούτε δυσάρεστο, αλλά όλα είναι γεμάτα από πνευματική χαρά. Για τούτο και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής Τον ονομάζει Νυμφίο [Ιω.3,29: «ὁ χων τν νύμφην νυμφίος στίν· δ φίλος το νυμφίου, στηκς κα κούων ατο, χαρ χαίρει δι τν φωνν το νυμφίου. ατη ον χαρ μ πεπλήρωται(:Έπειτα επίσης μη λησμονείτε ότι αυτός που έλαβε και έχει την νύμφη είναι ο νυμφίος, ενώ ο φίλος του νυμφίου, ο οποίος κατά τον γάμο στέκεται κοντά σε αυτόν και τον ακούει, χαίρεται παρά πολύ για τα λόγια, με τα οποία ο νυμφίος εκδηλώνει την χαρά του. Αυτή, λοιπόν, είναι η δική μου χαρά, να βλέπω τον νυμφίο ευχαριστημένο και η οποία χαρά μου είναι πλήρης και τελεία. (Ο Χριστός είναι ο νυμφίος, νύμφη η Εκκλησία. Χαίρομαι βαθύτατα, διότι βλέπω τους ανθρώπους, που θα ενταχθούν στην Εκκλησία Του, να Τον ακολουθούν)»]· για τούτο και ο Παύλος λέγει: «ζηλ γρ μς Θεο ζήλ· ρμοσάμην γρ μς ν νδρί, παρθένον γνν παραστσαι τ Χριστῷ(:Διότι σας αγαπώ υπερβολικά μέχρι του σημείου να σας ζηλεύω με ζηλοτυπία σαν εκείνη, με την οποία ο Θεός αγαπά και τρόπον τινά ζηλοτυπεί τους ανθρώπους. Και τούτο, διότι σας έχω ενώσει πνευματικά με δεσμούς αρραβώνα προς ένα άνδρα, δηλαδή τον Χριστό, για να παρουσιάσω την ψυχή σας αγνή και καθαρή προς Αυτόν, ως παρθένο και πνευματική νύμφη[Β΄Κορ.11,2]· και αλλού πάλι: «τ μυστήριον τοτο μέγα στίν, γ δ λέγω ες Χριστν κα ες τν κκλησίαν(:Αυτά που είχε πει τότε ο Αδάμ, αναφέρονται αλληγορικά στον Χριστό και την Εκκλησία και ήσαν έως τώρα άγνωστο αποκεκρυμμένο μυστήριο μεγίστης σπουδαιότητας. Εγώ, λοιπόν, λέγω, ότι η αλήθεια την οποία προφητικά είπε ο Αδάμ, αναφέρεται στην πνευματική ένωση του Χριστού και της Εκκλησίας)»[Εφ.5,32]. Διότι η νύμφη που αρραβωνίζεται με τον Υιό, συνδέεται και με τον Πατέρα. Καθόσον η Γραφή αναφέρει αυτό ή εκείνο χωρίς καμία διάκριση, διότι ο Υιός είναι ομοούσιος του Πατρός.
     Με αυτήν την παραβολή προείπε επίσης και την Ανάσταση. Επειδή δηλαδή προηγουμένως στην άλλη παραβολή μίλησε για τον θάνατό Του, δείχνει τώρα ότι και μετά τον θάνατο, τότε θα γίνουν οι γάμοι, τότε θα έλθει ο Νυμφίος. Αλλά όμως ούτε και έτσι γίνονται αυτοί καλύτεροι, ούτε ημερότεροι· τι θα μπορούσε να υπάρξει χειρότερο από αυτό. Και αυτό είναι η τρίτη κατηγορία. Η πρώτη κατηγορία είναι ότι φόνευσαν τους προφήτες· η δεύτερη όταν φόνευσαν και τον Υιό· στη συνέχεια, αν και φόνευσαν τον υιό, και καλούνται στους γάμους του φονευθέντος Υιού από τον Ίδιο τον φονευθέντα, δεν προσέρχονται, αλλά προβάλλουν δικαιολογίες, ζεύγη βοδιών, αγρούς και γυναίκες[«κα ρξαντο π μις παραιτεσθαι πάντες. πρτος επεν ατ· γρν γόρασα, κα χω νάγκην ξελθεν κα δεν ατόν· ρωτ σε, χε με παρτημένον.  κα τερος επε· ζεύγη βον γόρασα πέντε, κα πορεύομαι δοκιμάσαι ατά· ρωτ σε, χε με παρτημένον. κα τερος επε· γυνακα γημα, κα δι τοτο ο δύναμαι λθεν(:Και αυτοί σαν να ήταν συνεννοημένοι άρχισαν να παραιτούνται όλοι από το δείπνο με διάφορες δικαιολογίες· ο πρώτος είπε:’’ Αγόρασα ένα αγρό και έχω ανάγκη να βγω έξω και να τον δω· σε παρακαλώ να με θεωρήσεις απαλλαγμένο από την υποχρέωση να παρακαθίσω στο δείπνο’’)»:Λουκά, 14,18-20]. Μολονότι βέβαια οι προφάσεις φαίνονται δικαιολογημένες, αλλά από εδώ διδασκόμαστε ότι και αν ακόμη είναι αναγκαία τα υλικά καθήκοντά μας, πρέπει πριν από όλα να προτιμώνται τα πνευματικά.
      Και η πρόσκληση δε γίνεται την τελευταία στιγμή, αλλά πριν από πολύ χρόνο. Διότι λέγει «επατε τος κεκλημένοις(:πείτε σε αυτούς που έχουν προσκληθεί)»· και πάλι: «καλέσατε τούς κεκλημένους(:καλέστε αυτούς που έχουν προσκληθεί)», πράγμα που έκανε μεγαλύτερη την κατηγορία. Και πότε κλήθηκαν; Καταρχήν με όλους τους προφήτες και ύστερα μέσω του Ιωάννη του Βαπτιστή· διότι προς τον Χριστό τούς έστειλε όλους, λέγοντας: «κενον δε αξάνειν, μ δ λαττοσθαι(:Εκείνος πρέπει να αυξάνει, εγώ δε, ο πρόδρομός Του, να μικραίνω, ώστε όλοι πλέον να ακολουθούν Εκείνον και όχι εμένα)»[Ιω.3,30]. Αλλά και με τον ίδιο τον Υιό Του· διότι λέγει: «Δετε πρός με πάντες ο κοπιντες κα πεφορτισμένοι, κγ ναπαύσω μς(:ελάτε κοντά μου όλοι όσοι μοχθείτε και κοπιάζετε και είστε φορτωμένοι από το βάρος των αμαρτιών και των θλίψεων και των πλανών και εγώ θα σας αναπαύσω και θα σας ξεκουράσω)»[Ματθ.11,28]· και πάλι: «άν τις διψ, ρχέσθω πρός με κα πινέτω(:“εάν κανείς διψά πνευματικά και αιώνια αγαθά, λύτρωση, ειρήνη και χαρά, ας έλθει κοντά μου και ας πίνει την αλήθεια που προσφέρω, για να ικανοποιηθούν έτσι οι πλέον ενδόμυχοι και ευγενείς πόθοι του)»[Ιω.7,37].
    Και δεν τους καλούσε μόνο με λόγια, αλλά και με έργα και μετά την Ανάληψη μέσω του Πέτρου και των συνεργατών του· διότι λέγει: « γρ νεργσας Πτρ ες ποστολν τς περιτομς νργησε κα μο ες τ θνη(:γιατί Αυτός που ενέργησε στον Πέτρο στέλνοντάς τον σε αποστολή γι’ αυτούς που έχουν την περιτομή ενέργησε και σ’ εμένα στέλνοντάς με στους εθνικούς)»[ Γαλ.2,8]. Διότι, επειδή οργίστηκαν μόλις είδαν τον Υιό και τον φόνευσαν, στη συνέχεια τούς προσκαλεί μέσω των δούλων Του. Και για ποιο πράγμα τους καλεί; Για μόχθους και κόπους και ιδρώτες; Όχι, αλλά για απόλαυση· διότι λέγει: «δο τ ριστόν μου τοίμασα, ο ταροί μου κα τ σιτιστ τεθυμένα, κα πάντα τοιμα (:ιδού το συμπόσιο το έχω ετοιμάσει, οι ταύροι μου και τα καλοθρεμμένα θρεφτάρια έχουν σφαγεί και όλα είναι έτοιμα)». Πρόσεχε πόσο πολύ πλούσιο είναι το συμπόσιο, πόσο μεγάλη η τιμή που τους γίνεται. Και όμως ούτε και έτσι φιλοτιμήθηκαν, αλλά όσο μεγαλύτερη μακροθυμία έδειχνε, τόσο μεγάλωνε η σκληρότητά τους. Και δεν ήλθαν, όχι επειδή ήταν απασχολημένοι, αλλά από αδιαφορία.
     Πώς λοιπόν άλλοι μεν προβάλλουν ως δικαιολογία γάμους και άλλοι ζεύγη βοδιών; Ασφαλώς αυτά είναι απασχόληση. Δεν είναι καθόλου απασχόληση· διότι όταν υπάρχει πρόσκληση για πνευματικά πράγματα, δεν είναι αναγκαία καμία άλλη απασχόληση. Έχω την εντύπωση ότι χρησιμοποίησαν αυτές τις προφάσεις για να τις προβάλουν ως προκαλύμματα της αδιαφορίας τους. Και δεν είναι μόνο αυτό το φοβερό, το ότι δεν ήλθαν δηλαδή, αλλά το πιο φοβερό και το μεγαλύτερο δείγμα της παραφροσύνης τους είναι το ότι έδειραν χωρίς κανένα οίκτο αυτούς που ήλθαν, τους κακοποίησαν και τους φόνευσαν· αυτό ήταν χειρότερο από το προηγούμενο. Διότι εκείνοι μεν ήλθαν για να ζητήσουν την σοδειά και τους καρπούς και σφαγιάστηκαν, ενώ αυτοί καλώντας αυτούς στους γάμους αυτού που σφαγιάστηκε από αυτούς, φονεύονται και αυτοί. Τι μπορεί να εξισωθεί με αυτήν την μανία;  Γι' αυτό το πράγμα κατηγορώντας τους ο Παύλος έλεγε: «τν κα τν Κύριον ποκτεινάντων ησον κα τος δίους προφήτας, κα μς κδιωξάντων, κα Θε μ ρεσκόντων, κα πσιν νθρώποις ναντίων(:Αυτοί δε οι άπιστοι Εβραίοι είναι εκείνοι, οι οποίοι θανάτωσαν τον Κύριο Ιησού και τους προφήτες Του και εμάς τους Αποστόλους κατεδίωξαν και εκδίωξαν και στον Θεό δεν αρέσουν και είναι προς όλους τους ανθρώπους αντίθετοι και πολέμιοι)»[Α΄Θεσ. 2,15].
     Έπειτα, για να μη λένε ότι ‘’είναι αντίθεος και για τούτο δεν προσερχόμαστε’’, άκουσε τι λέγουν αυτοί που τους προσκαλούν: «ο Πατέρας είναι Αυτός που κάνει τους γάμους και Αυτός σας προσκαλεί». Τι ακολουθεί στη συνέχεια; Επειδή δεν θέλησαν να έλθουν, αλλά και φόνευσαν αυτούς που ήλθαν για να τους καλέσουν, κατακαίει στις πόλεις τους, και αφού απέστειλε στρατό, εξολόθρευσε αυτούς. Αυτά δε τα λέγει, προλέγοντας τα όσα συνέβησαν επί Βεσπασιανού και επί Τίτου[:το 70 μ.Χ. έπειτα από σχετική διαταγή του Ρωμαίου αυτοκράτορα Βεσπασιανού, ο γιος του Τίτος ισοπέδωσε εξ ολοκλήρου την Ιερουσαλήμ, αφού πρώτα θανάτωσε περίπου 1.100.000 Εβραίους, σύμφωνα με τη μαρτυρία του συγχρόνου της εποχής του Κυρίου, ιστορικού Ιωσήπου], και ότι και τον Πατέρα εξόργισαν, επειδή δεν πίστεψαν σε Αυτόν· διότι Αυτός είναι εκείνος που επέτρεψε την καταστροφή τους. Για τον λόγο αυτό και η άλωση της Ιερουσαλήμ[70 μ.Χ.] δεν έγινε αμέσως μετά τη σταύρωση του Χριστού[33 μ.Χ.], αλλά μετά σαράντα περίπου χρόνια, για να δείξει την μακροθυμία Του· η καταστροφή έγινε αφού φόνευσαν τον Στέφανο, αφού φόνευσαν τον Ιάκωβο, αφού κακοποίησαν τους αποστόλους. Είδες πραγματοποίηση προφητειών και ταχύτητα πραγματοποιήσεώς τους; Διότι αυτά συνέβησαν ενόσω ζούσε ακόμη ο Ιωάννης ο ευαγγελιστής και πολλοί άλλοι από αυτούς που συναναστράφηκαν τον Χριστό και ήσαν μάρτυρες των όσων συνέβησαν αυτοί που τα άκουσαν αυτά.
    Πρόσεχε λοιπόν απερίγραπτη κηδεμονία. Φύτεψε αμπελώνα και όλα τα έκανε και τα τακτοποίησε· και μολονότι φονεύθηκαν οι δούλοι, έστειλε άλλους δούλους· και όταν και εκείνοι σφαγιάστηκαν, έστειλε τον Υιό Του· και όταν και εκείνος φονεύτηκε, τους καλεί και πάλι στους γάμους· αλλά δεν θέλησαν να έλθουν. Στη συνέχεια αποστέλλει άλλους δούλους· αυτοί όμως και αυτούς τους φόνευσαν. Τότε λοιπόν καταστρέφει αυτούς, επειδή ήταν αθεράπευτη η ασθένειά τους. Το ότι βέβαια ήταν αθεράπευτη η ασθένειά τους, το απέδειξαν όχι μόνο τα όσα συνέβησαν, αλλά και το ότι, αν και πίστευαν και οι πόρνες ακόμη και οι τελώνες, αυτοί διέπραξαν όλα αυτά. Ώστε κατακρίνονται όχι μόνο από όσα διέπραξαν οι ίδιοι, αλλά και από όσα κατόρθωσαν οι άλλοι.
    Εάν όμως κάποιος επρόκειτο να πει ότι δεν κλήθηκαν τότε οι εθνικοί, όταν δηλαδή μαστιγώθηκαν οι απόστολοι και έπαθαν τόσα πολλά, αλλά αμέσως μετά την Ανάσταση του Κυρίου (διότι τότε λέγει σε αυτούς: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τ θνη, βαπτίζοντες ατος ες τ νομα το Πατρς κα το Υο κα το γίου Πνεύματος(:Λοιπόν, πηγαίνετε τώρα και διδάξατε σε όλα τα έθνη την αλήθεια. Και αυτούς που θα πιστέψουν και θα γίνουν μαθητές σας, βαπτίστε τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος)»[Ματθ.28,19]),θα μπορούσαμε να του πούμε, ότι και πριν από τη σταύρωσή Του και μετά από αυτήν με αυτούς εξαρχής είχε συνδιαλλαγές. Καθόσον πριν από την σταύρωσή Του λέγει προς αυτούς: «πορεύεσθε δ μλλον πρς τ πρόβατα τ πολωλότα οκου σραήλ(:Πηγαίνετε δε κατά προτίμηση στους Ισραηλίτες, οι οποίοι μοιάζουν με πρόβατα απολωλότα)»[Ματθ.10,6] · και μετά από τον σταυρό δεν τους εμπόδισε, αλλά έδωσε εντολή προς αυτούς να κηρύσσουν το ευαγγέλιο.
     Μολονότι βέβαια είπε: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τ θνη(:πηγαίνετε και κάνετε μαθητές μου όλα τα έθνη)», όταν όμως επρόκειτο να ανεβεί  στον ουρανό, είπε σε εκείνους να κηρύξουν πρώτα. Διότι λέγει: «λλ λήψεσθε δύναμιν πελθόντος το γίου Πνεύματος φ᾿ μς, κα σεσθέ μοι μάρτυρες ν τε ερουσαλμ κα ν πάσ τ ουδαί κα Σαμαρεί κα ως σχάτου τς γς(:Θα λάβετε όμως δύναμη, όταν έλθει σε σας το Πνεύμα το Άγιο, και τότε θα γίνετε μάρτυρές μου, οι οποίοι θα διδάξετε τα σχετικά με Εμένα στην Ιερουσαλήμ και όλη την Ιουδαία και Σαμάρεια και έως τα πλέον μακρινά και απομονωμένα σημεία της γης”)»[Πρ.1,8].Και ο Παύλος πάλι· «« γρ νεργσας Πτρ ες ποστολν τς περιτομς νργησε κα μο ες τ θνη(:γιατί Αυτός που ενέργησε στον Πέτρο στέλνοντάς τον σε αποστολή γι’ αυτούς που έχουν την περιτομή, ενέργησε και σ’ εμένα στέλνοντάς με στους εθνικούς)»[ Γαλ.2,8]. Για τούτο και οι απόστολοι αρχικά μετέβησαν προς τους Ιουδαίους και αφού διέμειναν επί πολύ χρόνο στην Ιερουσαλήμ, στη συνέχεια, αφού εκδιώχθηκαν από αυτούς, τότε διασκορπίσθηκαν στα έθνη.
     Εσύ όμως πρόσεχε και στην περίπτωση αυτή την φιλοτιμία του Κυρίου. « Όσους θα βρείτε», λέγει, «καλέστε τους στους γάμους». Διότι πριν από αυτό που προανέφερα, κήρυτταν και προς τους Ιουδαίους και προς τους εθνικούς, και περνούσαν τον περισσότερο χρόνο τους διαμένοντας στην Ιουδαία, επειδή όμως επέμεναν οι Ιουδαίοι να τους επιβουλεύονται, άκουσε τον Παύλο που ερμηνεύει αυτή την παραβολή και λέγει τα εξής: «μν ν ναγκαον πρτον λαληθναι τν λόγον το Θεο· πειδ δ πωθεσθε ατν κα οκ ξίους κρίνετε αυτος τς αωνίου ζως, δο στρεφόμεθα ες τ θνη(:σε σας, σύμφωνα με το θείο σχέδιο, ήταν ανάγκη να κηρυχτεί πρώτα ο λόγος του Θεού. Επειδή όμως τον αποκρούετε και δεν τον δέχεσθε και οι ίδιοι δεν κρίνετε άξιους τους εαυτούς σας για την αιώνια ζωή, ιδού, στρεφόμαστε τώρα προς τα έθνη)»[Πρ.13,46].Για τον λόγο αυτό λέγει και αυτός[:ο βασιλιάς της παραβολής του μεγάλου δείπνου στους δούλους του μετά από την άρνηση των πρώτων καλεσμένων]: « μν γάμος τοιμός στιν, ο δ κεκλημένοι οκ σαν ξιοι(:ο μεν γάμος είναι έτοιμος, οι καλεσμένοι όμως δεν ήσαν άξιοι)»[Ματθ.22,8]. Βέβαια αυτό το γνώριζε και πριν να συμβεί, αλλά όμως για να μην τους αφήσει καμία πρόφαση αναίσχυντης αντιλογίας, μολονότι τα γνώριζε, προς αυτούς πρώτα και ο ίδιος ήλθε, και άλλους απέστειλε στη συνέχεια και αποστομώνοντας έτσι εκείνους και διδάσκοντάς μας να κάνουμε ό,τι εξαρτάται από μας, και αν ακόμη πρόκειται κανείς να μην κερδίσει τίποτε από αυτό.
      Επειδή λοιπόν δεν ήσαν άξιοι, «πορεύεσθε ον(:πηγαίνετε λοιπόν)», λέγει, «π τς διεξόδους τν δν, κα σους ἐὰν ερητε καλέσατε ες τος γάμους(:όπου βγάζουν οι δρόμοι και ξεχύνονται οι άνθρωποι, και όσους κι αν βρείτε καλέστε τους στους γάμους’’)» και αυτούς που θα βρίσκονται εκεί κατά τύχη και τους περιφρονημένους. Επειδή δηλαδή συνεχώς έλεγε, ότι «ο τελναι κα α πόρναι προάγουσιν μς ες τν βασιλείαν το Θεοῦ(:οι τελώνες και οι πόρνες, που στην αρχή έδειξαν ανυπακοή προς τον Θεό, τώρα επειδή μετανόησαν προπορεύονται στη βασιλεία του Θεού από σας, οι οποίοι με τα λόγια μόνον και όχι με τα έργα δείχνετε υπακοή στον Θεό[Ματθ.21,31] και «πολλο δ σονται πρτοι σχατοι κα σχατοι πρτοι(:Πολλοί δε που στον κόσμο αυτόν, εξαιτίας των αξιωμάτων τα οποία κατέχουν και όχι για την αρετή τους, είναι πρώτοι, στη βασιλεία των ουρανών θα είναι τελευταίοι και πολλοί που στον κόσμο αυτόν θεωρούνται τελευταίοι, θα είναι εκεί πρώτοι)»[Ματθ.19,30] αποδεικνύει ότι αυτά δικαίως γίνονται, πράγμα που κατεξοχήν ενοχλούσε τους Ιουδαίους και τους πείραζε πολύ φοβερότερα αυτό και από την κατακρήμνιση του ναού, το να βλέπουν δηλαδή να εισάγονται οι εθνικοί και μάλιστα πολύ περισσότερο στη θέση εκείνη που ανήκε σε αυτούς.
      Στη συνέχεια για να μην επαναπαυθούν και αυτοί απλώς και μόνο στην πίστη, τους ομιλεί και περί της κρίσεως για τις πονηρές πράξεις, των μεν απίστων για το ότι δεν προσήλθαν ακόμη στην πίστη, των δε πιστών για την ανάλογη φροντίδα που έδειξαν στη ζωή τους. Διότι στην περίπτωση αυτή «ένδυμα» είναι ο τρόπος ζωής και οι πράξεις. Και βέβαια η κλήση είναι έργο της χάριτος. Γιατί όμως ομιλεί με τόση ακρίβεια; Για το ότι η μεν κλήση και η κάθαρση είναι έργο της χάριτος, το να παραμείνει όμως κανείς από αυτούς που κλήθηκαν και ενδύθηκαν καθαρά ενδύματα με τέτοια ενδύματα, οφείλεται στην ιδιαίτερη προσωπική φροντίδα αυτών που εκλήθησαν. Η κλήση δεν έγινε εξαιτίας της αξίας τους, αλλά κατά θεία χάρη. Έπρεπε λοιπόν η Θεία Χάρη να αμείψει αυτόν που υπάκουσε και να μη δείξει ο τιμημένος τόση κακία μετά την τιμή που του έγινε.
      «Αλλά», θα πει κάποιος, «δεν απόλαυσα αυτά που απόλαυσαν οι Ιουδαίοι». Και όμως απόλαυσες πολύ περισσότερα αγαθά. Διότι αυτά που ετοιμάζονταν για εκείνους, αυτά τα έλαβες εσύ. Για τον λόγο αυτό και ο Παύλος λέγει: ««τ δ θνη πρ λέους δοξάσαι τν Θεόν, καθς γέγραπται· δι τοτο ξομολογήσομαί σοι ν θνεσι, Κύριε, κα τ νόματί σου ψαλῶ(:Συγχρόνως δε να καλέσει και τα έθνη να δοξάσουν τον Θεό με τη συμμετοχή τους στο έλεος και τη σωτηρία, που Αυτός τους προσφέρει. Έτσι άλλωστε έχει γραφτεί στους Ψαλμούς, όπου ο Χριστός παρουσιάζεται να λέγει προς τον Πατέρα: “Για τούτο, Κύριε, θα Σε δοξάσω μεταξύ των εθνών και θα υμνολογήσω το όνομά Σου”»[Ρωμ.15,9]·[πρβλ. Ψαλμ.17,50: «δι τοτο ξομολογήσομαί σοι ν θνεσι, Κύριε, κα τ νόματί σου ψαλ(:Γι' όλα αυτά, Κύριε, θα Σε δοξολογώ και θα Σε ευγνωμονώ. Μεταξύ των εθνών θα ψάλλω και θα υμνολογώ το όνομά Σου)»].
      Διότι αυτά που προετοιμάζονταν για εκείνους σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, αυτά εσύ τα έλαβες σε μία στιγμή χωρίς να είσαι άξιος. Για τον λόγο αυτό και αναμένει μεγάλη τιμωρία εκείνους που θα δείξουν αδιαφορία. Καθόσον, όπως ακριβώς εκείνοι Τον προσέβαλαν που δεν προσήλθαν, έτσι και εσύ Τον προσβάλλεις με το να καθίσεις στην τράπεζα με τέτοιο διεφθαρμένο βίο. Διότι αυτό σημαίνει η είσοδος με ρυπαρά ενδύματα˙ το να φύγει δηλαδή κανείς από αυτήν τη ζωή με βίο ακάθαρτο˙ και ακριβώς για τον λόγο αυτό και «αυτός που δε φορούσε ένδυμα γάμου» σιωπούσε, όντας αναπολόγητος. Βλέπεις πως αν και είναι τόσο ολοφάνερο το πράγμα, δεν τιμωρεί από την αρχή, προτού ο ίδιος ο αμαρτωλός γίνει αίτιος της καταδίκης του; Διότι, με το να μην έχει να πει τίποτε για να απολογηθεί και καμία ενάρετη πράξη να παρουσιάσει, κατέκρινε ο ίδιος τον εαυτό του και έτσι οδηγείται προς τις απερίγραπτες τιμωρίες. Μη νομίσεις όμως ακούγοντας τη φράση «σκότος το πυκνότατο» ότι αυτός τιμωρείται κατ’ αυτόν τον τρόπο, οδηγούμενος δηλαδή απλώς και μόνο σε κάποιο σκοτεινό μέρος, αλλά οδηγείται εκεί όπου είναι το κλάμα και ο τριγμός των δοντιών. Και αυτό το λέγει ο Κύριος για να δείξει τα ανυπόφορα βάσανα που αναμένουν κάθε αμετανόητο αμαρτωλό.
     Ακούστε όσοι απολαύσατε των μυστηρίων και περιβάλλετε την ψυχή σας με ρυπαρές πράξεις, αν και προσήλθατε στους γάμους. Ακούσατε από πού προσκληθήκατε. Από τα σταυροδρόμια. Τι ήσαστε προηγουμένως; Χωλοί και ψυχικά ανάπηροι, πράγμα που είναι κατά πολύ χειρότερο από τον ακρωτηριασμό του σώματος. Σεβαστείτε την φιλανθρωπία Αυτού που σας κάλεσε και κανείς ας μη συνεχίσει να μένει με ρυπαρά ενδύματα, αλλά ο καθένας ας φροντίζει για την στολή της ψυχής του. Ακούστε, γυναίκες, ακούστε, άνδρες. Δε χρειαζόμαστε αυτά τα χρυσοΰφαντα ενδύματα, που μας στολίζουν εξωτερικά, αλλά εκείνα που μας στολίζουν εσωτερικά. Ενόσω θα έχουμε αυτά, είναι δύσκολο να ενδυθούμε εκείνα. Δεν είναι δυνατόν να καλλωπίζουμε συγχρόνως και την ψυχή και το σώμα. Δεν είναι δυνατό και στον μαμωνά να δουλεύεις και στον Χριστό να υπακούς όπως πρέπει.
      Ας εκδιώξουμε λοιπόν από πάνω μας αυτή τη φοβερή τυραννίδα. Διότι ούτε θα το ανεχόσουν με ευχαρίστηση εάν κάποιος την μεν οικία του την στόλιζε κοσμώντας την με χρυσά παραπετάσματα, εσένα όμως σε προσκαλούσε να καθίσεις στο τραπέζι του κουρελιάρη και γυμνό. Αλλά να, τώρα εσύ το κάνεις αυτό στον εαυτό σου˙ την μεν οικία της ψυχής σου, δηλαδή το σώμα, το καλλωπίζεις με άπειρα παραπετάσματα, την δε ψυχή σου την αφήνεις να κάθεται μέσα σε αυτό με κουρέλια. Δε γνωρίζεις ότι ο βασιλεύς της πόλεως πρέπει προπάντων να στολίζεται; Και ακριβώς για τον λόγο αυτόν για μεν την πόλη έχουν κατασκευαστεί παραπετάσματα από λινό, για δε τον βασιλέα αλουργίδα και στέμμα. Έτσι κι εσύ, το μεν σώμα ντύσε το με πολύ ασήμαντη στολή, ενώ τον νου σου ντύσε τον με   βασιλική πορφύρα και βάλε επάνω σε αυτόν στεφάνι και βάλε τον να καθίσει επάνω σε όχημα υψηλό και περίλαμπρο. Τώρα όμως κάνεις το αντίθετο: την μεν πόλη την καλλωπίζεις ποικιλοτρόπως, τον βασιλέα όμως νου τον αφήνεις να σύρεται δεμένος οπίσω από τα παράλογα πάθη. Δε σκέπτεσαι ότι κλήθηκες σε γάμο και μάλιστα γάμο Θεού; Δεν αναλογίζεσαι πώς πρέπει να εισέρχεται σ’ αυτούς τους νυφικούς θαλάμους η καλεσμένη ψυχή, ενδεδυμένη δηλαδή με χρυσά κροσσωτά και καλλωπισμένη;
    Θέλεις να σου δείξω αυτούς που είναι έτσι στολισμένοι; Αυτοί που έχουν ένδυμα γάμου; Ενθυμήσου εκείνους τους αγίους, περί των οποίων σας μίλησα παλαιότερα, που φορούν τρίχινα ενδύματα και κατοικούν στις ερήμους. Αυτοί κατεξοχήν είναι εκείνοι που φορούν τα ενδύματα εκείνων των γάμων· και αυτό γίνεται φανερό από το εξής: όσα δηλαδή βασιλικά ενδύματα και αν τους δώσεις, δε θα προτιμούσαν να τα λάβουν· αλλά όπως ακριβώς ένας βασιλιάς, εάν κάποιος αφού λάμβανε το κουρελιασμένα ενδύματα του πτωχού, προέτρεπε αυτόν να ενδυθεί αυτά, θα βδελυσσόταν την στολή, έτσι και εκείνοι σιχαίνονται τη βασιλική στολή. Και συμβαίνει αυτό σε αυτούς όχι για κάποια άλλη αιτία, αλλά για το ότι γνωρίζουν το κάλλος της δικής τους στολής. Για τον λόγο αυτό και το βασιλικό εκείνο ένδυμα το περιφρονούν σαν αράχνη. Και όλα αυτά βέβαια τους τα δίδαξε ο σάκος που φορούν· καθόσον είναι πολύ υψηλότεροι και λαμπρότεροι και από αυτόν τον ίδιο τον βασιλέα. Και αν μπορέσεις να ανοίξεις τις πύλες του νου τους και να εξετάσεις την ψυχή τους και όλο τον εσωτερικό τους κόσμο και αν ακόμη καταπέσεις στη γη, δε θα μπορέσεις να αντέξεις την λαμπρότητα της ομορφιάς τους και την λάμψη των ενδυμάτων εκείνων και την απαστράπτουσα συνείδησή τους.
    Μπορούμε βέβαια και παλαιούς άνδρες να αναφέρουμε μεγάλους και θαυμαστούς, επειδή όμως τους πνευματικά ανώριμους τους παρακινούν κατά πολύ περισσότερο τα  πράγματα που μπορούν να τα δουν απευθείας με τα μάτια τους, για τον λόγο αυτό σας παραπέμπω προς τις σκηνές εκείνων των αγίων. Διότι αυτοί δεν έχουν τίποτε το λυπηρό, αλλά επειδή έστησαν τις καλύβες τους στους ουρανούς, έχουν κατασκηνώσει πάρα πολύ μακριά από τα δυσάρεστα της παρούσης ζωής και συναθροίζοντας στρατό εναντίον του διαβόλου, πολεμούν αυτόν σαν να χορεύουν. Για τον λόγο αυτό λοιπόν , αφού έστησαν καλύβια, εγκατέλειψαν πόλεις και αγορές και σπίτια. Διότι αυτός που πολεμά δεν είναι δυνατόν να κάθεται στο σπίτι του, αλλά να κτίζει την κατοικία του σαν να πρόκειται να αναχωρήσει από αυτήν αμέσως και κατά τον ίδιο τρόπο να κατοικεί σε αυτήν.
    Τέτοιοι ήσαν όλοι εκείνοι, με εμάς όμως συμβαίνει το εντελώς αντίθετο. Καθόσον εμείς ζούμε όχι σαν σε στρατόπεδο, αλλά σαν σε πόλη ειρηνική. Διότι ποιος ποτέ σε στρατόπεδο θέτει θεμέλια και κτίζει οικία, την οποία πρόκειται μετά από λίγο να εγκαταλείψει; Δεν υπάρχει κανείς, αλλά και αν ακόμη επιχειρήσει κανείς να το κάνει, φονεύεται σαν προδότης. Ποιος αγοράζει μέσα στον χώρο του στρατοπέδου ορισμένη έκταση γης και εγκαθιστά σε αυτήν εμπορική επιχείρηση; Δεν υπάρχει κανείς· και κατά πολύ φυσικό λόγο· «διότι», λέγει, «ήλθες να πολεμήσεις και όχι να ασχοληθείς με εμπόριο. Γιατί λοιπόν κοπιάζεις για τον τόπο, τον οποίο μετά από λίγο θα τον εγκαταλείψεις;». Τα ίδια σε συμβουλεύω κι εγώ τώρα. Όταν φύγουμε και μεταβούμε στην ουράνια πόλη, τότε κάνε τα αυτά· ή καλύτερα εκεί δεν χρειάζεσαι κανένα κόπο· διότι εκεί όλα θα σου τα κάνει ο Βασιλιάς σου. Εδώ σου είναι αρκετό να ανοίξει ένα μόνο αυλάκι και να στήσεις ένα πάσσαλο και δε χρειάζεται να κατασκευάσεις καμία οικοδομή. Αναλογίσου ποιος είναι ο τρόπος ζωής των αμαξόβιων Σκυθών[:αυτοί δεν είχαν μόνιμη κατοικία, αλλά μετακινούνταν διαρκώς από τόπο σε τόπο, μεταφέροντας τα πράγματά τους επάνω σε άμαξα και  γι' αυτό και καλούνται εδώ από τον Ιερό Χρυσόστομο ως αμαξόβιοι], που ομοιάζει με τη ζωή των νομάδων.
     Έτσι έπρεπε και οι Χριστιανοί να ζουν· να περιέρχονται την οικουμένη, να πολεμούν τον διάβολο, να ελευθερώνουν εκείνους που συνελήφθησαν από αυτόν αιχμάλωτοι και να είναι απαλλαγμένοι από όλες τις κοσμικές φροντίδες. Γιατί κτίζεις, άνθρωπε, σπίτι, για να δέσεις περισσότερο τον εαυτό σου;  Γιατί κρύβεις μέσα στη γη θησαυρό και καλείς εναντίον σου τον εχθρό; Γιατί περιβάλλεις με τείχη το σπίτι σου και κατασκευάζεις φυλακή για τον εαυτό σου; Εάν αυτά σου φαίνονται δύσκολα, ας μεταβούμε προς τις σκηνές εκείνων, ώστε μέσω των έργων να γνωρίσουμε την ευκολία. Διότι εκείνοι αφού έστησαν καλύβες, και αν ακόμη χρειαστεί να αποχωριστούν αυτές, με τόση ευκολία τις εγκαταλείπουν, όπως ακριβώς οι στρατιώτες εγκαταλείπουν σε καιρό ειρήνης το στρατόπεδο. Πράγματι κατ’ αυτόν τον τρόπον έχουν στήσει τις σκηνές τους, μάλλον δε και με πολύ μεγαλύτερη ευχαρίστηση. Καθόσον είναι ευχάριστο να βλέπεις μία έρημη τοποθεσία, να έχεις συνεχείς σκηνές των μοναχών, παρά στρατιώτες να στήνουν αντίσκηνα σε στρατόπεδο και να θέτουν μέσα στη γη δόρατα και να κρεμούν από την αιχμή των δοράτων κροκοβαμμένους χιτώνες και πλήθος ανθρώπων που φορούν χάλκινα κράνη και να απαστράπτουν σε μεγάλο βαθμό οι στρογγυλές επιφάνειες των ασπίδων, και να είναι εντελώς καλυμμένοι με σιδερένιους θώρακες, και κτίρια αρχιτεκτονικά κατασκευασμένα, και μεγάλη έκταση στρατοπέδου, και στρατιώτες άλλους μεν να τρώγουν και άλλους να διασκεδάζουν. Πράγματι αυτό θέαμα δεν είναι τόσο ευχάριστο, όσο αυτό που εγώ σας περιγράφω τώρα.
      Διότι εάν μεταβούμε στην έρημο και δούμε τις σκηνές των στρατιωτών του Χριστού, δε θα δούμε στημένες σκηνές, ούτε αιχμές δοράτων, ούτε χρυσά πέπλα, που να παριστάνουν βασιλικές αίθουσες, αλλά όπως ακριβώς, εάν κάποιος τέντωνε πολλούς ουρανούς σε γη πολύ πιο μεγάλη από αυτή και απέραντη, θα παρουσίαζε ένα παράδοξο και φρικιαστικό θέαμα, τα ίδια ακριβώς είναι δυνατόν να δει κανείς και εκεί. Διότι τα καταγώγια των ασκητών δεν είναι ως προς τίποτε κατώτερα των ουρανών, καθόσον κατεβαίνουν προς αυτούς άγγελοι, καθώς και ο Κύριος των αγγέλων. Διότι, εάν ήλθαν στον Αβραάμ, που ήταν άνθρωπος έγγαμος και πατέρας τέκνων επειδή τον είδαν φιλόξενο, πολύ περισσότερο κατέρχονται εδώ και ψάλλουν την πρέπουσα σε αυτούς υμνωδία, όταν βρουν περισσότερη αρετή και άνθρωπο που απαλλάχτηκε του σώματος και που περιφρονεί τη σάρκα, αν και περιβάλλεται από τη σάρκα. Καθόσον και τράπεζα παρατίθεται σε αυτούς που είναι καθαροί από κάθε πλεονεξία και γεμάτοι με φιλοσοφία.
    Δεν υπάρχουν σε αυτούς χείμαρροι αιμάτων, ούτε τεμάχια κρεάτων, ούτε πονοκέφαλοι, ούτε φαγητά καρυκευμένα, ούτε αηδιαστικές οσμές ψητών, ούτε δυσάρεστος καπνός, ούτε δρόμοι και θόρυβοι και ταραχές και θόρυβοι ενοχλητικοί, αλλά  υπάρχει ψωμί και νερό, το μεν νερό προερχόμενο από πηγή καθαρή, τα δε ψωμιά από κόπους δικαίους. Εάν όμως επιθυμούσαν να φάγουν και κάτι επιπλέον, η επιθυμία αυτή εκπληρώνεται με ακρόδρυα[: καρποί οπωροφόρων δέντρων και κυρίως αυτοί που μετά την ωρίμανση έχουν ξυλώδες και σκληρό κέλυφος, ως κάστανα, ξυλοκέρατα κ.λπ.] και είναι μεγαλύτερη η ηδονή στα τραπέζια αυτά, παρά στα βασιλικά τραπέζια. Διότι δεν υπάρχει εδώ κανένας φόβος και τρόμος, ούτε κατηγορία άρχοντος, ούτε εθισμός εκ μέρους γυναικός, ούτε παιδί που να προκαλεί στενοχώρια, ούτε συμβαίνουν γέλια απρεπή, ούτε υπερηφάνεια προερχόμενη από το πλήθος των κολάκων, αλλά η τράπεζα είναι αγγελική, απαλλαγμένη από κάθε παρόμοια ταραχή. Και για στρώμα χρησιμοποιούν απλώς χόρτα, όπως ακριβώς συνέβη την έρημο, όταν ο Χριστός παρέθεσε τράπεζα (πολλαπλασιάζοντας τους άρτους).Πολλοί μάλιστα  δεν χρησιμοποιούν ούτε και υπόστεγο, αλλά έχουν αντί στέγης τον ουρανό, και τη σελήνη αντί λυχναριού φωτός, που δε χρειάζεται λάδι ούτε και υπηρέτη· μόνο σε εκείνους φωτίζει από ψηλά επαξίως.
    Αυτήν την τράπεζα βλέποντας και οι άγγελοι από τον ουρανό, χαίρονται και ευχαριστιούνται. Διότι, εάν χαίρονται όταν μετανοεί ένας αμαρτωλός[βλ. Λουκά15,7: «λέγω μν τι οτω χαρ σται ν τ οραν π ν μαρτωλ μετανοοντι π νενήκοντα ννέα δικαίοις, οτινες ο χρείαν χουσι μετανοίας(:Σας διαβεβαιώνω, ότι έτσι μεγάλη χαρά θα είναι στον ουρανό για ένα αμαρτωλό που μετανοεί, περισσότερο έντονη από όσο είναι η χαρά για ενενήντα εννέα δικαίους, οι οποίοι δεν έχουν ανάγκην από μετάνοια.(Χαίρεται ο πανάγαθος Θεός. Χαίρονται τα αγγελικά τάγματα τα οποία όχι μόνον κατά εντολή του Θεού, αλλά και από την αγάπη που μας έχουν, ποθούν και εργάζονται ως λειτουργικά πνεύματα να μας οδηγήσουν σε μετάνοια και σωτηρία], τι δε θα κάνουν όταν τόσοι πολλοί μιμούνται αυτούς; Δεν υπάρχει εκεί κύριος και δούλος· όλοι είναι δούλοι, όλοι είναι ελεύθεροι. Και μη θεωρήσεις αυτόν τον λόγο σαν αίνιγμα, διότι αυτοί πράγματι είναι μεταξύ τους και δούλοι και κύριοι ομοίως. Δεν είναι δυνατόν να έλθει εσπέρα και να τους βρει να είναι στενοχωρημένοι, πράγμα που παθαίνουν πολλοί από τους ανθρώπους, σκεπτόμενοι τις φροντίδες των καθημερινών κακών. Δεν είναι ανάγκη μετά το δείπνο να φροντίσουν να ασφαλιστούν από ληστές και να κλείσουν τις πόρτες, και να θέσουν μοχλούς, ούτε να φοβηθούν όλα τα άλλα, που φοβούνται πολλοί, σβήνοντας με πολλή προσοχή τα λυχνάρια μην τυχόν κάποιος σπινθήρας προκαλέσει πυρκαγιά στην οικία.
    Αλλά και η μεταξύ τους συζήτηση είναι γεμάτη από την ίδια γαλήνη. Διότι δε συζητούν αυτά που συζητούμε εμείς, που δε μας ενδιαφέρουν καθόλου, όπως επί παραδείγματι ο τάδε έγινε άρχοντας, ο τάδε έχασε την εξουσία, ο τάδε πέθανε και άλλος κληρονόμησε την περιουσία του και τόσα παρόμοια, αλλά συνεχώς συζητούν και φιλοσοφούν για τα μελλοντικά πράγματα· και σαν να κατοικούν σε άλλη οικουμένη, σαν να μετέβησαν σε αυτόν τον ουρανό, σαν να ζουν εκεί, έτσι συζητούν όλα τα σχετικά με εκεί, τα περί των κόλπων δηλαδή του Αβραάμ, επί των στεφάνων των αγίων, περί της χορείας του Χριστού· και καμία σκέψη δε δημιουργείται σε αυτούς για τα κοσμικά πράγματα, ούτε και συζητούν τίποτε σχετικό, αλλά όπως ακριβώς εμείς δε θα ήταν δυνατό να θελήσουμε να πούμε κάτι για εκείνα που κάνουν τα μυρμήγκια μέσα στις οπές και τις φωλιές τους, έτσι ούτε και εκείνοι ασχολούνται με εκείνα που κάνουμε εμείς, αλλά συζητούν περί του ουρανίου βασιλέως, περί του πολέμου που προβάλλει μπροστά τους, περί των μηχανορραφιών του διαβόλου, περί των κατορθωμάτων που πέτυχαν οι άγιοι.
       Ως προς τι λοιπόν διαφέρουμε εμείς από τα μυρμήγκια, συγκρινόμενοι προς εκείνους; Διότι όπως ακριβώς εκείνα φροντίζουν για τα σωματικά πράγματα, έτσι και εμείς· και μακάρι να φροντίζαμε μόνο για αυτά, ενώ εμείς τώρα φροντίζουμε για πολύ πιο χειρότερα. Διότι δε φροντίζουμε μόνο για τα αναγκαία, όπως ακριβώς τα μυρμήγκια, αλλά και για τα περιττά. Καθόσον εκείνα μεν χρησιμοποιούν τρόπους προς εξεύρεση των αναγκαίων απαλλαγμένα από κάθε κατηγορία, ενώ εμείς χρησιμοποιούμε κάθε μορφή πλεονεξίας· και ούτε τα έργα των μυρμηγκιών μιμούμαστε, αλλά τα έργα των λύκων, των λεοπαρδάλεων, μάλλον δε είμαστε χειρότεροι και από εκείνους. Διότι εκείνα η φύση έτσι τα έκανε να τρέφονται, ενώ εμάς ο Θεός  μας τίμησε με λόγο και ισονομία, και όμως γίναμε χειρότεροι από τα θηρία. Και εμείς μεν είμαστε χειρότεροι από τα άλογα ζώα, ενώ οι ασκητές είναι ίσοι με τους αγγέλους, ζώντας σαν ξένοι και παρεπίδημοι στη γη, και ως προς όλα διαφέρουν αυτοί από εμάς, στα ενδύματα, την τροφή, την οικία, τα υποδήματα, την ομιλία. Και εάν κάποιος άκουσε και εκείνους να συζητούν και εμάς, τότε θα μπορούσε να αντιληφθεί πλήρως, πως, εκείνοι μεν είναι ουρανοπολίτες, ενώ εμείς δεν αξίζουμε ούτε να ζούμε στη γη.
    Για τον λόγο αυτόν λοιπόν, εάν κάποιος αξιωματούχος μεταβεί προς αυτούς, τότε κατεξοχήν ελέγχεται η όλη ανθρώπινη αλαζονεία. Διότι εκείνος ο γεωργός και που είναι άπειρος από κάθε τι βιοτικό, κάθεται κοντά στον στρατηγό, που θεωρεί τον εαυτό του μεγάλο λόγω του αξιώματός του, επάνω σε σωρό χόρτων και σε προσκέφαλο γεμάτο από ρύπο. Διότι δεν υπάρχουν εκεί αυτοί που τον μεταφέρουν και τον κολακεύουν, αλλά συμβαίνει το ίδιο πράγμα, όπως ακριβώς εάν κάποιος ήθελε να μεταβεί πλησίον ενός χρυσοχόου και μιας τριανταφυλλιάς, καθόσον όπως κείνος δέχεται και από τον χρυσό και από τα τριαντάφυλλα κάποια ακτινοβολία, έτσι και οι αξιωματούχοι, λαμβάνοντας κάποια μικρή ωφέλεια από τη λάμψη των ασκητών, απαλλάσσονται από την προηγούμενη αλαζονεία τους. Και όπως ακριβώς εάν κάποιος επρόκειτο να ανεβεί σε υψηλό τόπο, και αν ακόμη είναι πάρα πολύ κοντός σωματικώς, φαίνεται ψηλός, έτσι και αυτοί, ερχόμενοι προς τις υψηλές σκέψεις εκείνων, φαίνονται υψηλοί όσο χρόνο μείνουν εκεί, όταν όμως κατεβούν, χάνουν το πνευματικό  ύψος τους, καθόσον  κατεβαίνουν από το ύψος εκείνο. Τίποτε δεν αξίζει για αυτούς ο βασιλιάς, τίποτε και ο ύπαρχος, αλλά όπως ακριβώς εμείς γελάμε όταν τα παιδιά παίζουν τέτοια παιχνίδια, έτσι και εκείνοι περιφρονούν τα ερεθίσματα που προέρχονται από τους δήθεν υπερήφανους του κόσμου αυτού. Και αυτό γίνεται φανερό από το εξής:  εάν δηλαδή κάποιος επρόκειτο να δώσει σε αυτούς βασιλεία τελείως ασφαλή, δε θα ήταν δυνατόν να τη δεχθούν ποτέ· θα ήταν δυνατόν να την προτιμήσουν, εάν δεν πίστευαν σε κάτι ανώτερο από αυτήν, εάν δε θεωρούσαν το γεγονός αυτό ως κάτι το πρόσκαιρο.
     Τι λοιπόν; Δε θα προσφύγουμε προς μία τόσο μεγάλη μακαριότητα; Δε θα φορέσουμε καθαρά ενδύματα για να ακολουθήσουμε τους γάμους αυτούς, αλλά θα παραμείνουμε επαίτες, ζώντας ως προς τίποτε καλύτερα από τους πτωχούς των σταυροδρομιών, μάλλον δε κατά πολύ χειρότερα και αθλιότερα; Καθόσον είναι πολύ πιο χειρότεροι από εκείνους όσο πλουτίζουν παράνομα, και είναι προτιμότερο να ζητιανεύει κανείς παρά να αρπάζει διότι το μεν πρώτον είναι δυνατόν να συγχωρηθεί, το δεύτερο όμως είναι άξιο κατηγορίας και ο μεν ζητιάνος δεν προσκρούει ως προς τίποτε στον Θεό, αυτός που αρπάζει όμως παρανομεί και έναντι των ανθρώπων και έναντι του Θεού και τους μεν κόπους της αρπαγής τους υφίσταται, την ευχαρίστηση όμως της αρπαγής πολλές φορές την καρπώθηκαν ολόκληρη άλλοι.
   Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά και απορρίπτοντας την πλεονεξία εξ ολοκλήρου, ας προσπαθούμε να συγκεντρώνουμε περισσότερο ουράνιο πλούτο, αρπάζοντας με πολλή προθυμία την ουράνια βασιλεία. Διότι δεν είναι δυνατόν, δεν είναι δυνατόν κάποιος που είναι ράθυμος να εισέλθει σε αυτήν. Είθε λοιπόν αφού όλοι γίνουν πρόθυμοι και επάγρυπνοι να επιτύχουν αυτήν, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμις στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΗΓΕΣ:
·        https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
·        Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ),εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ομιλία ΞΘ΄, σελίδες 401-431.
·        Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 68, σελ. 91-111  (ή: 43 - 52 του PDF) .
[https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLaE1Ebm03Wk83Mk0/view]
·        Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
·        Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

πηγή:  http://hristospanagia3.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε το σχόλιό σας