Στίς πρῶτες μάλιστα
συνεδρίες, ἀρχές τοῦ Μάη, σηκώθηκαν οἱ πιό κακότροποι καί ἀθεολόγητοι ἐπίσκοποι
καί τόν κατηγόρησαν ἀνοιχτά:
-Εἶσαι νεωτεριστής, τοῦς
εἶπαν, δέν κρατᾶς τήν παράδοση! Πάλι μέ ὑπομονή καί ταπείνωση τούς ἐξήγησε ὅτι ὅλα
ὅσα διδάσκει καί λέει εἶναι σύμφωνα μέ τή Γραφή καί τή παράδοση, ὅτι δέν εἶναι ἀνάγκη
νά τά βρίσκουμε ὅλα κατά λέξη στή Γραφή, ὅτι πρέπει νά πηγαίνουμε στό βάθος τῆς
Γραφῆς.
Τίποτα, τοῦ ἀπαντοῦσαν,
ἐμεῖς αὐτά δέν τά ξέρουμε, δέν τά καταλαβαίνουμε.
Μέσα του ὁ Γρηγόριος ἔνιωθε
φοβερή ἀπογοήτευση. Στιγμές ἔχανε τήν ὑπομονή του, λιποψυχοῦσε. Κύλαγε ὅμως
μέσα του ἡ θείας χάρη. Φτερούγιζε στό εἶναι του ἡ ἐνέργεια τοῦ ἁγίου Πνεύματος
καί συνερχόταν. Ἐξηγοῦσε πιό ἁπλά τή θεότητα τοῦ Πνεύματος, καί ὅτι στό Θεό ἡ οὐσία
εἶναι μία, ἐνῶ οἱ ὑποστάσεις τρεῖς, δηλαδή τρία πρόσωπα, ὁ Πατέρας, ὁ Υἱός καί
τό Πνεῦμα.
Πρός τό τέλος μάλιστα,
πού τούς ἔβλεπε νά μαλακώνουν καί νά τόν ἀκοῦνε μέ πιό μεγάλη ἐμπστοσύνη, ἄφησε
τά πολλά ἐπιχειρήματα καί τούς εἶπε:
-Ἀδελφοί, προμηθέας εἶμαι
στή θεολογία, ὄχι νεωτεριστής πού ἀνατρέπει τήν παράδοση. Κι ὅσα διδάσκω δέν τ’
ἀφήνω. Δέν μπορῶ νά τό κάνω ὅσες πλειοψηφίες κι ἄν ἔχετε.
Τά λόγια του προκάλεσαν
ἔνταση. Ἄλλοι ἀπό ἀληθινό ἐνδιαφέρον κι ἄλλοι ἀπό ἀντιπάθεια φουντώσανε μέσα
τους. Τότε ὁ Γρηγόριος, ἐνώπιον τῶν συνοδικῶν, εἶπε τή μεγάλη του κουβέντα, τό
τελικό του ἐπιχείρημα:
-Γι’ αὐτά πού ἀνέλυσα ὁδηγό
εἶχα τό θεῖο Λόγο, μήν περιμένετε λοιπόν, νά ὑποχωρήσω στήν πλειοψηφία!
Τήν ἱερή τούτη στιγμή
τά πάθη ξεθύμαναν. Τί ἄλλο μπορεῖ νά συμβεῖ; Τό ἅγιο Πνεῦμα φώτισε καί τους
δύστροπους καί τούς ἀπαίδευτους. Ὅλοι μεταστραφήκανε, ὅλοι στό τέλος δεχτήκανε
τή θεολογία τοῦ Γρηγορίου, τή θεολογία πού υἱοθέτησε καί μέ τήν ὁποία ζεῖ ἡ Ἐκκλησία
μας, ἡ Ὀρθοδοξία μας. Ἡ θεολογία αὐτή μπῆκε στό Σύμβολο τῆς πίστης καί στόν «Τόμο», πού σύνταξε ἡ Σύνοδος καί πού
σώθηκε σέ κείμενο τῆς συνόδου τοῦ 382. Τώρα καταλαβαίνουμε, γιατί ἔχουμε
σεβασμό σέ ὅλους τούς ἐπισκόπους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί δέν περιφρονοῦμε
τούς κακότροπους. Γιατί κι αὐτοί, στήν κρίσιμη καί ἀποφασιστική ὥρα τῆς ἀλήθειας,
φωτιστήκανε ἀπό τό ἅγιο Πνεῦμα, γίνανε ὄργανα τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἀποδοχή κι ἐπικύρωση
τῆς ἀλήθειας.
Κατά τίς συζητήσεις αὐτές,
ὅπου κρίνονταν σημαντικά δογματικά θέματα, ὁ Γρηγόριος δέν ἦταν καί τελείως
μόνος. Εἶχε τήν πρώτη εὐθύνη κι ὅλοι τά περίμεναν ἀπό αὐτόν. Ὅμως ὑπῆρχαν στή
Σύνοδο μερικοί σπουδαῖοι θεολόγοι, πού ἤσανε τοῦ πνεύματός του καί τόν
βοηθήσανε. Πρῶτος καί καλύτερος, ὁ φίλος του Γρηγόριος Νύσσης, ἔπειτα ὁ
ξάδελφός του ὁ Ἀμφιλόχιος Ἰκονίου καί κάποιοι ἀκόμα. Τά θεολογικά ὅμως ὅλοι τά
περίμεναν ἀπό τό Γρηγόριο. Γι’ αὐτό τελικά τόν ὀνομάσανε καί Θεολόγο μέ Θ.
κεφαλαῖο.
Ὅσο γιά τόν πρόεδρο τῆς
Συνόδου καί τή βοήθειά του στά θεολογικά, δέ γίνεται συζήτηση. Ἅγιος καί ἥρωας
τῆς Ἐκκλησίας, μά τό μόνο πού μποροῦσε ἤτανε ν’ ἀκολουθεῖ ὅσα ὑποστήριζε ὁ
Γρηγόριος.
Ἡ κοίμηση τοῦ προέδρου Μελετίου
Καί δέν ἔφτανε μόνο τοῦτο.
Γέρος ὁ Μελέτιος καί ταλαιπωρημένος ἀπό τίς κακουχίες τῶν διωγμῶν καί τῶν ἐξοριῶν,
ἀρρώστησε ἀπό τίς πρῶτες ἡμέρες τῆς Συνόδου. Πλησιάζοντας ἡ 15η τοῦ
Μάη, βάρυνε πολύ ὁ σεβάσμιος γέροντας. Κάλεσε γύρω του τίς κεφαλές τῆς Συνόδου.
Εἶχε προαισθανθεῖ τό τέλος. Μέ τή βοήθεια δικοῦ του ἀνθρώπου ἀνασηκώθηκε στό
προσκέφαλο, τούς κοίταξε ἤρεμα μέ γαλήνιο βλέμμα καί εἶπε τίς τελευταῖες
κουβέντες του. Ἤσανε ὅλες γιά διαλλακτικότητα, γιά σύνεση καί φόβο Θεοῦ στίς ἐργασίες
τῆς Συνόδου.
Ὁ Γρηγόριος τίς ἴδιες ἡμέρες
εἶχε προβλήματα ὑγείας. Τόσο πού ἀναγκάστηκε νά μήν εἶναι στίς συνεδρίες. Αὐτό,
ἀπό τή μιά τοῦ ἦταν εὐχάριστο κι ἀπό τήν ἄλλη τόν στενοχωροῦσε. Εὐχάριστο,
γιατί γλίτωνε ἀπό τίς ἀντεγκλήσεις κατά τή διάρκεια τῶν συζητήσεων καί ἀπό τούς
κακότροπους συναδέλφους του. Τόν στενοχωροῦσε ὅμως, γιατί ὅταν ἔλειπε ἀπό τίς
συνεδρίες, ἐπικρατοῦσε σύγχυση καί ἀναρχία. Τίποτα δέν προχωροῦσε. Ὅ,τι
στερέωνε μέ τήν παρουσία του, γκρεμιζότανε στήν ἀπουσία του. Κι ἔπρεπε πάλι ἀπό
τήν ἀρχή. Τουλάχιστον νά τελείωναν οἱ συζητήσεις γιά τά θεολογικά. Ἐκεῖνα τόν
πονούσανε πιό πολύ. Καί βιαζότανε νά ἔχει γι’ αὐτά τή σύμφωνη γνώμη τῶν συναδέλφων
του.
Στενοχωριόταν ὅμως καί
γιά τόν πλυσέβαστό του Μελέτιο. Ἤτανε τώρα ἄρρωστος καί δέν μποροῦσε νά τοῦ
παρασταθεῖ. Κάθε μέρα, βέβαια, ὁ Γρηγόριος τοῦ ’στελνε γιά βοήθεια κάποιον ἀπό
τούς ἀνθρώπους του, πότε τόν Εὐπράξιο καί πότε τό Θεόφιλο. Ἀπό αὐτούς μάθαινε
τά σχετικά καί αὐτοί τοῦ φέρνανε τό νέο πού τόν συγκλόνισε: Ἐκεῖ, στά μέσα τοῦ
Μάη, ὁ γέρο-Μελέτιος παρέδωσε εἰρηνικά τό πνεῦμα του στόν πλάστη. Τό ἱερό του
λείψανε μέ πολλή εὐλάβεια μεταφέρθηκε στό ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ὁ λαός ὅλος,
οἱ χριστιανοί δηλαδή, περάσανε γιά τιμητικό προσκύνημα. Εἴχανε ὅλοι
συνειδητοποιήσει ὅτι κήδευαν ἕναν ἐκλεκτό τοῦ Θεοῦ, ἕναν ἀγωνιστή καί ἥρωα τῆς Ὀρθοδοξίας.
Κυριολεκτικά, τόν θρηνήσανε μέ δάκρυα καί λυγμούς. Ἔπειτα σχηματίστηκε πομπή
τεράστια, πέρασε ἀπό τό μεγάλο δρόμο, τή Μεγάλη Μέση, φτάσανε στό λιμάνι
Προσφοριανό καί τοποθετήσανε τό φέρετρο σέ γεροχτισμένο καράβι. Μέ συνοδεία ἐπισήμων
σαλπάρησε γιά τήν Ἀντιόχεια, ὅπου οἱ χριστιανοί, ὀρθά, τιμήσανε τό Μελέτιο ὡς ἅγιο.
Ὅλ’ αὐτά ὁ Γρηγόριος τά
μάθαινε στό κρεββάτι τοῦ πόνου. Βρισκότανε σέ τέτοια κατάσταση, πού δέν μπόρεσε
οὔτε ν’ ἀσπαστεῖ τό ἱερό λείψανε τοῦ Μελετίου. Ἄν ἤτανε καλά θά ὀργάνωνε ὁ ἴδιος
τίς τιμές γιά τό Μελέτιο καί θά ἐκφωνοῦσε ὁ ἴδιος τόν ἐπικήδειο. Παρηγοριότανε ὅμως,
γιατί ἐπικήδειο ἑτοίμασε μεγάλος θεολόγος, ὁ Γρηγόριος Νύσσης. Καί ἤτανε
πράγματι ἀντάξιος ἐπικήδειος. Μόνο πού δέν ἦταν τόσο ποιητικός, ὅσο ἄν τόν ἔγραφε
ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος.
Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
(σελ.252-255)
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας