Προχωροῦσε στή σύναταξη
τοῦ μεγάλου αὐτοβιογραφηκοῦ του ποιήματος (εἶναι τό ΙΑ΄ τῶν Ἱστορικῶν ἐπῶν του). Ὅμως κάθε τόσο
δυσκολίες. Μέσα του τά συναισθήματα ὑψώνονταν κύματα ὁρμητικά. Προσωποληψίες, ἀντιπάθειες,
συμπάθειες.... ὅλα μαζύ. Σκέφτηκε πάλι καί πάλι. Δέν ἔπρεπε ν’ ἀφήσει τά
προσωπικά του πάθη νά κυριαρχήσουν. Νά πεῖ τήν ἀλήθεια γιά ὅλα, νά μιλήσει γιά
τίς ἀδικίες πού τοῦ ’καναν. Αὐτό, ναί. Ὅμως νά μήν κατηγορήσει κάποιους ἄδικα,
νά μήν κακολογήσει ἀναίτια. Πῶς θά τά κατάφερνε; Τό’κανε θέμα προσευχῆς.
Τελείωνε ὁ Φλεβάρης. Ἤτανε
Κυριακή. Ἄρχιζε ἀμέσως ἡ νηστεία τοῦ Πάσχα, πού ἔπεφτε στίς 17 τοῦ Ἀπρίλη.
Ἀναλογιζόμενος
τή νηστεία πού θ’ ἄρχιζε, τοῦ ἦρθε μιά ἰδέα: Ἡ σιωπή.... Αὐτή θά τόν βοηθοῦσε
νά συναχτεῖ περισσότερο στόν ἑαυτό του καί νά αὐτοελέγχεται περισσότερο.
Σιωπώντας, θ’ ἀπόφευγε τή διάσπαση τοῦ ἐσωτερικοῦ του κόσμου. Ἀποφάσισε νά μή
μιλάει καθόλου, νά μήν κουβεντιάζει μέ κανένα σ’ ὅλο τό διάστημα τῆς Μεγάλης
Σαρακοστῆς μέχρι τό Πάσχα, μέχρι τίς 17 τοῦ Ἀπρίλη. Καί ἤλπιζε ὁ Θεός νά τόν
βοηθήσει. Νά τόν βοηθήσει στήν τήρηση τῆς σιωπῆς, μά καί νά τοῦ χαρίσει τά
πνευματικά ὠφέλη πού περίμενε ἀπό τήν ἄσκηση τούτη.
Στούς γύρω του ἀνθρώπους
ὁ Γρηγόριος ἐξήγησε μέ ὑπομονή τήν ἀπόφασή του. Ἐκεῖνοι παραξενεύτηκαν καί
ρώτησα πάλι καί πάλι τό λόγο αὐτῆς τῆς φοβερῆς ἄσκησης. Εἴχανε τό γέροντά τους
Γρηγόριο σάν ἅγιο. Ἔτσι τόν ἔνιωθαν, ἐξαγιασμένο. Καί τώρα ἐκεῖνος τούς ἔλεγε,
πώς θά τηρήσει δυό μῆνες σιωπή γιά νά ἐξαγνιστεῖ, γιά νά καθαρθεῖ ἀπό τά πάθη
του!
Ὁ διάκος Γρηγόριος καί
προπαντός ὁ Εὐστάθιος πέσανε ἀπό τά σύννεφα. Δέν καταλάβαιναν τίποτα. Δέν
ξέρανε ὅτι δέν ὑπάρχουνε πνευματικά ὅρια στήν πνευματική ἄνοδο. Ὅσο πιό ψηλά
φτάνει ὁ ἄνθρωπος, τόσο ψηλότερα ποθεῖ ν’ ἀνέβει. Ὅσο πιό κοντά πάει στό Θεό,
τόσο πιό πολύ νοσταλγεῖ τό Θεό. Ὅσο περισσότερο φωτίζεται, τόσο πιό φωτεινός
θέλει νά γίνει.
Στά ἱερά ὅμως τοῦτα
πράγματα ὑπάρχει τάξη ἀπαραβίαστη. Ἀνεβαίνει καί φωτίζεται ὁ ἄνθρωπος, μά τό ἀνέβασμα
καί τό φώτισμα τά χαρίζει ὁ Θεός. Τί κάνει ὁ ἄνθρωπος; Αὐτός ἀγωνίζεται καί ἀσκεῖται.
Κάνει ἄσκηση ἐπίπονη, γιά ν’ ἀπαλλαγεῖ ἀπό μικρά ἤ μεγάλα πάθη, ὥστε νά
προσφέρει καρδιά καί νοῦ θρόνο λαμπρό στό Θεό. Μέ τήν ἄσκηση καθαρίζει τά
λασπωμένα μάτια του γιά ν’ ἀτενίσει ἀπολαυστικά τό φῶς τοῦ ἥλιου.
Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
(σελ.322-323)
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας