Γίνεται
πολύ συζήτηση για τις πληρωμές με μετρητά: από πολλούς φίλους της
‘προόδου’, η πληρωμή με μετρητά αντιμετωπίζεται ως μία οπισθοδρομική
συνήθεια, ένα απομεινάρι του παρελθόντος, ένα είδος
φολκλορικής προκατάληψης. Σε αυτό προστίθεται, πάντα σύμφωνα με τους
προοδευτικούς, ότι η πληρωμή με μετρητά βοηθά τη φοροδιαφυγή ή
τουλάχιστον πως εξαλείφοντας τα μετρητά θα μπορεί να μειωθεί σημαντικά η
φοροδιαφυγή.
Δηλαδή,
επειδή οι κυβερνήσεις δεν καταφέρνουν να πατάξουν τη φοροδιαφυγή
και δεν βρίσκουν τον τρόπο για να εκπαιδεύσουν τον πολίτη να σέβεται την
συνεισφορά στους δημόσιους λογαριασμούς, τι κάνουν λοιπόν; Τα βάζουν με
όποιον πληρώνει με νομίσματα.
Αλλά ας προσπαθήσουμε να δούμε καθαρά.
Πρώτα
απ’ όλα, ασφαλώς, δεν τιμά τους κυβερνώντες το γεγονός ότι αποδέχονται
την ήττα τους εμπρός από τη φοροδιαφυγή. Πράγματι, για να μπορέσουν να
την καταπολεμήσουν, αναγκάζονται να εισαγάγουν ένα μετρό που κτυπά την
αυτονομία και την ελευθερία, καθώς και την εμπιστευτικότητα και το
απόρρητο της ιδιωτικής ζωής των πολιτών, ιδίως εκείνων που είναι τίμιοι.
Οι οποίοι, πληρώνοντας όλα όσα πρέπει, βιώνουν ως ένα περιορισμό της
αυτονομίας την υποχρέωση να πληρώνουν με μία ηλεκτρονική κάρτα. Αλλά και
η ίδια η δικαιολογία της φοροδιαφυγής αποτελεί μία υπερβολή και μία
ύποπτη εμμονή: Τόσους αιώνες που οι κάρτες δεν υπήρχαν, τα κράτη, με τον
έναν ή τον άλλο τρόπο, κατάφερναν να συλλέγουν τα δημόσια έσοδά τους
και ούτε έπαθαν κάτι επειδή κάποιοι φοροδιέφευγαν.
Το
δεύτερο και πιο σημαντικό ζήτημα είναι ότι τα μετρητά είναι
εκπαιδευτικά. Πράγματι, ανέκαθεν, εκείνο που κάνουμε επιφέρει ένα
αποτέλεσμα σε μας: κάνεις μία καλή πράξη και αυτή σε εξευγενίζει,
διαπράττεις ένα έγκλημα και αυτό σε καταβιβάζει. Η πληρωμή με μετρητά
έχει την σημασία της, η ίδια η χειρονομία έχει μία έννοια. Για να γίνει
κατανοητό, τη μακρινή εκείνη εποχή που υπήρχε η ανταλλακτική οικονομία,
όταν έπρεπε να στερηθώ μία κότα για να έχω ένα σακί με φρούτα ή όσπρια,
είχα την άμεση αντίληψη αυτού που έπαιρνα και αυτού που έχανα. Αυτό
ήταν πολύ εκπαιδευτικό διότι έβλεπα την αξία της εργασίας μου και των
αγαθών που κατείχα εξαιτίας αυτής. Έτσι, τα αντάλλαζα με προσοχή και
σεβασμό.
Μετά
ήλθαν τα χρήματα τα οποία αποτέλεσαν, συμβολικά, το φυσικό και απτό
αντιπροσωπευτικό αντικείμενο της αξίας της εργασίας και τότε επίσης
ήξερα ότι κάθε νόμισμα προερχόταν από τον καθημερινό μου κόπο. Όταν
λοιπόν το αντάλλαζα με ένα ζευγάρι παπούτσια έχανα τη φυσική επαφή
με εκείνο το χαρτονόμισμα, δεν το είχα πια μέσα στο πορτοφόλι μου και
αυτό -ψυχολογικά- με εκπαίδευε διότι αντιλαμβανόμουν τη σημαντικότητα
αυτής της ανταλλαγής.
Μετά
ήλθαν οι κάρτες, που αποϋλοποιούν την διαδικασία της ανταλλαγής.
Πράγματι, αν και οι κάρτες είναι στα χέρια σου ή στο πορτοφόλι σου, δεν
σου δίνουν την αίσθηση αυτού που κάνεις. Και αυτή είναι μία διαδικασία
που, υπό την ψυχολογική άποψη, δεν πρέπει να υποτιμάται: ο άνθρωπος που
πληρώνει με κάρτα, δίνει μία κάρτα και μετά του επιστρέφεται μαζί με ένα
ζευγάρι παπούτσια ή κάποιο άλλο αγαθό. Βέβαια γνωρίζουμε ότι εκείνα τα
χρήματα υπάρχουν, αλλά δεν μπορεί να παραβλεφθεί το γεγονός ότι αυτός
είναι ένας διαβολικός μηχανισμός που καθιστά ανεύθυνο τον άνθρωπο, διότι
εξαλείφει εντελώς την έννοια της ‘στέρησης’. Πράγματι, με τη χρήση της
κάρτας δεν αντιλαμβάνεσαι άμεσα τον πλούτο τον οποίο στερείσαι, σου
φαίνεται ότι εκείνη η κάρτα σου δίνει απεριόριστες δυνατότητες. Για να
μην μιλήσουμε για τις πιστωτικές κάρτες, τις οποίες μπορείς να
χρησιμοποιήσεις ακόμη και όταν στο λογαριασμό σου δεν υπάρχουν χρήματα:
είναι η ‘φίλη’ τράπεζα που στα δανείζει και μετά θα της τα επιστρέψεις
στο τέλος του μήνα.
Το
σχέδιο είναι ξεκάθαρο, ο σκοπός είναι να σε ελέγχουν από το ένα μέρος,
έχοντας τα ίχνη όλων όσων ξοδεύεις και από την άλλη να σε κάνουν να
ξοδεύεις όσο γίνεται περισσότερο, γεμίζοντάς σε με πράγματα που, συχνά,
δεν σου χρειάζονται. Περνάς την κάρτα από το μηχάνημα και έγινε…Όλα
γίνονται και είναι πολύ smart. Τα πάντα λοιπόν είναι πολύ ωραία και πολύ
μοντέρνα, για τους φίλους της προόδου. Όμως πρέπει στ’ αλήθεια να
είμαστε σε λήθαργο για να μην καταλαβαίνουμε που μας οδηγεί αυτή η
διαδικασία.
Αυτό
που δεν έχει επισημανθεί από κανέναν είναι ότι στην πραγματικότητα
έχουμε να κάνουμε με την ΕΠΙΤΑΞΗ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ.
Κάποιος θα αντιτείνει ότι αυτό δεν ισχύει, γιατί τα χρήματα υπάρχουν
στην τράπεζα και όποιος θέλει τα παίρνει. Λάθος, να τα πάρει και τι να
τα κάνει αφού με αυτά δεν μπορεί πληρώσει; [Σ.τ.Μ. αυτό είναι κάτι που
πρακτικά δεν το έχουμε δει να πραγματοποιείται πλήρως στην Ελλάδα ακόμα,
ωστόσο σε χώρες του εξωτερικού είναι ιδιαίτερα δύσκολο ή και αδύνατο να
κάνεις αγορές που απαιτούν πολλά χρήματα με μετρητά]. Η πινακίδα στην
εφορία τι γράφει; ‘Πληρωμές με μετρητά μόνο μέχρι 100 ευρώ’. Αγορά άνω
των 500 ευρώ με μετρητά επιτρέπεται; όχι. Άρα λοιπόν πρόκειται για
ΕΠΙΤΑΞΗ του χρήματος και ουδείς διαμαρτύρεται, ούτε οι αριστεροί (από
αυτούς αναμενόμενο γιατί είναι στη νοοτροπία τους η επίταξη) αλλά ούτε
οι φιλελεύθεροι που υποτίθεται ότι είναι υπέρ της ατομικής ελευθερίας
και της αυτοδιάθεσης. Όσοι λοιπόν έχετε μία κάρτα νομίζετε ότι έχετε
χρήματα, όμως δεν έχετε χρήματα, απλώς κατέχετε μία κάρτα που σας
επιτρέπει (εάν το θέλει) να πληρώνετε.
Σε
ένα μέλλον λοιπόν, χωρίς τα ενοχλητικά μετρητά, ‘κάποιος’, θα μπορεί,
με ένα κλικ, να μπλοκάρει την κάρτα σας. Και τότε δεν θα έχετε χρήματα
ούτε για να αγοράσετε ένα μπουκάλι νερό, θα σας έχουν στο χέρι. Εξάλλου
το λέει η ίδια η λέξη, επίταξη: «η οριστική ή προσωρινή αφαίρεση
κινητής ή ακίνητης περιουσίας καθώς και προσωπικών υπηρεσιών, που
γίνεται από το κράτος για στρατιωτικούς σκοπούς σε καιρό πολέμου ή
επιστράτευσης…». Ακριβώς για πόλεμο πρόκειται, μόνο που η
επιταγμένη περιουσία δεν θα χρησιμοποιείται ως μέσο για την υπεράσπιση
από έναν εξωτερικό εχθρό αλλά ως όπλο εναντίον της ίδιας της κοινωνίας.
Από
φιλοσοφικής-αισθητικής άποψης τώρα, όπως η αφηρημένη τέχνη εξάλειψε τη
Μορφή από την καλλιτεχνική δημιουργία, έτσι και το ηλεκτρονικό χρήμα
αφαίρεσε την μορφή από το μέσο της ανταλλαγής. Χωρίς μορφές, δεν
υπάρχουν σύμβολα και αναγωγές, δεν υπάρχουν σταθερές. Υπάρχει μόνον ένας
χαοτικός πολτός υλοενέργειας και άτακτες φαντασίες.
Σημειώσεις:
Α)
Να επισημάνουμε ότι στη Γερμανία (που κατατάσσεται στη δέκατη θέση των
χωρών της Ε.Ε με τη μεγαλύτερη φοροδιαφυγή, στην 28η θέση με τη
μικρότερη είναι η Βουλγαρία) η πληρωμή με κάρτες δεν είναι υποχρεωτική,
και αυτό έγινε ύστερα από πίεση των Γερμανών πολιτών οι οποίοι δεν
κοιμούνται τον ‘ύπνο του δικαίου’ όπως κάποιοι άλλοι… Αλλά και το μέλος
του εκτελεστικού συμβουλίου της Bundesbank, ο Carl-Ludwig Thiele,
υποστήριξε ότι θα ήταν κακή ιδέα να καταργηθούν τα μετρητά. Υποστήριξε
επίσης πως εκτός από το γεγονός ότι είναι εξαιρετικά επικίνδυνο, τα
μειονεκτήματα θα υπερισχύουν των οφελών. Στο τέταρτο συμπόσιο με θέμα
τα μετρητά που διοργάνωσε η Bundesbank, εξήγησε πως: «Τα μετρητά είναι τυπωμένη ελευθερία.». Αντίθετα,
ο πιο φανατικός υποστηρικτής της πλήρους εξάλειψης των μετρητών είναι ο
εβραϊκής καταγωγής οικονομολόγος Kenneth Saul ‘Ken’
Rogoff.
Β)
Νομικοί δεν είμαστε, οπότε υποβάλουμε ερώτηση στους νομικούς: η
απαγόρευση να πληρώνουμε ότι θέλουμε με τα μετρητά χρήματά μας είναι α)
σύμφωνη με τις συνταγματικές επιταγές; και β) δεν εγείρει
θέματα νομιμότητας;
ΠΗΓΗ
πηγή: enromiosini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας