Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015

«Όστις πταίση εν ενί, γέγονε πάντων ένοχος» (Ιακ. Β΄, 10)



Στην καθολική του επιστολή ο Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, θεωρώντας την προσωποληψία (β’,3), τη μεροληπτική δηλ. διάκριση μεταξύ πλουσίων και φτωχών, ξένη προς τη χριστιανική πίστη και νοοτροπία, παραθέτει το ανωτέρω χωρίο, για να τονίσει ότι η μεροληπτική αυτή συμπεριφορά, παρ’ ότι δε φαίνεται ως σοβαρή αμαρτία, είναι παράβαση ΟΛΟΥ του Ευαγγελικού νόμου.
Τονίζει λοιπόν ο Αδελφόθεος ότι: «Όστις γαρ όλον τον νόμον τηρήση πταίση δε εν ενί, γέγονεν πάντων ένοχος». Όποιος δηλ. τηρήσει όλο το νόμο του Ευαγγελίου και παραβεί μια μόνο εντολή του, είναι παραβάτης και καταπατητής όλου του νόμου. Διότι ένας και ο αυτός Θεός νομοθέτησε όλο το
νόμο και εξέφρασε με αυτόν το θέλημά Του. Ο Θεός που είπε «μη μοιχεύσεις», είπε και «μη φονεύσεις». Εάν δεν μοιχεύσεις, αλλά φονεύσεις, έγινες παραβάτης του νόμου (β΄, 11). Οι θείες εντολές αποτελούν ενιαίο σύνολο και η μία εξαρτάται από την άλλη. Η αθέτηση μίας προδίδει διάθεση αμαρτωλή, η οποία θα εκδηλωθεί, εάν συντρέξουν οι περιστάσεις, στην παράβαση και άλλης ή άλλων εντολών, αλλά και πρόθεση καταφρονήσεως και περιφρονήσεως του θείου Νομοθέτου.
Το ίδιο αναφέρεται και στον Ευαγγελιστή Ματθαίο: «Όποιος, λοιπόν, καταργήσει και μία από τις πιο μικρές εντολές αυτού του νόμου και διδάξει έτσι τους άλλους (με λόγια, έργα ή με τη συμπεριφορά του) θα θεωρηθεί ελάχιστος στη βασιλεία του Θεού». Και ο ιερός Χρυσόστομος αναλύει: «Όταν ακούεις τη φράση ελάχιστος, μη εννοείς τίποτε άλλο, παρά την αιώνια τιμωρία και κόλαση» (ΕΠΕ τομ. 9, σελ. 539).
Χαρακτηριστικά είναι όσα σημειώνει και ο Π.Ν. Τρεμπέλας στο σχετικό υπόμνημά του: «Με το στίχο αυτό (β΄, 10) θέλει να πει ότι ο πταίσας εν ενί είναι ένοχος παραβάσεως του νόμου του Θεού ως όλου και δεν ωφελείται, εάν στο παρελθόν δεν σημείωσε παραβάσεις στη ζωή του. Θα τον μεταχειρισθεί ο Θεός ως παραβάτην του νόμου Του, οσονδήποτε και αν υπό άλλας απόψεις ευρίσκεται εν τάξει» (Τόμος Γ΄, σελ. 248). Όπως και στην κλοπή του ζώου από έναν κατά τα άλλα τίμιο άνθρωπο, η Δικαιοσύνη τον θεωρεί κλέφτη. Η προβολή του ισχυρισμού ότι τηρεί σ’ όλες τις άλλες περιπτώσεις το νόμο, δεν τον δικαιολογεί ούτε τον σώζει από την τιμωρία.
Εάν λοιπόν η προσωποληψία, παρ’ ότι είναι «μία λεπτή και αφανής παράβαση του νόμου», χαρακτηρίζεται από τον Αδελφόθεο ως προσβολή όλου του θείου νόμου και του Θεού, τι μπορεί και πρέπει να πει κανείς για τις σύγχρονες αφανείς και εμφανείς λεπτές ή χονδροειδείς παραβάσεις που επιτελούνται από τους σύγχρονους χριστιανούς; Από τις απλές, όπως τους καλλωπισμούς, τα παντελόνια των γυναικών ή τα αμάνικα φορέματά τους, μέχρι τις προγαμιαίες σχέσεις, την αποφυγή της τεκνογονίας ή τις εκτρώσεις;
Παραβάσεις ηθελημένες, τελούμενες κατόπιν ωρίμου σκέψεως και αποφάσεως, χωρίς να μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι έγιναν εν αγνοία ή συμπτωματικά; Διότι αθελήτως, λόγω αδυναμίας – αμελείας ή απερισκεψίας τελούμε όλοι μας σωρεία παραβάσεων. «Ουδείς ακριβώς πάντα εποίησε τα προστάγματα του Θεού» (Άγιος Ιουστίνος ΒΕΠΕΣ 3, 298). Αλλά, άλλη παράβαση είναι να ξαναθυμώσεις, να ξαναβρίσεις ή να ξαναμεθύσεις και τελείως άλλη παράβαση είναι η απόφαση να μη νηστεύεις (ενώ μπορείς), να μη μιλάς με τον αδελφό σου, να μην κάνεις τα παιδιά που σου δίνει ο Θεός με διάφορες δικαιολογίες κ.λπ. Ο στίχος β΄, 10 αφορά στις δεύτερες από τις ανωτέρω παραβάσεις, που γίνονται όχι από απερισκεψία όπως οι πρώτες, αλλά συνειδητά, λόγω πλήρους παραγνωρίσεως ή παραμελήσεως του θείου νόμου. Παραβάσεις που αποτελούν προσωπική απόφαση – τοποθέτηση αντίθετη από το γράμμα και το πνεύμα του Ευαγγελικού νόμου. Παραβάσεις οι οποίες και εξομολογούμενες μερικές φορές δεν επιφέρουν κανένα πνευματικό αποτέλεσμα, διότι δεν εμπεριέχουν μετάνοια και αλλαγή τρόπου ζωής.
Εάν λοιπόν ο πιστός παρουσιάζει στη ζωή του τέτοιου είδους παραβάσεις, ή μία, μικρή ή μεγάλη, ασήμαντη ή σοβαρή, έστω κι αν νομίζει ότι αυτή δεν έχει επίδραση ή συνέπειες στην πνευματική του πρόοδο, πρέπει να ανησυχήσει, διότι έρχεται σε αντίθεση με τον Άγιο Ιάκωβο, ο οποίος τον θεωρεί παραβάτη και μάλιστα όλου του Νόμου!
Πρέπει να εξετάσει μήπως η παράβασή του αυτή συντελεί στην πνευματική του πτώχεια, ή ακόμη και στις διάφορες αναποδιές ή κακοτυχίες της καθημερινής ζωής του: με τους συγγενείς, τις σπουδές, την εργασία, το γάμο κ.λπ., που σχεδόν πάντοτε τις αποδίδουμε οπουδήποτε αλλού εκτός από τις ανωτέρω αιτίες. Καλόν είναι και ωφέλιμο να διερωτηθούμε μήπως ο Θεός και μ’ αυτόν τον τρόπο κτυπά τη θύρα μας.
Στο βίο του Αγίου Παϊσίου του μεγάλου αναφέρεται ότι ο αφελής υποτακτικός του κάποια ημέρα ακούγοντας ένα Εβραίο που του έλεγε ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός, για να τον ξεφορτωθεί, του απάντησε: «Ποιος ξέρει; Μπορεί να έχεις δίκιο»!
Όταν επέστρεψε στη Μονή του ο Άγιο Παΐσιος τον είδε αλλαγμένο και κατάλαβε ότι κάτι σοβαρό μεσολάβησε… Μετά, όταν ο υποτακτικός ομολόγησε το τι συνέβη και το τι είπε στον Εβραίο του απάντησε ο Άγιος:
-                     Τι χειρότερο θα μπορούσε να έχεις ειπεί, παιδί μου; Με τα λόγια σου αυτά αρνήθηκες τον Χριστό! Τι χειρότερο θα μπορούσες να κάμεις; Από εκείνη την στιγμή έφυγε από πάνω σου η χάρη του αγίου Βαπτίσματος. Γιατί, τι σχέση μπορεί να έχει με τον Χριστό, εκείνος που Τον αρνήθηκε;
Πρέπει κατά συνέπεια ΟΛΟΙ μας να ανησυχούμε, να ερευνήσουμε και να επανορθώσουμε…

Πηγή: «Μικρή Συμβολή στη Χριστιανική Ζωή», Πρεσβ. Γεωργίου Κουγιουμτζόγλου – Θεσσαλονίκη 2006


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε το σχόλιό σας