Ὅταν ὁ Θεός δημιούργησε
τόν ἄνθρωπο, δέν τόν ἐγκατέλειψε, δέν τόν ἄφησε μόνο του, ἔστω καί ἄν
ὑποτεθεῖ ὅτι ἦταν μέσα στή μακαριότητα τοῦ Παραδείσου. Ὁ Θεός ζητοῦσε
πάντα νά ἔχει κοινωνία μέ τόν ἄνθρωπο, νά ἔχει φιλικές σχέσεις μαζί
του –τό ὑπογραμμίζω: φιλικές– καί αὐτό βέβαια θά παρέμενε ἄν οἱ πρωτόπλαστοι,
ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, εἶχαν εἰρήνη καί ἁγιότητα καρδιᾶς.
Δυστυχῶς ὅμως αὐτή ἡ ἁγιότητα
χάθηκε γρήγορα, γιατί θέλησαν, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως, νά αὐτονομηθοῦν.
Ἔτσι ταυτόχρονα ἔφυγε καί ἡ εἰρήνη.
Θυμηθεῖτε, τότε πού ὁ Χριστός ἐμφανίστηκε
γιά μιά ἀκόμα φορά μέσα στόν Παράδεισο... λέγοντας ἐκεῖνο τό «Ἀδάμ, ποῦ εἶ;»[1]. Ὅπως ἀκριβῶς ὁ ἐπισκέπτης χτυπάει τήν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ, καί
δέν παίρνει ἀπάντηση, γιατί ὁ νοικοκύρης μάλιστα τρέπεται σέ φυγή
καί πάει καί κρύβεται στό ὑπόγειο τοῦ σπιτιοῦ του! Ἔτσι δικαιολογεῖται
καί ὁ διάλογος μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπου. «Ἀδάμ , ποῦ
εἶσαι; Γιατί κρύφτηκες;». «Εἶμαι γυμνός , γι’ αὐτό ντρέπομαι» λέει ὁ Ἀδάμ.
«Ποιός σοῦ εἶπε ὅτι εἶσαι γυμνός ; Ποιός ἦρθε
καί σοῦ τό σφύριξε στό αὐτί αὐτό ;». Εἴδατε;
φιλική σχέση. Δέν ἦταν ἡ πρώτη φορά πού ἐμφανιζόταν ὁ Θεός Λόγος στούς
πρωτοπλάστους· ὄχι, δέν ἦταν ἡ πρώτη φορά. Γι’ αὐτό σᾶς εἶπα ὅτι ὑπῆρχε αὐτή ἡ
φιλική σχέση.
Τώρα ἐπισκέπτεται ξανά ὁ Θεός
Λόγος τόν ἄνθρωπο· γίνεται ἄνθρωπος, ἔρχεται πιό κοντά, γιά νά πεῖ: «ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε, ἐὰν ποιῆτε ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν»[2]. Ἄν ἐφαρμόζετε ὅσα σᾶς λέω , εἶστε φίλοι μου. Καί αὐτή ἡ χαμένη φιλία ξαναβρίσκεται μέ τόν ἁγιασμό.
Ἐπιμένω στό θέμα τοῦ ἁγιασμοῦ,
γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν», ὅσα σᾶς παραγγέλλω. Συνεπῶς
πρέπει νά ἐφαρμόζετε ἐκεῖνα τά ὁποῖα λέω. Αὐτό εἶναι ὁ ἁγιασμός, αὐτό φέρνει τήν ἀποκατάσταση τῆς φιλίας.
Γι’ αὐτό καί ὁ προφήτης Ἡσαΐας δέεται στόν Κύριο καί λέει: «Κύριε, ὁ Θεὸς ἡμῶν, εἰρήνην δὸς ἡμῖν, πάντα γὰρ ἀπέδωκας ἡμῖν»[3]. Δηλαδή: Κύριε , δῶσε μας εἰρήνη , γιατί
ὅλα , ὅσα ἔχουμε, Ἐσύ μᾶς τά ἔχεις δώσει.
Οἱ θυσίες τῆς ἀρχαιότητος,
πού ὀνομάζονταν ἑκατόμβες ἐπειδή προσφέρονταν ἑκατό βόδια –τά ἔσφαζαν ἐπάνω σέ μία ξύλινη
σχάρα, πού ἦταν τοποθετημένη πάνω ἀπό ἕναν λάκκο, καί ἀπό κάτω ἦταν ἐκεῖνος
πού ἤθελε νά ἐξιλεωθεῖ ἀπέναντι στόν Θεό καί δεχόταν τό αἷμα τῶν
σφαζομένων ζώων– ἀλλά καί οἱ λατρεῖες τῶν λαῶν τῆς γῆς, δέν φανερώνουν τί
ἄλλο παρά τήν ἀναζήτηση καί τήν ἀποκατάσταση αὐτῆς τῆς εἰρήνης ἀνάμεσα
στόν ἄνθρωπο καί τόν Θεό πού διακόπηκε.
Κανένας πόθος δέν βρέθηκε νά εἶναι
τόσο βαθύς μέσα στήν ἀνθρώπινη ψυχή, ὅσο ὁ πόθος τῆς εἰρήνης.
Καί ἡ θέση τῶν εἰρηνοποιῶν εἶναι
νά συμφιλιώνουν τούς ἀνθρώπους μέ τόν Θεό, ὁδηγώντας τους πάλι κοντά
Του. «Ἄνθρωπε, γιατί ἔφυγες ἀπό τόν Θεό ; Γύρνα πίσω ,
μήν ἁμαρτάνεις ». Αὐτό βεβαίως δέν μπορεῖ νά τό
κάνει ὁ εἰρηνοποιός, ἄν δέν ἔχει ὁ ἴδιος εἰρήνη· δέν μπορεῖ
νά παίξει τόν ρόλο του ὡς εἰρηνοποιοῦ.
Στήν παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ βλέπει κανείς νά σκιαγραφεῖται
αὐτή ἡ ἐπιστροφή καί ἡ ἀποκατάσταση τῆς εἰρήνης. Γυρίζει πίσω ἡ εἰρήνη,
μέ τή μετάνοια τοῦ ἀσώτου.[4]
Αὐτό τό βρίσκουμε
σήμερα στό Μυστήριο τῆς Μετανοίας καί τῆς Ἐξομολογήσεως, πού εἶναι
τό κατεξοχήν μυστήριο τῆς συμφιλιώσεως μέ τόν Θεό. Ἐγώ προσωπικά,
ὡς κληρικός πού εἶμαι καί ἀσκῶ τό μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, ἔχω
βαθειά, βαθυτάτη τή συνείδηση ὅτι ὅταν ἐξομολογοῦνται οἱ ἄνθρωποι
ἐγώ γίνομαι ὁ εἰρηνοποιός, ὁ συμφιλιωτής ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους πού ἁμάρτησαν
καί στόν Θεό. Διότι ὅταν ὁ ἄλλος μετανοεῖ, συμφιλιώνεται μέ τόν Θεό.
Ὁ Πνευματικός λοιπόν εἶναι εἰρηνοποιός, εἶναι συμφιλιωτής. Εἶναι
πάρα πολύ σημαντικό αὐτό, καί σᾶς εἶπα ὅτι ἔχω βαθειά ἐπίγνωση τοῦ
θέματος.
Καί τώρα ἄς
δοῦμε τήν εἰρήνη μέ τόν ἑαυτό μας.
Ὁ ἄνθρωπος
δέν εἶναι ἁπλῶς διχασμένος μετά τήν πτώση του, στό πρόσωπο τοῦ Ἀδάμ, ἀλλά
θά ἔλεγα ὅτι εἶναι κομματιασμένος. Ἰδίως ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος εἶναι
μιά κομματιασμένη προσωπικότητα, καί ἐδῶ εἶναι καί ἡ τραγικότητα
τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου.
Ἔτσι ἔχουμε
φρικτές συγκρούσεις ἐσωτερικές, δηλαδή συγκρούσεις νοήσεως, συναισθήματος
καί βουλήσεως. Αὐτές εἶναι οἱ τρεῖς δυνάμεις τῆς ψυχῆς,
πού μεταξύ τους συγκρούονται. Ἀλλά καί ἡ ψυχή συγκρούεται μέ τό σῶμα.
Ἀκόμη ἔχουμε
σύγκρουση τῶν προσωπικῶν μας ἐπιθυμιῶν καί τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Ὁ νόμος
τοῦ Θεοῦ λέει αὐτό , ἀλλά ἐγώ θέλω νά κάνω κάτι διαφορετικό.
Ἀκόμη, μέσα
μας ὑπάρχουν πόθοι ἀνεκπλήρωτοι. Θά θέλαμε
νά πετύχουμε αὐτό ἤ ἐκεῖνο, δέν τό πετυχαίνουμε, ἀλλά παρά ταῦτα αὐτοί
οἱ πόθοι ἐπιμένουν ὁπωσδήποτε νά ἐκπληρωθοῦν. Τό ἀποτέλεσμα ἴσως εἶναι
νά βρεθοῦμε σέ νευρολογική κλινική!
Γι’ αὐτό σήμερα
ἔχουμε πολλούς ἀνθρώπους πού ἔχουν ψυχικές ἀναστατώσεις, ἔχουν
συγκρούσεις, προβλήματα ὅπως λέμε, ἰδίως στή νεολαία μας.
Δέν ὑπάρχει ἡ εἰρήνη ἀνάμεσα στίς τρεῖς δυνάμεις τῆς ψυχῆς, τή νόηση,
τή βούληση καί τό συναίσθημα, καί ἀνάμεσα στήν ψυχή καί τό σῶμα.
Εἰρηνοποιός
ἐδῶ μπορεῖ νά εἶναι καί πάλι ὁ Πνευματικός, ἀλλά βασικά θά σᾶς ἔλεγα
ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός μας. Πρέπει νά καταλάβει ὁ ἄνθρωπος γιατί
συγκρούεται μέ τοῦτο καί μ’ ἐκεῖνο μέσα στόν ἴδιο του τόν ἑαυτό, νά ἐπισημάνει
τίς συγκρούσεις αὐτές, νά προσεγγίσει τόν Κύριο καί νά ἀποκαταστήσει
τήν εἰρήνη ἀνάμεσα σ’ αὐτά τά διεστῶτα, αὐτά δηλαδή τά ἀντιφατικά στήν ψυχή του καί πού τώρα συκρούονται. Ναί.
Καί αὐτά, ὅπως σᾶς εἶπα, εἶναι: ἀνεκπλήρωτοι πόθοι, ἐπιθυμία ἡδονῶν,
ὅλα αὐτά!
Ἀλλά νά ποῦμε
στόν ἑαυτό μας: «Γιά στάσου. Δέν μένεις ἰκανοποιημένος
πού ἔχεις μόνο αὐτό; Θέλεις κι ἐκεῖνο καί τό ἄλλο ; Καί ἄν δέν τά ἀποκτήσεις,
χάλασε ὁ κόσμος ;». Ἡ Ἕλλεν Κέλερ ἔλεγε: «Γιατί νά ἐπιμένω νά χτυπάω μιά πόρτα κλειστή , ὅταν πλάι της εἶναι
μία ἄλλη πόρτα ἀνοιχτή;». Γιατί νά
θέλουμε ὁπωσδήποτε, σώνει καί καλά, νά πετύχουμε κάτι, κι ἄν αὐτό δέν
γίνει νά φτάνουμε ἀκόμη καί στήν αὐτοκτονία; Γιατί;
Πρέπει λοιπόν, ὅπως λέει
ὁ Ζηγαβινός, «εἰρηνεύσας τὸ θέλημα τῆς ἰδίας
σαρκὸς μετὰ τοῦ θελήματος τῆς ψυχῆς αὐτοῦ καὶ ὑποτάξας τὸ χεῖρον τῷ
κρείττονι». Δηλαδή: Νά εἰρηνεύσεις τό θέλημα τοῦ σώματός σου μέ τό θέλημα τῆς ψυχῆς
σου, καί ἔτσι θά ὑποτάξεις τό χειρότερο , τό μικρότερο, στό καλύτερο , τό μεγαλύτερο ,
τό σῶμα στήν ψυχή , καί ὁλόκληρη τήν ὕπαρξή σου στόν Θεό. Ἄν τό κάνεις αὐτό, τότε βεβαίως θά ἔχεις εἰρήνη.
Καρδιά πού ″μεριμνᾶ καὶ τυρβάζῃ περί πολλά ″, ὅπως εἶπε
ὁ Κύριος στή Μάρθα,[5] ἔχει χαμένη τήν εἰρήνη. Σέ καρδιά πού δέν πιστεύει στήν πρόνοια
τοῦ Θεοῦ, ἡ εἰρήνη δέν μπορεῖ νά στεριώσει. Καρδιά πού ὑποκλέπτει
τόν ἑαυτό της ἀπό τή χάρη καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ γιά νά παραδοθεῖ στό
θέλημα τό δικό της εἶναι καρδιά πού ἔχει χαμένη τήν εἰρήνη. Καρδιά
πού ἔχει χάσει τόν ἑαυτό της, τότε εἶναι ὁλότελα χαμένη. Λέει τό βιβλίο
τῶν Παροιμιῶν : «Οὐαὶ τοῖς ἀπολωλεκόσι τὴν καρδίαν», ἀλλοίμονο σέ ἐκείνους πού ἔχουν χάσει τήν καρδιά τους.
Τέλος, ἔχουμε καί τήν εἰρήνη
μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Ρίζα καί αἰτία κάθε φιλονικίας, διαιρέσεως
καί ἔχθρας εἶναι ὁ ἐγωισμός καί ἡ φιλαυτία. Ἡ φιλαυτία, πού εἶναι ἡ
ἱκανοποίηση τοῦ ἐγώ, δηλαδή ἡ ἐξυπηρέτηση τοῦ ἑαυτοῦ μας, παίρνει πολλές
μορφές, καί ἄλλοτε παρουσιάζεται ὡς διεκδίκηση συμφερόντων, ἄλλοτε ὡς
τιμή καί ὑπόληψη, ἄλλοτε ὡς ἀναζήτηση ἡδονῆς. Ξέρετε πόσοι κάνουν
καί φόνο ἀκόμη, γιατί δέν ἱκανοποιοῦνται οἱ ἡδονές τους; Ἔτσι, ὅταν
ὁ ἄνθρωπος στερηθεῖ κάτι ἀπό αὐτά, ἀμέσως φιλονικεῖ, ἐχθρεύεται,
φθονεῖ, μισεῖ.
Τό τί διαστάσεις μπορεῖ νά πάρει
μία τέτοια κατάσταση, ἄν δέν ἐπέμβει κάποιος, δέν εἶναι καί ἀνάγκη
νά τό ποῦμε. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος πού θά βοηθήσει ἐκείνους πού εἶναι σέ διάσταση,
εἶναι ὁ εἰρηνοποιός.
Γιά νά μπορεῖ ὅμως κανείς νά
εἶναι εἰρηνοποιός, πρέπει νά προσβλέπει στό αἰώνιο πρότυπό του, τόν
Χριστό. Ἀπό ἐκεῖ θά ἀντλήσει τήν εἰρήνη, γιατί ὁ Χριστός «ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν»[6], ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στούς Ἐφεσίους.
Καί ὁ Κύριος εἶπε: «Εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν· οὐ καθὼς ὁ
κόσμος δίδωσιν, ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν»[7]. Δηλαδή: Τή δική μου εἰρήνη σᾶς ἀφήνω , τή
δική μου εἰρήνη σᾶς δίνω. Ὄχι ὅπως σᾶς τή δίνει ὁ κόσμος , τήν κοσμική εἰρήνη· ἐγώ σᾶς
δίνω τή δική μου τήν εἰρήνη.
Καί ποιά εἶναι
ἡ ἀμοιβή τῶν εἰρηνοποιῶν; «Ὅτι αὐτοὶ
υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται»[8]. Αὐτοί θά κληθοῦν παιδιά τοῦ Θεοῦ, καί ἐδῶ στή γῆ καί στόν Οὐρανό. Αὐτό εἶναι τό μεγάλο βραβεῖο τῶν
εἰρηνοποιῶν: ἡ υἱοθεσία, τό ὅτι θά γίνουν παιδιά τοῦ Θεοῦ! Καί παιδί τοῦ Θεοῦ σημαίνει καί ἀδελφός τοῦ Χριστοῦ, κληρονόμος τοῦ Χριστοῦ, κληρονόμος Θεοῦ, «συγκληρονόμος Χριστοῦ », πού λέει
ὁ ἀπόστολος Παῦλος.[9]
Καλοί μου
φίλοι, εἶναι μεγάλος τίτλος τιμῆς τό νά εἶσαι εἰρηνοποιός, ὄχι σέ
θέματα εἰρήνης τοῦ κόσμου, ἀλλά σέ θέματα εἰρήνης τοῦ Θεοῦ! Γι’ αὐτό
πρέπει νά βροῦμε τήν εἰρήνη μέ κάθε τρόπο καί νά τήν ἀσκοῦμε ὡς εἰρηνοποιοί.
Νά εἴμαστε πάντοτε ὅπως μᾶς θέλει ὁ Θεός, καί τότε θά μᾶς ἐκφράζει ὁ μακαρισμός «μακάριοι
οἱ εἰρηνοποιοί, ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται».
Κυριακή, 21 Ἰανουαρίου 1996
(συνεχίζεται)
Απόσπασμα από το βιβλίο ‘’MAKAΡΙΣΜΟΙ’’ .
Της Ιεράς
Μόνης Κομνηνείου, Κοιμήσεως Θεοτόκου και Αγίου Δημητρίου.
Το βιβλίο
περιέχει απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του
μακαριστού Γέροντα Π. Αθανασίου Μυτιληναίου.
Η ανάρτηση
γίνεται με την ευλογία της Ιεράς Μονής.
[4]. Βλ. Λουκ. 15, 11-35.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας