(Οφειλομένη απάντηση σε δημοσίευμα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αλβανίας)
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 28η Ιανουαρίου 2019
Δεν αποτελεί «πρωτάκουστη πρωτοτυπία, μεμονωμένο θλιβερό φαινόμενο των τραγικών καιρών μας», αλλά
σύνηθες δυστυχώς φαινόμενο, πολλοί Προκαθήμενοι Ορθοδόξων Εκκλησιών και
Πατριάρχες να θέτουν εαυτούς υπεράνω πάσης κριτικής. Μια τέτοια
αρρωστημένη νοοτροπία, σίγουρα θυμίζει Παπισμό, στον οποίο ο «αλάθητος»
Πάπας της Ρώμης έχει αναγάγει τον εαυτό του σε «επί γης θεό» και ως εκ
τούτου έχει την αξίωση να γίνονται δεκτές και να εφαρμόζονται οι
αποφάσεις του ως «θεόπνευστες και αλάθητες». Θέλουν όμως να λησμονούν
ότι στην Αγία Ορθοδοξία μας, στην μοναδική Μία, Αγία, Καθολική και
Αποστολική Εκκλησία του Χριστού, οι πιστοί, (κληρικοί, μοναχοί και
λαϊκοί), δεν είναι άβουλα όντα, οπαδοί κάποιας αιρετικής, ή
παραθρησκευτικής ομάδος, ή θρησκείας, αλλά οργανικά ισότιμα μέλη του
μυστικού Σώματος του Χριστού, «γένος εκλεκτόν, βασίλειον ιεράτευμα, έθνος άγιον» (Α΄Πετρ.2,9),
με συγκεκριμένες υποχρεώσεις και δικαιώματα. Θέλουν να λησμονούν ότι ο
πιστός λαός του Θεού έχει λόγο, και μάλιστα ουσιαστικό, σε θέματα
πίστεως, σύμφωνα με την διακήρυξη των Πατριαρχών της Ανατολής του 1848: «…Ο φύλαξ της Ορθοδοξίας το σώμα της Εκκλησίας, τ.ε. ο λαός αυτός εστί». Θέλουν
επίσης να λησμονούν, πως η Εκκλησία δεν είναι κάποια από τις
πολυάριθμες προτεσταντικές αιρετικές ομάδες, οι οποίες αρνούνται την
παραμικρή αμφισβήτηση των οπαδών της. Είναι γνωστοί οι απαξιωτικοί
χαρακτηρισμοί που εκτοξεύουν ευκαίρως, ακαίρως, όπως «ακραίοι», «φονταμενταλιστές», «σκοταδιστές», «μισαλλόδοξοι», ακόμα και «ψυχοπαθείς»!
Με έκπληξη αναγνώσαμε πρόσφατο δημοσίευμα, της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αλβανίας, με τίτλο: «Η Εκκλησία της Αλβανίας απαντά για υβριστικό δημοσίευμα στο Γραφείο Αιρέσεων της Ι.Μ. Πειραιώς», ως απάντηση σε ανακοίνωση του Γραφείου μας, με θέμα: «Ποιους πραγματικά στόχους εξυπηρετεί ο θρησκευτικός πλουραλισμός;». Επρόκειτο για μια απόλυτα θεολογικά τεκμηριωμένη κριτική μας σε ομιλία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας κ. Αναστασίου, η οποία είχε εκφωνηθεί στην τελετή απονομής της ανώτατης διάκρισης του «Χρυσού Αριστοτέλη»
από τη Σύγκλητο του Α.Π.Θ. στις 18.10.2018, (σύμφωνα με άλλη δημοσίευση
στην 12η Διαθρησκειακή Συνδιάσκεψη για τον θρησκευτικό πλουραλισμό και
την ειρηνική συνύπαρξη στη Μέση Ανατολή), με θέμα: «Θρησκευτικός πλουραλισμός και ειρηνική συνύπαρξη». Μελετήσαμε με προσοχή το δημοσίευμα και θεωρήσαμε χρέος μας να δώσουμε κάποιες οφειλόμενες εξηγήσεις και παρατηρήσεις.
Ευθύς εξ’ αρχής το δημοσίευμα χαρακτηρίστηκε ως «υβριστικό», ως «αλλόκοτος λίβελος», επειδή δήθεν περιέχει «ανυπόστατες κατηγορίες». Παρά κάτω προστίθεται ο χαρακτηρισμός: «υστερικό παραλήρημα».
Γιατί όμως; Που ο συντάκτης βρίσκει έστω και μια χυδαία φράση εναντίον
του Αρχιεπισκόπου, ή έστω και μιά συκοφαντική κατηγορία; Γιατί άραγε η
εν λόγω κριτική μας «βαπτίζεται» ως «ύβρις» και «συκοφαντία»; Στην
κριτική μας θεωρήσαμε καθήκον μας να σχολιάσουμε κάποια σημεία της
ομιλίας του Μακαριωτάτου, τα οποία, κατά την γνώμη μας, είναι ξένα προς
την Ορθόδοξη πίστη και Παράδοση. Κάποιες άστοχες εκφράσεις, οι οποίες
απηχούν οικουμενιστική ιδεολογία και προάγουν στον Διαθρησκειακό
Οικουμενισμό. Δεν παραλείψαμε μάλιστα να τεκμηριώσουμε τις επισημάνσεις
μας με μαρτυρίες από την αγία Γραφή και την Ορθόδοξη Παράδοση, ώστε να
μην είναι μετέωρες θεολογικά και να μην θεωρηθούν, ότι εκφράζουν
προσωπικές απόψεις. Η εκκλησιαστική μας ιστορία είναι γεμάτη από
περιπτώσεις αγίων Πατέρων, οι οποίοι άσκησαν έλεγχο και κριτική, ακόμα
και σε υψηλά ιστάμενα εκκλησιαστικά πρόσωπα, σε Πατριάρχες,
Αρχιεπίσκοπους και Επίσκοπους, όταν διαπίστωναν, ότι αλλοιώνεται και
παραχαράσσεται η Ορθόδοξη πίστη. Ας θυμηθούμε τον άγιο Μάξιμο τον
ομολογητή, ο οποίος, αν και απλός μοναχός, άσκησε δριμύτατη κριτική
απέναντι στους αιρετικούς Πατριάρχες της εποχής του, που εξέφραζαν την
αίρεση του Μονοθελητισμού.
Ισχυρίζεται ο συντάκτης ότι: «Όπως
είναι φυσικό, ανάλογα με το ακροατήριο, τους αποδέκτες και τις
συγκεκριμένες συνθήκες, προσδιορίζεται και το περιεχόμενο των ομιλιών.
Δεν ήταν κάποιο θεολογικό ή διαθρησκειακό συνέδριο. Η ομιλία απευθυνόταν
σε ένα πολύμορφο ακαδημαϊκό ακροατήριο»! Συμφωνούμε
απόλυτα, ότι όταν απευθυνόμαστε σε ένα ακαδημαϊκό ακροατήριο υψηλοτέρου
θεολογικού επιπέδου, τότε χρησιμοποιούμε θεολογικότερη γλώσσα, ενώ όταν
έχουμε μπροστά μας απλοϊκούς ανθρώπους, που δεν έχουν θεολογική
κατάρτιση, τότε ομιλούμε με πιο απλή γλώσσα. Όμως! Πάντοτε, το
τονίζουμε, πάντοτε! και στις δύο περιπτώσεις καλούμαστε να εκφράσουμε τις ίδιες αλήθειες, είτε με απλούστερη, είτε με θεολογικότερη γλώσσα.
Η ουσία της διαφωνίας μας δεν έγκειται στον τόπο όπου έγινε η ομιλία,
(αν δηλαδή έγινε στα πλαίσια ενός συνεδρίου, ή μιας βραβεύσεως), ή στη
σύνθεση του ακροατηρίου, (αν δηλαδή ήταν υψηλού, ή χαμηλού θεολογικού
επιπέδου), αλλά στο ίδιο το περιεχόμενο της ομιλίας, το οποίο, όπως
τονίσαμε προηγουμένως, οφείλει να είναι πάντοτε, μα πάντοτε, γνήσια
Ορθόδοξο. Πολύ περισσότερο δεν επιτρέπεται ο εκκλησιαστικός λόγος να
έχει διπλωματικό χαρακτήρα, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για θέματα πίστεως.
Διαφοροποίηση του λόγου σε θέματα πίστεως για να εξυπηρετηθούν
διπλωματικοί στόχοι, ή άλλες σκοπιμότητες, οδηγεί μοιραία σε αλλοίωση
της πίστεως. Για παράδειγμα, είναι απαράδεκτο να εξυμνούνται οι
θρησκείες του κόσμου και να χαρακτηρίζονται ως «θείο δώρο, δοσμένο για να γαληνεύει τις καρδιές, να θεραπεύει τις πληγές και να φέρνει πλησιέστερα άτομα και λαούς», για
να εξυπηρετηθούν προφανώς οι στόχοι του Διαθρησκειακού Οικουμενισμού,
προκείμενου δηλαδή να προωθηθεί μια κοσμικού τύπου παγκόσμια ειρήνη.
Διότι πως είναι δυνατόν να δεχθούμε, ότι εκτός από το μοναδικό και
ανεκτιμήτου αξίας θείο δώρο της σωτηρίας, που μας προσέφερε ο Κύριός μας
με την ενανθρώπιση, το πάθος και την ανάστασή Του, μας προσέφερε και
άλλα «θεία δώρα», τις θρησκείες του κόσμου;
Παρά κάτω αναφέρει: «Η
πολυμορφία των θρησκειών, ο θρησκευτικός, δηλαδή, πλουραλισμός,
αποτελεί απλή διαπίστωση ενός παγκοσμίου φαινομένου, γεγονότος
αναμφισβήτητου, και όχι θρησκευτική κίνηση, που εξυπηρετεί κάποιο
στόχο». Ο
θρησκευτικός πλουραλισμός, αυτός καθ’ εαυτόν, είναι όντως ένα παγκόσμιο
φαινόμενο. Ωστόσο η πολυμορφία των θρησκειών και η εξ’ αιτίας αυτής
δημιουργία πολυθρησκευτικών κοινωνιών οδηγεί αναπόφευκτα στο φαινόμενο
του θρησκευτικού συγκρητισμού, το οποίο όμως φαινόμενο αποτελεί το κύριο
χαρακτηριστικό γνώρισμα ενός παγκοσμίου και αντιχρίστου κινήματος του
λεγομένου Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού Οικουμενισμού. Μ’ άλλα
λόγια η πολυμορφία των θρησκειών δεν αποτελεί αυτή καθ’ εαυτήν ένα «σκοτεινό κίνημα»,
αποτελεί όμως την αφετηρία και την προϋπόθεση της δημιουργίας και
αναπτύξεως του ως άνω παγκοσμίου κινήματος, το οποίο είναι ένα σκοτεινό
και αντίχριστο κίνημα, μια παγκοσμίων διαστάσεων αίρεση, όπως θα
αποδείξουμε, με όσα θα παραθέσουμε παρά κάτω.
Μέμφεται ο συντάκτης το Γραφείο μας, ότι όσα γράφουμε περί Οικουμενισμού απηχούν «γνωστές
απόψεις μερικών ακραίων κύκλων, οι οποίοι πιστεύουν πως προστατεύουν
την Ορθοδοξία από ένα παγκόσμιο κίνημα, γέννημα της Μασονίας και του
Διεθνούς Σιωνισμού, που έχει σαν μοναδικό σκοπό τη δημιουργία μιας νέας
τάξης πραγμάτων και που προωθεί την ‘παγκοσμιοποίηση’». Ισχυρίζεται ακόμη: «Η
παγκοσμιοποίηση είναι ένα ιστορικό φαινόμενο, το οποίο οφείλεται και
προωθείται κυρίως με τη ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη σε όλο τον κόσμο». Διερωτώμεθα, ο συντάκτης, νομίζει, ότι τα περί Οικουμενισμού αποτελούν «απόψεις μερικών ακραίων κύκλων», ή ότι αποτελούν προσωπικές μας απόψεις - αποκυήματα της φαντασίας μας; Δυστυχώς γι’ αυτόν πολλοί άγιοι της εποχής μας, όπως ο
άγιος Ιουστίνος ο Πόποβιτς, ο άγιος Νικόλαος Αχρίδος, ο άγιος Παΐσιος ο
Αγιορείτης, ο άγιος Ιάκωβος ο Τσαλίκης, ο άγιος Πορφύριος ο
Καυσοκαλυβίτης, ο άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς, κ.α.), αλλά και άλλοι
Γέροντες, εγνωσμένης αγιότητος και αρετής, (Φιλόθεος ο Ζερβάκος, Εφραίμ ο
Κατουνακιώτης, Επιφάνιος ο Θεοδωρόπουλος, Θεόκλητος ο Διονυσιάτης,
Εφραίμ της Αριζόνας, κ.α.), ομιλούν και επισημαίνουν, ο καθένας με τον
δικό του τρόπο, την παναίρεση του Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού
Οικουμενισμού. Ο τεθεωμένος νεοφανής άγιος και ομολογητής Ιουστίνος ο Πόποβιτς, πρώην καθηγητής της Δογματικής στη Θεολογική Σχολή του Βελιγραδίου, είχε χαρακτηρίσει τον Οικουμενισμό, ως εξής: «Ο
Οικουμενισμός είναι κοινόν όνομα δια τους ψευδοχριστιανισμούς, δια τας
ψευδοεκκλησίας της Δυτικής Ευρώπης. Μέσα του ευρίσκεται η καρδία όλων
των ευρωπαϊκών Ουμανισμών, (ανθρωπισμών), με επί κεφαλής τον Παπισμόν.
Όλοι δε αυτοί οι ψευδοχριστιανισμοί, όλαι οι ψευδοεκκλησίαι, δεν είναι
τίποτε άλλο παρά μία αίρεσις παραπλεύρως εις την άλλην αίρεσιν. Το
κοινόν ευαγγελικό όνομά των είναι η παναίρεσις».[1] Άραγε
όλες αυτές οι οσιακές μορφές που μνημονεύσαμε παρά πάνω, πλανήθηκαν και
όσα περί Οικουμενισμού είπαν είναι αποκυήματα της φαντασίας των;
Το
ότι δε ο Διαθρησκειακός Οικουμενισμός προωθεί τη σύγκληση των θρησκειών
και την Πανθρησκεία, αυτό το ομολογούν κορυφαίοι εκπρόσωποί του. Θα
περιοριστούμε μόνο σε δύο παραθέσεις: Το 1975 στον Ο.Η.Ε. σε μια
συνάντηση εκπροσώπων διαφόρων θρησκειών εξεδόθη η κατωτέρω διακήρυξη: «Η
κρίση της εποχής μας προκαλεί τις παγκόσμιες θρησκείες να
απελευθερώσουν μια νέα πνευματική δύναμη, υπερβαίνοντας τα θρησκευτικά,
πολιτιστικά, και εθνικά σύνορα…Υποστηρίζουμε μια νέα πνευματικότητα που
θα απορρίψει την απομονωτικότητα και θα κατευθυνθεί προς μία πλανητική
συνείδηση».[2] Ας ακούσωμε και τον Robert Mueller, πρώην
βοηθό Γενικό Γραμματέα του Ο.Η.Ε. ο οποίος στο βιβλίο του « Η νέα
Γένεση» γράφει: «Οι θρησκείες πρέπει: Να επιταχύνουν τον Οικουμενισμό
και να δημιουργήσουν κοινά παγκόσμια θρησκευτικά ιδρύματα, τα οποία θα
βρουν τα μέσα και τους θρησκευτικούς εμπνευστές, που θα υποστηρίξουν
λύσεις των παγκοσμίων προβλημάτων. Να υψώσουν τη σημαία των Ηνωμένων
Εθνών σ’ όλους τους χώρους της λατρείας. Να προσευχηθούν και να
οργανώσουν παγκόσμιες συμπροσευχές…».[3]
Αμφισβητεί
επίσης ο συντάκτης το ρόλο της Μασονίας και του Διεθνούς Σιωνισμού στη
δημιουργία μιας Νέας Τάξης Πραγμάτων, δηλαδή στην ενοποίηση της
ανθρωπότητος, πολιτική, οικονομική και θρησκευτική. Διερωτόμαστε, σε
ποιο κόσμο ζει ο συντάκτης; Δε γνωρίζει ότι η Θεοσοφία και τα «ξαδέλφια» της, η Μασονία και ο Διεθνής Σιωνισμός, με τα οποία έχει στενή ιδεολογική συγγένεια, εργάζονται πυρετωδώς προς την κατεύθυνση της Πανθρησκείας;
Δε γνωρίζει ότι ο Παγκόσμιος Οικουμενισμός είναι σε πλήρη εξέλιξη, με
το τριπλό του πρόσωπο, πολιτικό, οικονομικό και θρησκευτικό; Δε γνωρίζει
πως το ένα από τα τρία σκέλη του, το οικονομικό, είναι πλέον παγκόσμιο
γεγονός, με τις γνωστές επιπτώσεις σε όλο τον πλανήτη, με μεγάλους
χαμένους τις φτωχές χώρες; Δεν έχει ακούσει για την «ανάγκη» δημιουργίας
μιας παγκόσμιας κυβέρνησης, (δεύτερο σκέλος), η οποία, (υποτίθεται), θα
λύσει τα προβλήματα της ανθρωπότητας; Δεν έχει ακούσει για την ανάγκη
συνεργασίας και ιδεολογικής συγκλήσεως όλων των θρησκειών, (τρίτο
σκέλος), η οποία, (υποτίθεται), ότι θα φέρει την ειρήνη στην
ανθρωπότητα;
Να
προχωρήσουμε άραγε λίγο περισσότερο και να παραθέσουμε μερικά ακόμη
στοιχεία; Νομίζουμε ότι δεν θα ήταν άσκοπο. Έχει γεμίσει ο κόσμος από
παγκόσμια πανθρησκευτικά φόρα, (Παγκόσμια
Ομοσπονδία Θρησκειών, Παγκόσμιο Βήμα Θρησκειών και Πολιτισμών,
Παγκόσμιο Κοινοβούλιο Θρησκειών, Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών,
Συμβούλιο Ευρωπαϊκών Εκκλησιών, κ.α.),
που προωθούν τον Διαχριστιανικό και Διαθρησκειακό Οικουμενισμό και την
Πανθρησκεία, ενώ παράλληλα κτίζονται πανθρησκειακοί ναοί, όπως αυτός στο
Βερολίνο. Τα Διαθρησκειακά Συνέδρια οργανώνονται με καταιγιστικούς
ρυθμούς, το ένα μετά το άλλο. Κορυφαίοι πολιτικοί ηγέτες του κόσμου και
ηγέτες θρησκειών ομιλούν, ανοικτά πλέον, για «παγκόσμια θρησκευτική κοινότητα», για «συνεργασία των θρησκειών για την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια».
Αιρετικοί προτεστάντες ομιλούν για την αξία του Εβραϊσμού. Το
παναιρετικό Βατικανό αποφάνθηκε πρόσφατα, πως ο εβραίος δεν χρειάζεται
να γίνει χριστιανός, διότι μπορεί να σωθεί δια της εβραϊκής θρησκείας.
Επίσης, σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, το Βατικανό έχει εγκαινιάσει ένα
νέο θρησκευτικό σχήμα, το «Χρισλάμ», αποτελούμενο
από «χριστιανικά» και ισλαμικά στοιχεία. Λειτουργοί διαφόρων θρησκειών
καλούνται σε παπικούς και προτεσταντικούς ναούς στην Ευρώπη, για να
…κηρύξουν! Σε πολλούς ναούς, όπως φέτος στο Βέλγιο, άνοιξαν παπικοί
ναοί, για να εορτάσουν οι μουσουλμάνοι το Ραμαζάνι! Παράλληλα τόσο στην
Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, κατεβάζουν τους σταυρούς και άλλα
θρησκευτικά σύμβολα από δημόσιους χώρους χάριν δημιουργίας «κλίματος θρησκευτικής ανεκτικότητας».
Υπάρχουν και χειρότερα: «Ορθόδοξοι» Πατριάρχες και υψηλόβαθμοι κληρικοί
διακηρύττουν απροκάλυπτα πλέον, σε Συνέδρια και αλλού, τις βασικές
αρχές του Οικουμενισμού και ότι «όλες οι θρησκείες είναι οδοί σωτηρίας».[4] Ενδεικτικά αναφέρουμε την διακήρυξη στην
Παγκόσμια Διάσκεψη Θρησκείας και Ειρήνης στην Riva del Garda της
Ιταλίας στις 4 Νοεμβρίου 1994: «…Ρωμαιοκαθολικοί και Ορθόδοξοι,
Προτεστάντες και Εβραίοι, Μουσουλμάνοι και Ινδοί, Βουδιστές και
Κομφουκιανοί, ήλθε ο καιρός όχι απλώς για προσέγγιση, αλλά για μια
συμμαχία και συλλογική προσπάθεια προς τον σκοπόν της καθοδηγήσεως του
κόσμου, μακράν των ψευδοπροφητών του εξτρεμισμού και της μισαλλοδοξίας».[5] Παράλληλα εφαρμόζουν στην πράξη όσα θεωρητικά διακηρύσσουν. Ενδεικτικά μνημονεύουμε την
προσφορά Κορανίου σε τούρκο μουσουλμάνο επιχειρηματία, στην Αμερική,
στην έδρα της Coca Cola, στις 29.10.2009 και στον πρόεδρο του Σουδάν
στις 28.2.2010.
Και κάτι ακόμη: Γιατί άραγε μας ειρωνεύεται ο συντάκτης, ότι εμείς δήθεν φιλοδοξούμε να γίνουμε «προστάτες της Ορθοδοξίας»;
Μας θεωρεί τόσο αφελείς, να πιστεύουμε, ότι εμείς οι τιποτένιοι θα
σώσουμε την Ορθοδοξία; Απλώς προσπαθούμε, ως ποιμένες και διδάσκαλοι της
Εκκλησίας μας, να πράξουμε με τις πτωχές μας δυνάμεις το ποιμαντικό
χρέος μας. Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο.
Επαίρεται παρά κάτω για την συμμετοχή του Μακαριωτάτου στο Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών: «Η
Ορθόδοξη μαρτυρία του ανά την οικουμένη άρχισε, όταν η Ιερά Σύνοδος της
Εκκλησίας της Ελλάδος τον απέστειλε το 1963, ακόμη Διάκονο, για να την
εκπροσωπήσει στην Συνέλευση «Παγκόσμιου Ιεραποστολής και Ευαγγελισμού»
του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών στο Μεξικό». Δε
γνωρίζουμε, ποια ήταν η μαρτυρία, που έδωσε ο Μακαριώτατος, (διάκονος
τότε), στην εν λόγω Συνέλευση του Π.Σ.Ε. στο Μεξικό, την οποία ο
συντάκτης θα έπρεπε να παραθέσει, παραδόξως όμως την αποσιωπά. Εκείνο
όμως που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι η μαρτυρία του μεγάλου συγχρόνου
αγίου της Εκκλησίας μας Ιουστίνου του Πόποβιτς,
αλλά και άλλων καταξιωμένων ακαδημαϊκών διδασκάλων, ως προς την
νομιμότητα και κανονικότητα αυτής της ίδιας της συμμετοχής της Εκκλησίας
μας στο Π.Σ.Ε. Γράφει ο άγιος: «Ήτο
άραγε απαραίτητον η Ορθόδοξος Εκκλησία, αυτό το πανάχραντον
Θεανθρώπινον σώμα και οργανισμός του Θεανθρώπου Χριστού, να ταπεινωθεί
τόσον τερατωδώς, ώστε οι αντιπρόσωποί της θεολόγοι, ακόμη και Ιεράρχαι,
να επιζητούν την οργανικήν μετοχήν και συμπερίληψιν εις το Π.Σ.Ε.;
Αλλοίμονον, ανήκουστος προδοσία».[6] Ο αείμνηστος καθηγητής του Κανονικού Δικαίου της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κυρός Κων. Μουρατίδης, προσθέτει: «Η
αλλόκοτος και τερατώδης και καταλυτική της Ορθοδόξου κανονικής τάξεως
και Ιεράς Παραδόσεως συμμετοχή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις το Παγκόσμιον
Συνοθύλευμα των Αιρέσεων συνιστά την μεγίστην παγίδα του Αντικειμένου
εν τη ιστορία της στρατευομένης Εκκλησίας του Χριστού, προς διάβρωσιν
και αποσύνθεσιν του απολυτρωτικού έργου της Ορθοδόξου Καθολικής
Εκκλησίας…Αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός της συμμετοχής της Ορθοδόξου
Καθολικής Εκκλησίας εις το συνοθύλευμα των αιρέσεων του Π.Σ.Ε.
προσκρούει ‘α πριόρι’ και εξ’ απόψεως αρχής εις τεράστια και τουτ’ αυτό
ανυπέρβλητα εμπόδια, προερχόμενα εξ’ αυτής της φύσεως και του χαρακτήρος
της Εκκλησίας, ως της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής του
Χριστού Εκκλησίας».[7] Τέλος ο πρωτ. π. Θεόδωρος Ζήσης, ομότιμος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., επισημαίνει; «…Ούτε
έπρεπε από την αρχή να μετάσχουμε, ούτε τώρα αμετανοήτως να συνεχίζουμε
να μετέχουμε του Π.Σ.Ε. και των άλλων οικουμενιστικών θεσμών και
διαλόγων, γιατί αυτή η συμμετοχή μας ακυρώνει το Ευαγγέλιο, προσβάλλει
τους μάρτυρες, διαφωνεί με τους αγίους Πατέρες, αποτελεί πρωτοφανή
καινοτομία στη ζωή της Εκκλησίας ανά τους αιώνες και είναι μέρος του
παιχνιδιού της Βαβυλώνος της μεγάλης».[8] Οπωσδήποτε
είναι θλιβερό το γεγονός, ότι η Εκκλησία της Ελλάδος εισήλθε στον
πειρασμό του «ανοίγματος» στον Διαχριστιανικό και Διαθρησκειακό
Οικουμενισμό και δέχθηκε τελικά να συμμετάσχει και να γίνει μέλος του
Π.Σ.Ε., πιεζόμενη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Ισχυρίζεται ακόμη ότι: «Τα
περί ‘Νέας παγκόσμιας θρησκείας ή πανθρησκείας’ και η ομοιογενοποίηση
όλων των θρησκειών δεν έχουν καμία σχέση με τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο.
Χιλιάδες φοιτητές του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών καθώς και εκατομμύρια
Ορθοδόξων όλων των ηπείρων, ακόμη και αναρίθμητοι συνομιλητές του ξένων
θρησκευτικών πεποιθήσεων γνωρίζουν την ακλόνητη αφοσίωσή του στην
Ορθόδοξη Εκκλησία». Αν
αυτό είναι αληθές, τότε η συμμετοχή του στις Διαθρησκειακές Συναντήσεις
της Ασίζης, τι σκοπό εξυπηρετούσαν; Και όχι απλά η συμμετοχή του σ’
αυτές, αλλά και η συμπροσευχή του με αιρετικούς και αλλοθρήσκους, όπως
μαρτυρεί ο αδιάψευστος φακός του παρακάτω βίντεο: «https://www.youtube. com/watch?v=9hR1AXatd8k;»!
Και ο τελευταίος πιστός μπορεί να καταλάβει σήμερα, βλέποντας το όλο
τελετουργικό και ακούγοντας τις ομιλίες των θρησκευτικών ηγετών, στις εν
λόγω Συναντήσεις, «που το πάνε» οι διοργανωτές των και που αυτές στοχεύουν.
Επίσης
και κάτι ακόμη στο σημείο αυτό, πολύ σημαντικό. Αν όντως αληθεύει ότι ο
Μακαριώτατος δεν έχει καμία σχέση με τον Διαθρησκειακό Οικουμενισμό και
την ομογενοποίηση όλων των θρησκειών και ότι είναι ακλόνητα αφοσιωμένος
στην Ορθοδοξία και αν όντως αληθεύει ο ισχυρισμός ότι: «ο δικός μας Αρχιεπίσκοπος δεν έχει καμιά σχέση με το προσβλητικό, παραπλανητικό, κατασκεύασμα ‘οικουμενιστής’», τότε,
ας μας ενημερώσει, ποιούς αντιαιρετικούς αγώνες έκαμε μέχρι σήμερα
εναντίον της παναιρέσεως του Οικουμενισμού; Ποια ήταν η μέχρι σήμερα
ποιμαντική του φροντίδα και μέριμνα για να προφυλάξει το ποίμνιό του από
το δηλητήριο αυτής της φοβερής αιρέσεως; Με ποιους λόγους, με ποιες
Εγκυκλίους προς το ποίμνιο, με ποιες ημερίδες, με ποια συνέδρια και με
ποιες ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές αγωνίστηκε να καταπολεμήσει
την φοβερότερη αίρεση όλων των αιώνων, που προχωρεί ακάθεκτη,
καλπάζοντας εδώ και ένα αιώνα; Τέλος ποία γνώμη έχει για τις ετεροδόξες ομολογίες, Παπισμό, Προτεσταντισμό, Μονοφυσιτισμό; Πιστεύει
ότι είναι αληθείς Εκκλησίες με αποστολική διαδοχή και έγκυρα μυστήρια;
Αν όχι, τότε γιατί δεν διεκήρυξε την μοναδικότητα της Ορθοδόξου
Εκκλησίας στη Σύνοδο της Κρήτης, όπου ως γνωστόν εδόθη πλήρης
εκκλησιαστικότητα στους ετεροδόξους; Πολύ θα θέλαμε, Μακαριώτατε, να μας
δώσετε μια απάντηση στα παρά πάνω καυτά ερωτήματα.
Παρά κάτω ισχυρίζεται: «Ότι
υπάρχουν ‘φωτεινές ακτίνες’ στις διδασκαλίες άλλων θρησκευτικών
παραδόσεων ουδείς σοβαρός, αντικειμενικός μελετητής της Ιστορίας των
Θρησκευμάτων το αμφισβητεί. Άλλωστε το συμμαρτυρούν οι βιβλικές φράσεις:
Ο Θεός ‘ουκ αμάρτυρον αυτόν αφήκεν’ (Πραξ. 14:17)˙ ‘τα έθνη τα μη νόμον
έχοντα φύσει τα του νόμου ποιή, ούτοι νόμον μη έχοντες εαυτοίς εισί
νόμος’ (Ρωμ.2,14)». Δεν
γνωρίζουμε τις θεολογικές γνώσεις του συντάκτου, αλλά στη συγκεκριμένη
περίπτωση, τα παρά πάνω βιβλικά χωρία παρερμηνεύονται. Ας έλθουμε στο
πρώτο βιβλικό χωρίο: «καίτοι
γε ουκ αμάρτυρον εαυτόν αφήκεν αγαθοποιών, ουρανόθεν υμίν υετούς διδούς
και καιρούς καρποφόρους, εμπιπλών τροφής και ευφροσύνης τας καρδίας
υμών».
Είναι ένα απόσπασμα από το λόγο του Παύλου στα Λύστρα μετά τη θεραπεία
του χωλού. Εκεί ο Παύλος προσπαθεί να αποτρέψει τον όχλο να προσφέρει
θυσίες προς τιμήν των, να τους βοηθήσει να απαρνηθούν τη λατρεία των
ειδώλων και να τους οδηγήσει στην αληθινή θεογνωσία. Ο Θεός άφησε τους
ανθρώπους που έζησαν στην προ Χριστού εποχή, να βαδίσουν τον δρόμο που
επιθυμούν, να λατρεύουν τους θεούς που θέλουν. Τους εγκατέλειψε στην οδό
της πλάνης, όχι διότι ήθελε να πλανηθούν, αλλά διότι οι ίδιοι
απεμάκρυναν τους εαυτούς των από τον αληθινό Θεό και προτίμησαν τα
είδωλα, καθ’ όν χρόνον ο Θεός τους έδωσε πολλές μαρτυρίες για την
παρουσία του. Έδωσε χειροπιαστές αποδείξεις για την ύπαρξή του, όπως τη
δημιουργία του σύμπαντος, την πρόνοια και η φροντίδα του, με την οποία
διακυβερνά τα πάντα, την αγαθότητα και την αγάπη του, με την οποία
παρέχει βροχές και καιρούς καρποφόρους και κατάλληλες εποχές για
καρποφορία της γης, τις οποίες όμως κατεφρόνησαν. Μ’ άλλα λόγια οι
«φωτεινές ακτίνες» μιας αμυδράς, έστω, θεογνωσίας που προέρχονται από
την κτίση, την πρόνοιά Του, την αγαθότητά Του και την αγάπη Του, που
έδωσε ο Θεός στους ειδωλολάτρες, (και κατ’ επέκτασιν στους οπαδούς άλλων
θρησκειών), δεν έγιναν δεκτές. Το «καίτι» του στίχου 17 αυτό ακριβώς μαρτυρεί: Ότι ο Θεός μεν έδωσε «φωτεινές ακτίνες», αυτοί όμως δεν τις παρέλαβαν, δεν τις αξιοποίησαν.
Έκλεισαν τα μάτια τους, για να μη δεχθούν αυτές τις «φωτεινές ακτίνες».
Αφού λοιπόν δεν τις δέχθηκαν, πως θα ήταν δυνατόν να υπάρχουν αυτές
στις θρησκευτικές των παραδόσεις και στα ιερά των βιβλία; Το ότι αυτή
είναι η ορθή ερμηνεία του ως άνω βιβλικού χωρίου, (και όχι αυτή που
νομίζει ο συντάκτης), φαίνεται και από το άλλο παράλληλο χωρίο από την
προς Ρωμαίους
επιστολή: «Και καθώς ουκ εδοκίμασαν τον Θεόν έχειν εν επιγνώσει,
παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εις αδόκιμον νουν, ποιείν τα μη καθήκοντα», (1,28).
Τα δύο παρά πάνω χωρία μας βοηθούν να κατανοήσουμε ορθά και το χωρίο
από την προς Ρωμαίους 2,14. Εδώ ο Παύλος παρουσιάζει μια ακόμα «φωτεινή
ακτίνα», που είχαν στη διάθεσή τους οι ειδωλολάτρες, έναν ακόμη
στοιχειώδη, έστω, οδηγό προς την αληθινή θεογνωσία, τον έμφυτο ηθικό νόμο της συνειδήσεως.
Ενώ λοιπόν οι ειδωλολάτρες είχαν αυτό τον οδηγό, εν τούτοις δεν τον
αξιοποίησαν, δεν ακολούθησαν τη φωνή της συνειδήσεώς των, εκτός βέβαια
από ελαχιστότατες εξαιρέσεις. Κατεπάτησαν την φωνή της συνειδήσεώς των,
έτσι ώστε τελικά να μην έχουν «τον Θεόν εν επιγνώσει», (Ρωμ.1,28), με αποτέλεσμα να παραδώσει αυτούς ο Θεός «εις αδόκιμον νουν». Το
γεγονός βέβαια ότι κάποιοι ελάχιστοι ειδωλολάτρες, (όπως για παράδειγμα
ο Κορνήλιος ο εκατόνταρχος), ακολουθούσαν τη φωνή της συνειδήσεώς των,
αυτό με κανένα τρόπο δεν σημαίνει ότι στις θρησκευτικές παραδόσεις των
διαφόρων θρησκειών υπάρχουν «φωτεινές ακτίνες».
Παρά κάτω γράφει: «Όσο
για τις θεωρίες περί ειρήνης του «Γραφείου» περιοριζόμαστε να
παραπέμψουμε στο άρθρο του Αρχιεπισκόπου «Ειρηνικές φωνές από τους
πνεύμονες των θρησκειών». (Συνύπαρξη Εκδ. Αρμός, Αθήνα 2015), όπου
εξαίρεται η ιδιαιτερότητα της εν Χριστώ ειρήνης». Και πιο κάτω: «όλοι
οι υπεύθυνοι άνθρωποι, (πολιτικοί, στρατιωτικοί, διανοούμενοι,
δημοσιογράφοι, οικονομικοί παράγοντες και φυσικά οι θρησκευτικοί ηγέτες
όλων των παραδόσεων, όχι μόνον οι Ορθόδοξοι) είναι δυνατόν και οφείλουν
να συμβάλλουν» στην
ειρηνική συνύπαρξη. Όσα περί της εν Χριστώ ειρήνης παραθέσαμε δεν είναι
δικές μας «θεωρίες», αλλά εκφράζουν την περί ειρήνης Ορθόδοξη
διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Αν ο Μακαριώτατος έχει αντιρρήσεις, ας μας
υποδείξει, που νομίζει ότι σφάλουμε. Δεν γνωρίζουμε το περιεχόμενο του
άρθρου του, «Ειρηνικές φωνές…». Η
παραπομπή σε ένα άγνωστό άρθρο, από μόνη της, δεν λέει τίποτε. Αποτελεί
μάλλον μια «έξυπνη» σοφιστική μέθοδο του συντάκτου, για να αποφύγει να
δώσει απάντηση σε ένα καυτό ερώτημα, που είναι και το κύριο σημείο της
διαφωνίας μας. Ρωτούμε λοιπόν ευθέως και ζητούμε ευθέως μια απάντηση: Ο
Χριστός μας ολίγον προ του πάθους Του έδωσε την ειρήνη του στους μαθητές
του: «Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν, ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν», (Ιω.14,27). Μία και μοναδική ειρήνη παρέδωσε σ’ αυτούς την οποία χαρακτήρισε ως «εμήν». Δεν
τους παρέδωσε άλλες ειρήνες, ούτε τους έδωσε εντολή, να εργασθούν για
την επικράτηση πάνω στη γη μιας κοσμικού τύπου παγκόσμιας ειρήνης,
συνεργαζόμενους με άλλες θρησκείες και πολιτικούς παράγοντες. Οι άγιοι
απόστολοι και οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας αυτού του είδους την
ειρήνη έφεραν στον κόσμο και ουδέποτε διανοήθηκαν να συνεργαστούν με
άλλες θρησκείες της εποχής των προς την κατεύθυνση αυτή. Βάσει,
λοιπόν, ποιάς βιβλικής, ή πατερικής μαρτυρίας θεωρείτε χρέος σας να
συνεργασθείτε με άλλες θρησκείες για την ανοικοδόμηση μιάς κοσμικού
τύπου παγκόσμιας ειρήνης; Από που συμπεραίνετε ότι η Εκκλησία καλείται
να αγωνιστεί προς την κατεύθυνση αυτή; Περιμένουμε απάντηση.
Συνεχίζοντας γράφει: «Οι
συντάκτες του συγκεκριμένου κειμένου εκφράζουν μια υπεροπτική
θρησκευτική στάση, που περιφρονεί κάθε άλλη θρησκευτική παράδοση. Αυτή η
στάση τουλάχιστον ως προς την πολυθρησκευτική Αλβανία είναι επικίνδυνη
για την ειρηνική συνύπαρξη και θα αχρήστευε κάθε προσπάθεια Ορθοδόξου
μαρτυρίας στη χώρα μας». Αν ο συντάκτης κατάλαβε ότι εκφράζουμε μια «υπεροπτική θρησκευτική στάση, που περιφρονεί κάθε άλλη θρησκευτική παράδοση»,
κατάλαβε λάθος. Ακολουθούμε τα βήματα των αγίων Πατέρων μας, οι οποίοι
έβλεπαν μόνο μια πύλη σωτηρίας, την Εκκλησία του Χριστού. Δεν
περιφρονούμε καμιά άλλη πίστη, αλλά και δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τον
θεόπνευστο λόγο του αποστόλου Πέτρου: «ουκ
έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία, ουδέ γαρ όνομά εστιν έτερον υπό τον
ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις, εν ω δει σωθήναι ημάς», (Πραξ.4,12),
όπου διακηρύσσεται η μοναδικότητα της εν Χριστώ σωτηρίας. «Εάν ημείς σιωπήσωμεν, οι λίθοι κεκράξονται» (Λουκ.19,
40) και θα είμαστε αναπολόγητοι την ημέρα της κρίσεως, ότι δεν πράξαμε
το καθήκον μας, να καταγγείλουμε την πλάνη, η οποία οδηγεί στην απώλεια.
Εκτός και αν πιστεύει ο ίδιος, ότι υπάρχουν και άλλες πύλες σωτηρίας
εκτός της Εκκλησίας.
Όσο για το αν η εν Χριστώ ομολογία ως προς την μοναδικότητα της εν Χριστώ σωτηρίας είναι επικίνδυνη για την «πολυθρησκευτική Αλβανία», τον
πληροφορούμε τα εξής: Δεν αρνούμεθα την ειρηνική συνύπαρξη με τις άλλες
θρησκείες, έχοντας υπ’ όψη μας τον λόγο του αποστόλου Παύλου: «ει δυνατόν, το εξ υμών μετά πάντων ανθρώπων ειρηνεύοντες», (Ρωμ.12,18). Ωστόσο αυτό δεν είναι πάντοτε δυνατόν. Γι’ αυτό και ο Παύλος λέγει «ει δυνατόν», επειδή έχει υπ’ όψη του τον λόγο του Κυρίου μας: «ει εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσιν», (Ιω.15,20). Το
γεγονός δηλαδή ότι οι χριστιανοί οπωσδήποτε θα διωχθούν από τον κόσμο
και τους αλλόθρησκους. Ο Χριστός δεν έδωσε εντολή στους αποστόλους, αλλά
και σε κάθε χριστιανό: Πάσει
θυσία να επιδιώκετε να ειρηνεύετε με τους ανθρώπους, αλλά πάσει θυσία
να επιδιώκετε να ομολογείτε την πίστη, σύμφωνα με τον λόγο του: «Πας ουν
όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ
έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς», (Ματθ.10,32). Ώστε,
λοιπόν, πάνω από το ιδανικό της ειρηνικής συνυπάρξεως βρίσκεται το
καθήκον της ομολογίας. Αν αντιστρέψουμε τα πράγματα και τοποθετήσουμε τα
πάνω, κάτω και κάτω, πάνω, τότε θα φθάσουμε στο ολέθριο κατάντημα να
κολακεύουμε τους αλλοθρήσκους και να αναγνωρίζουμε σ’ αυτούς δυνατότητα
σωτηρίας. Και δυστυχώς αυτό γίνεται σήμερα στα Διαθρησκειακά Συνέδρια
και πολλά άλλα, όπως συμπροσευχές, που απαγορεύονται από τους ιερούς
Κανόνες.
Παρά κάτω κάνει εκτενή λόγο για το πολύπλευρο
«ιεραποστολικό, εκπαιδευτικό, εκδοτικό, υγειονομικό, φιλανθρωπικό,
κοινωνικό έργο, γενικότερα την άνθηση της Ορθοδοξίας στην Αλβανία». Δεν
αρνούμεθα όλα αυτά, διά τα οποία και συγχαίρουμε τον Μακαριώτατο. Το
πρώτο όμως και αναγκαιότερο που ζητάει ο Χριστός από έναν Προκαθήμενο, ή
από έναν Επίσκοπο, είναι η φροντίδα και η μέριμνά του για την διαφύλαξη
του ποιμνίου του από την αίρεση. Κατά την ώρα της χειροτονίας του έδωσε
φρικτές υποσχέσεις, όχι για να προσφέρει στην Εκκλησία φιλανθρωπικό, ή
κοινωνικό, ή όποιο άλλο ποιμαντικό έργο. Έδωσε φρικτές υποσχέσεις να
διαφυλάξει ακέραια και ανόθευτη την Ορθόδοξη πίστη και κατ’ επέκταση να
διαφυλάξει το ποίμνιό του από την αίρεση. Διότι, τι ωφελεί το όποιο «ιεραποστολικό, εκπαιδευτικό, εκδοτικό…» έργο,
εάν αδιαφορήσει για το σπουδαιότερο, την καταπολέμηση της αιρέσεως και
την προφύλαξη του ποιμνίου του από την αίρεση; Τι ωφελεί να κτίζουμε
ναούς καθ’ όν χρόνον γκρεμίζονται ψυχές, που αξίζουν περισσότερο από όλο
τον κόσμο;
Τέλος ο συντάκτης μας προσκαλεί να επισκεφθούμε την Αλβανία για να δούμε από κοντά το πολύπλευρο έργο του Αρχιεπισκόπου: «Οι
ζηλωτές συντάκτες της Ανακοινώσεως είναι ευπρόσδεκτοι να επισκεφθούν
και να συμπροσευχηθούν με τους Ορθοδόξους της Αλβανίας στους νέους
καθεδρικούς ναούς των Τιράνων, Κορυτσάς, Αργυροκάστρου, Βερατίου, Φίερι
και στους ναούς πολλών άλλων πόλεων και χωριών….». Δεν
έχουμε αντίρρηση να επισκεφθούμε την Αλβανία. Μόνο που, αν το κάνουμε,
θα επισημαίνουμε προς πάσαν κατεύθυνση, σε κάθε επαφή μας με τον κλήρο
και τον πιστό λαό της Αλβανίας, τον κίνδυνο από την παναίρεση του
Οικουμενισμού, κρατώντας στο χέρι μας το μνημειώδες έργο του αγίου
Ιουστίνου του Πόποβιτς: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία και ο Οικουμενισμός». Θα
υπενθυμίζουμε επίσης, (και με αυτό κλείνουμε την ανακοίνωσή μας), όσα ο
μεγάλος άγιος Ιερομάρτυς και Εθνομάρτυς Κοσμάς ο Αιτωλός, (ο οποίος
αγίασε με τα βήματά του και την Βόρειο Ήπειρο), διεκήρυξε στις «Διδαχές» του περί των άλλων θρησκειών, όπως ο παρά κάτω θεόπνευστος λόγος του: «Εγώ
εδιάβασα και περί ιερέων και περί ασεβών, αιρετικών και αθέων. Τα βάθη
της σοφίας ηρεύνησα, όλαι αι πίστεις είναι ψεύτικες. Τούτο εκατάλαβα
αληθινόν, ότι μόνη η πίστις των Ορθοδόξων χριστιανών είναι καλή και
αγία, το να πιστεύωμεν και να βαπτιζόμεθα εις το όνομα του Πατρός και
του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Τούτο σας λέγω τώρα εις το τέλος, να
ευφραίνεσθε οπού είσθε Ορθόδοξοι χριστιανοί, και να κλαίετε δια τους
ασεβείς και αιρετικούς οπού περπατούν εις το σκότος»!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών
[1] Αγ.
Ιουστίνου Πόποβιτς, καθ. Πανεπιστημίου Βελιγραδίου, Ορθόδοξος Εκκλησία
και Οικουμενισμός, Εκδ. Ιεράς Μονής Αρχαγγέλων Τσέλιε, Βάλιεβο, Σερβία,
σελ. 224
[2] Βλ. Marilyn Ferguson, The Aquarian Conspirasy, p. 369, Κατά παράθεσιν, Μ. Αρσενίου Βλιαγκόφτη, Δρ. Θεολογίας- Πτ. Φιλοσοφίας, Σύγχρονες Αιρέσεις, Μια πραγματική απειλή, Εκδ. Παρακαταθήκη, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 176-177.
[4] Βλ. περιοδ. «Επίσκεψις», αρθ. 523, σελ. 12, Γενεύη 1995.
[5] Περιοδ. «Επίσκεψις», αρ.511/30.11.1994, σελ. 28.
[6] Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, ό.π., σελ. 224
[7] Κων. Μουρατίδου, πρώην Καθηγητού Θεολ. Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Οικουμενική Κίνησις, Ο σύγχρονος μέγας πειρασμός της Ορθοδοξίας, Εκδ. «Ορθοδόξου Τύπου», Αθήναι 1972, σ. 18-19.
[8] Πρωτ. Θεοδώρου Ζήση, Ομοτίμου Καθ. Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ., Δικαιολογείται η συμμετοχή των Ορθοδόξων στο Π.Σ.Ε.;,
Πρακτικά Διορθοδόξου Επιστημονικού Συνεδρίου: «Οικουμενισμός,
Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις», Εκδ. «Θεοδρομία», Θεσσαλονίκη 2008, Τομ.
Α΄, σελ. 490.
πηγή: katanixis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας