Ἔτσι, ἐλέγχοντας αὐστηρά τόν ἑαυτό του ὁ δίκαιος πολεμοῦσε
ἀποτελεσματικά τό πνεῦμα τῆς κενοδοξίας. Τόν ἔβλεπες συνεχῶς νά τά
βάζει μέ τού δαίμονες. Ἄλλοτε τούς ἔβριζε, ἐξευτελίζοντας τήν ἀδυναμία
τους. Ἄλλοτες τούς καταριόταν καί τούς ἐπιτιμοῦσε. Ἄλλοτε τούς χλεύαζε,
θυμίζοντάς τους τό αἰώνιο πύρ.Μιά φορά ὁ ἀκάθαρτος δαίμονας, γιά νά
σπείρει μέσα του ἔπαρση, τοῦ παρουσιάστηκε σάν ἄγγελος καί εἶπε:
-Νά, ἀπό τώρα θ’ ἀρχίσεις νά κάνεις καί θαύματα. Τό ὄνομά σου θά δοξαστεῖ καί στή γῆ καί στόν οὐρανό. Γιατί πραγματικά ἔχεις εὐαρεστήσει πολύ τό Θεό, πού σοῦ στέλνει μ’ ἐμένα αὐτό τό χάρισμα.
Τ’ ἀπατηλά τοῦτα λόγια δέν ξεγέλασαν τό δοῦλο τοῦ Θεοῦ, πού κατάλαβε τήν πλεκτάνη τοῦ σκοτεινοῦ πνεύματος. Τοῦ λέει λοιπόν εἰρωνικά:
-Κάτσε λίγο, καί θά κάνω μπροστά σου ἕνα θαῦμα!
Καί βλέποντας κοντά στά πόδια του μιά πέτρα, τῆς λέει μέ στόμφο:
-Σέ προστάζω, πέτρα, μέ τό χάρισμα πού μοῦ ἔφερε αὐτός ἐδῶ, νά φύγεις καί νά πᾶς ἀλλοῦ!
Ἡ πέτρα ὅμως ἔμεινε ἀκίνητη στή θέση της.
Γέλασε τότε μέ τήν πλάνη τοῦ διαβόλου καί τοῦ εἶπε χλευαστικά:
-Θαύμασε λοιπόν, πονηρέ καί δολερέ, τό ψευτοχάρισμά σου. Καμιά δύναμη δέν ἔχει!
Καί φτύνοντάς τον περιφρονητικά, τόν ἔκανε νά ἐξαφανιστεῖ ντροπιασμένος.
Μιάν ἄλλη φορά, καθώς προσευχόταν μέ τά χέρια ὑψωμένα, στάθηκε πίσω του τό πνεῦμα τῆς κενοδοξίας καί τοῦ ψιθύρισε ὕπουλα:
-Σάν ἅγιος ἔχεις σηκώσει τά χέρια σου στό Θεό!
Ἐκεῖνος ὅμως συνέχισε νά προσεύχεται, χωρίς νά τοῦ δώσει σημασία.
Τότε ὁ διάβολος τοῦ βάζει φοβερότερο λογισμό:
-Πόσο μεγάλος ἔγινες; Ἴσος μέ τό Θεό!!!
Καί ἐνῶ ρίζωνε μέσα του αὐτή ἡ σκέψη, ὁ νοῦς του ἁρπάχθηκε ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ὑψώθηκε στούς οὐρανούς. Καί εἶδε ἐκεῖ, μέ τά πνευματικά του μάτια, πόσο μεγάλος καί φοβερός εἶναι ὁ Θεός καί πῶς κυβερνάει ὁλόκληρο τόν κόσμο καί πῶς συγκρατεῖ στή δεξιά Του παλάμη «τόν οὐρανὸν καί τῆν γῆν, τὴν θάλασσαν καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς»30 . Θαμπωμένος ἀπό τό μεγαλειῶδες αὐτό θέαμα, ἄκουσε φωνή νά τοῦ λέει:
-Πρόσεξε καλά, Νήφων! Μήπως κι ἐσύ ὁρίζεις ἔτσι τόν οὐρανό καί τή γῆ; Δές καί στοχάσου, πόσο μεγάλος εἶναι ὁ Θεός, πόσο δυνατός, πόσο φοβερός, πόσο δοξασμένος -ὅσο μπορεῖς νά τό καταλάβεις. Δές καί στοχάσου μετά, πόσο μικρός εἶναι ὁ ἑαυτός σου. Καί μήν τολμήσεις νά τόν ξανασυγκρίνεις μέ τόν Πλάστη σου. Ὁ δαίμονας σέ βάζει νά τό κάνεις, κι ἔχει τό νοῦ σου μήν πλανευτεῖς.
Ἡ φωνή ἐκείνη τόν συγκλόνισε καί τόν συνέφερε. Ἀφοῦ ἀναλογίστηκε τί εἶδε καί τί ἔπαθε, ἔφτυσε μέ ἀηδία τόν ἑαυτό του καί ἄρχισε νά τόν ξεφτιλίζει:
-Βρωμιάρη! Ἀκάθαρτο σκυλί! Φαντάζεσαι πώς εἶσαι ἄνθρωπος, σιχαμερό παράσιτο; Ποῦ ἤτανε τό σάπιο σου μυαλό, ὅταν περηφανεύτηκες τόσο πολύ ἐνάντια στό Θεό; Χῶμα καί κοπριά εἶσαι, κακόγνωμε, καί μέ τή δαιμονική ἀλαζονεία σου ἔγινες ἄξαφνα Θεός; Ὄχι Θεός, ἀλλ’ ἀντίθετος ἔγινες, ἀνόητε... Καλά, δέν ντρέπεσαι, δέν ντρέπεσαι καθόλου, ἀναίσχυντε; Τί θά κάνεις, ὅταν ἔρθει ὁ μεγάλος Κριτής; Ποῦ θά πᾶς τότε; Ποῦ θά κρυφτεῖς; Δέν φοβᾶσαι; Δέν τρομάζεις; Γιά τί θά πρωτοδώσεις λόγο; Γιά τήν ἀκολασία, γιά τήν ψευδολογία ἤ γιά τήν καταλαλιά; Γιά τό φθόνο και τήν κακία ἤ γιά τήν ἔχθρα καί τό μίσος; Γιά τή ραθυμία καί τήν ἀκηδία ἤ γιά τήν φιλαργυρία καί τήν τσιγγουνιά; Ἀλίμονο σου, Νήφων, ἄνομε καί ἄμυαλε! Δέν σοῦ φτάνανε τόσα πάθη, ἔγινες τώρα καί ἀντίθεος!....
Στέναξε βαθιά καί συνέχισε μέ μιά προσευχή:
-Θεέ μου,
«ἐλέησόν με, τόν παραπεσόντα»*!
Μή μ’ ἀποστραφεῖς,
τόν ταπεινωμένο καί ντροπιασμένο,
τόν φτωχό, τόν ταλαίπωρο, τόν μετανοημένο,
ἀλλά σπλαχνίσου με,
σάν πολυέλεος καί πολυεύσπλαχνος.
Ἐσύ βέβαια ξέρεις, ἀγαθέ, καί φιλάνθρωπε,
τήν ἀνθρώπινη ἀσθένεια
καί τήν εὐτέλεια καί τήν ταλαιπωρία.
«Ἴασαί με, Κύριε, καὶ ἰαθήσομαι»31,
και μέ τή χάρη Σου θά διορθωθῶ στό νοῦ
καί θ’ ἀποκτήσω διάκριση τῶν λογισμῶν,
γιά νά μπορέσω νά ξεφύγω
ἀπ’ τ’ ἄνομα κρυφά μου πάθη-
«καὶ ἀπὸ ἀλλοτρίων φεῖσαι τοῦ δούλου σου»32.
Ἀπό τότε πρόσεχε τό νοῦ καί τούς λογισμούς του μέ πολλή ἐπιμέλεια. Ὅταν ἔβλεπε τό διάβολο νά τόν πλησιάζει γιά νά τοῦ ὑποβάλει κάποια πονηρή σκέψη, τοῦ φώναζε μέ ὀργή:
-Ποῦ πᾶς, ἄθλιε;
Κι ἐκεῖνος ἔκανε πίσω τρομαγμένος καί καταντροπιασμένος.
Δέν ἔπαυε, ὡστόσο, ὁ πανοῦργος νά τοῦ στήνει παγίδες μέρα καί νύχτα. Τό ’χε βάλει σκοπό νά τόν ρίξει σέ κάποιο ἁμάρτημα, ὁποιοδήποτε -ἤ στήν καταλαλιά ἤ στήν ὀργή ἤ στήν ἐπιορκία ἤ στό χλευασμό ἤ σ’ ὁτιδήποτε ἄλλο. Μά δέν τό κατάφερνε.
29.Β΄Τιμ. 4:5.
30.Ψαλμ. 145:6
31.Ἱερ. 17:14.
32.Ψαλμ. 18:1.
* Βλ. Κοντάκιο Κυρικαῆς τῆς Τυρινῆς
-Νά, ἀπό τώρα θ’ ἀρχίσεις νά κάνεις καί θαύματα. Τό ὄνομά σου θά δοξαστεῖ καί στή γῆ καί στόν οὐρανό. Γιατί πραγματικά ἔχεις εὐαρεστήσει πολύ τό Θεό, πού σοῦ στέλνει μ’ ἐμένα αὐτό τό χάρισμα.
Τ’ ἀπατηλά τοῦτα λόγια δέν ξεγέλασαν τό δοῦλο τοῦ Θεοῦ, πού κατάλαβε τήν πλεκτάνη τοῦ σκοτεινοῦ πνεύματος. Τοῦ λέει λοιπόν εἰρωνικά:
-Κάτσε λίγο, καί θά κάνω μπροστά σου ἕνα θαῦμα!
Καί βλέποντας κοντά στά πόδια του μιά πέτρα, τῆς λέει μέ στόμφο:
-Σέ προστάζω, πέτρα, μέ τό χάρισμα πού μοῦ ἔφερε αὐτός ἐδῶ, νά φύγεις καί νά πᾶς ἀλλοῦ!
Ἡ πέτρα ὅμως ἔμεινε ἀκίνητη στή θέση της.
Γέλασε τότε μέ τήν πλάνη τοῦ διαβόλου καί τοῦ εἶπε χλευαστικά:
-Θαύμασε λοιπόν, πονηρέ καί δολερέ, τό ψευτοχάρισμά σου. Καμιά δύναμη δέν ἔχει!
Καί φτύνοντάς τον περιφρονητικά, τόν ἔκανε νά ἐξαφανιστεῖ ντροπιασμένος.
Μιάν ἄλλη φορά, καθώς προσευχόταν μέ τά χέρια ὑψωμένα, στάθηκε πίσω του τό πνεῦμα τῆς κενοδοξίας καί τοῦ ψιθύρισε ὕπουλα:
-Σάν ἅγιος ἔχεις σηκώσει τά χέρια σου στό Θεό!
Ἐκεῖνος ὅμως συνέχισε νά προσεύχεται, χωρίς νά τοῦ δώσει σημασία.
Τότε ὁ διάβολος τοῦ βάζει φοβερότερο λογισμό:
-Πόσο μεγάλος ἔγινες; Ἴσος μέ τό Θεό!!!
Καί ἐνῶ ρίζωνε μέσα του αὐτή ἡ σκέψη, ὁ νοῦς του ἁρπάχθηκε ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ὑψώθηκε στούς οὐρανούς. Καί εἶδε ἐκεῖ, μέ τά πνευματικά του μάτια, πόσο μεγάλος καί φοβερός εἶναι ὁ Θεός καί πῶς κυβερνάει ὁλόκληρο τόν κόσμο καί πῶς συγκρατεῖ στή δεξιά Του παλάμη «τόν οὐρανὸν καί τῆν γῆν, τὴν θάλασσαν καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς»30 . Θαμπωμένος ἀπό τό μεγαλειῶδες αὐτό θέαμα, ἄκουσε φωνή νά τοῦ λέει:
-Πρόσεξε καλά, Νήφων! Μήπως κι ἐσύ ὁρίζεις ἔτσι τόν οὐρανό καί τή γῆ; Δές καί στοχάσου, πόσο μεγάλος εἶναι ὁ Θεός, πόσο δυνατός, πόσο φοβερός, πόσο δοξασμένος -ὅσο μπορεῖς νά τό καταλάβεις. Δές καί στοχάσου μετά, πόσο μικρός εἶναι ὁ ἑαυτός σου. Καί μήν τολμήσεις νά τόν ξανασυγκρίνεις μέ τόν Πλάστη σου. Ὁ δαίμονας σέ βάζει νά τό κάνεις, κι ἔχει τό νοῦ σου μήν πλανευτεῖς.
Ἡ φωνή ἐκείνη τόν συγκλόνισε καί τόν συνέφερε. Ἀφοῦ ἀναλογίστηκε τί εἶδε καί τί ἔπαθε, ἔφτυσε μέ ἀηδία τόν ἑαυτό του καί ἄρχισε νά τόν ξεφτιλίζει:
-Βρωμιάρη! Ἀκάθαρτο σκυλί! Φαντάζεσαι πώς εἶσαι ἄνθρωπος, σιχαμερό παράσιτο; Ποῦ ἤτανε τό σάπιο σου μυαλό, ὅταν περηφανεύτηκες τόσο πολύ ἐνάντια στό Θεό; Χῶμα καί κοπριά εἶσαι, κακόγνωμε, καί μέ τή δαιμονική ἀλαζονεία σου ἔγινες ἄξαφνα Θεός; Ὄχι Θεός, ἀλλ’ ἀντίθετος ἔγινες, ἀνόητε... Καλά, δέν ντρέπεσαι, δέν ντρέπεσαι καθόλου, ἀναίσχυντε; Τί θά κάνεις, ὅταν ἔρθει ὁ μεγάλος Κριτής; Ποῦ θά πᾶς τότε; Ποῦ θά κρυφτεῖς; Δέν φοβᾶσαι; Δέν τρομάζεις; Γιά τί θά πρωτοδώσεις λόγο; Γιά τήν ἀκολασία, γιά τήν ψευδολογία ἤ γιά τήν καταλαλιά; Γιά τό φθόνο και τήν κακία ἤ γιά τήν ἔχθρα καί τό μίσος; Γιά τή ραθυμία καί τήν ἀκηδία ἤ γιά τήν φιλαργυρία καί τήν τσιγγουνιά; Ἀλίμονο σου, Νήφων, ἄνομε καί ἄμυαλε! Δέν σοῦ φτάνανε τόσα πάθη, ἔγινες τώρα καί ἀντίθεος!....
Στέναξε βαθιά καί συνέχισε μέ μιά προσευχή:
-Θεέ μου,
«ἐλέησόν με, τόν παραπεσόντα»*!
Μή μ’ ἀποστραφεῖς,
τόν ταπεινωμένο καί ντροπιασμένο,
τόν φτωχό, τόν ταλαίπωρο, τόν μετανοημένο,
ἀλλά σπλαχνίσου με,
σάν πολυέλεος καί πολυεύσπλαχνος.
Ἐσύ βέβαια ξέρεις, ἀγαθέ, καί φιλάνθρωπε,
τήν ἀνθρώπινη ἀσθένεια
καί τήν εὐτέλεια καί τήν ταλαιπωρία.
«Ἴασαί με, Κύριε, καὶ ἰαθήσομαι»31,
και μέ τή χάρη Σου θά διορθωθῶ στό νοῦ
καί θ’ ἀποκτήσω διάκριση τῶν λογισμῶν,
γιά νά μπορέσω νά ξεφύγω
ἀπ’ τ’ ἄνομα κρυφά μου πάθη-
«καὶ ἀπὸ ἀλλοτρίων φεῖσαι τοῦ δούλου σου»32.
Ἀπό τότε πρόσεχε τό νοῦ καί τούς λογισμούς του μέ πολλή ἐπιμέλεια. Ὅταν ἔβλεπε τό διάβολο νά τόν πλησιάζει γιά νά τοῦ ὑποβάλει κάποια πονηρή σκέψη, τοῦ φώναζε μέ ὀργή:
-Ποῦ πᾶς, ἄθλιε;
Κι ἐκεῖνος ἔκανε πίσω τρομαγμένος καί καταντροπιασμένος.
Δέν ἔπαυε, ὡστόσο, ὁ πανοῦργος νά τοῦ στήνει παγίδες μέρα καί νύχτα. Τό ’χε βάλει σκοπό νά τόν ρίξει σέ κάποιο ἁμάρτημα, ὁποιοδήποτε -ἤ στήν καταλαλιά ἤ στήν ὀργή ἤ στήν ἐπιορκία ἤ στό χλευασμό ἤ σ’ ὁτιδήποτε ἄλλο. Μά δέν τό κατάφερνε.
29.Β΄Τιμ. 4:5.
30.Ψαλμ. 145:6
31.Ἱερ. 17:14.
32.Ψαλμ. 18:1.
* Βλ. Κοντάκιο Κυρικαῆς τῆς Τυρινῆς
Ἕνας Ἀσκητής Ἐπίσκοπος
Ὅσιος Νήφων Ἐπίσκοπος Κωνσταντιανῆς
(σελ.82-88)
Ἱερὰ Μονή Παρακλήτου
Ὠρωπος Ἀττικῆς 2004
Ὅσιος Νήφων Ἐπίσκοπος Κωνσταντιανῆς
(σελ.82-88)
Ἱερὰ Μονή Παρακλήτου
Ὠρωπος Ἀττικῆς 2004
πηγή: http://anavaseis.blogspot.gr/2013/11/blog-post_5307.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας