Σε τούτο το
κεφάλαιο απαντώ σ’ εκείνους, που επιχειρούν ν’ αποσπάσουν τους νέους από το
δρόμο του Θεού και να τους τραβήξουν με το μέρος του «κόσμου», προβάλλοντας το
επιχείρημα: «Αυτά τα κάνει όλος ο κόσμος.
Γιατί εσύ ν’ αποτελείς εξαίρεση;». Εξαίρεση γι’ αυτούς είναι βέβαια η ζωή
του μέτρου, η καθαρή, η ολόφωτη και πασίχαρη ζωή της αρετής.
Πρώτα-πρώτα
πρέπει να πω πως όλοι αυτοί βρίσκονται στην
πλάνη. Στέκονται μονάχα στην
επιφάνεια γι’ αυτό και κρίνουν επιπόλαια.
Επειδή το κακό κι η αμαρτία, με τις ποικίλες μορφές τους, κραυγάζουν, κάνουν
θόρυβο (είναι στη φύση του κακού να’ ναι κραυγαλέο και να δημιουργεί
εντυπώσεις), όσοι προβάλλον το πιο πάνω επιχείρημα, νομίζουν πως στην κοινωνία
υπάρχει μόνο το κακό και τίποτε άλλο. Πως όλοι οι άνθρωποι ακολουθούν το
δρόμο του κακού. Αν όμως ερευνήσουμε προσεκτικότερα, θα δούμε πως τα πράγματα
δεν είναι έτσι.
Υπάρχει η
αμαρτία, που θορυβεί προκλητικά και προβάλλει με αναίδεια, θρασύτητα και
κυνισμό. Υπάρχει όμως κι η αρετή, σεμνή,
ταπεινή, ντροπαλή. Είναι στη φύση της να’ ναι τέτοια. Γι’ αυτό και δίνει
την εντύπωση πως η παράταξή της είναι μικρή, ολιγάριθμη. Όσοι όμως έχουν
ανοικτά τ’ αυτιά της ψυχής τους ακούνε την κραυγάζουσα σιωπή της/κι η σιωπή της
είναι πιο εύγλωττη, πιο δυνατή από τις κραυγές του κακού. Όσοι έχουν καθαρό το
μάτι της ψυχής τους βλέπουν κάτω από το σεμνό και απλό πέπλο της την έκπαγλη
ομορφιά και χάρη της.
Ύστερα – όσοι
προβάλλουν το πιο πάνω επιχείρημα – κάνουν κατάχρηση της φράσεως «όλος ο
κόσμος». Γιατί η γνώμη τούτου του
«κόσμου» εκφράζεται συνήθως σε ζητήματα ανάξια λόγου και πάντως σε ζητήματα
ρουτίνας. Ή όπως έγραφε κάποιος, «σε ζητήματα εφήμερα, όπως ένα τρόφιμο,
ένα απορρυπαντικό, ένα ποτό»! Δηλαδή σε ζητήματα, που δεν αφορούν την εσωτερική
μας ζωή, την υπεύθυνη στάση μας απέναντι του Θεού και του νόμου Του, απέναντι των
άλλων ανθρώπων
Μην ξεχνάμε,
εξάλλου, πως αυτός ο «κόσμος» είναι άστατος, είναι σαν τον ανεμοδείκτη. Η μάζα,
ο όχλος, είναι οι «κλυδωνιζόμενοι, οι περιφερόμενοι παντί ανέμω της διδασκαλίας».
Είναι όσοι ακολουθούν τυφλά κι ανυποψίαστα τα δόλια συνθήματα πλανεμένων και
ιδιοτελών ανθρώπων (Εφεσ. Δ’ 14). Φρονούν αυτό ή εκείνο, ψυχαγωγούνται έτσι ή
αλλιώς, τραγουδούν τούτο ή το άλλο, γιατί τους το επιτάσσει η μόδα. Αυτοί ποτέ δεν
κάθησαν να σκεφτούν. Βρίσκουν ευκολότερο ν’ ακολουθούν ή καλύτερα να
ρυμουλκούνται. Άδειοι και ξιπασμένοι καθώς είναι, ακολουθούν τυφλά γιατί δεν
έμαθαν να στοχάζονται, να κουράζονται, να κολυμπούν αντίθετα στο ρεύμα.
Όταν βλέπω
όλες τούτες τις μάζες να κινούνται ομοιόμορφα στα καθημερινά θέματα, θαρρώ πω
βλέπω φελλούς να επιπλέουν στη θάλασσα. Αν κοιτάξει κανείς τούτους τους
φελλούς, θα παρατηρήσει πως όλοι λικνίζονται ομοιόμορφα, ανεβοκατεβαίνουν
ακολουθώντας τ’ ανεβοκατεβάσματα των κυμάτων, ταξιδεύουν όπου τους σπρώχνει ο
άνεμος, όπου τους παρασύρει το ρεύμα.
Λέει ο
συζητητής μου: «Το κάνει όλος ο κόσμος».
Του απαντώ: Για κοίταξε προσεκτικότερα, βαθύτερα. Βλέπεις
αυτούς, που κλαίνε πικρά, που μετανιώνουν, που μεταμελούνται; Μέτρησες αυτούς
που κάνουν όσα κάνουν, επηρεασμένοι από τα μέσα της μαζικής προπαγάνδας,
τυφλωμένοι από τους προβολείς της διαφημίσεως; Μπορείς να μου πεις πόσα ψυχικά
δράματα κρύβονται κάτω απ’ αυτή τη μαζική παραφροσύνη; Ακούεις πόσοι
ελεεινολογούν τον εαυτό τους, επειδή ακολούθησαν την υπόδειξή σου; ξέρεις πόσοι
απ’ αυτούς, οι οποίοι χθες φερόντουσαν έτσι, σήμερα ή αύριο θ’ αλλάξουν
κατεύθυνση και θα βρουν το δρόμο τους;
«Το κάνει όλος
ο κόσμος». Αλλά ποιος είναι ο ρυθμιστής των πράξεων αυτού του «κόσμου», που μου
προβάλλεις σαν υπόδειγμα; Η δύναμη ή η αδυναμία κι η αβουλία; Ασφαλώς η
αβουλία. Μέτρο των ενεργειών του ποιο είναι; Οι επιθυμίες και τα κατώτερα πάθη
του ή ο νόμος του Θεού; Τα κατώτερα πάθη του. Τούτος ο «κόσμος» όλα τα ζυγίζει
κι όλα τα ρυθμίζει μ’ αυτό, που του υπαγορεύουν τα ζωώδη ένστικτα. Έτσι δεν
είναι;
Το κάνει «όλος
ο κόσμος». Αλλά όλοι αυτοί είναι άβουλα πλάσματα. Άγονται και φέρονται. Συ ο
έφηβος μπορείς ακόμη ν’ απαντήσεις στο συνομιλητή σου και να του πεις: Έστω.
Δέχομαι πως αυτά που μου ζητάς τα «κάνει όλος ο κόσμος». Και τι μ’ αυτό; Επειδή όλοι έχουν προσβληθεί από κάποια επιδημία, πρέπει
τάχα να αρρωστήσω κι εγώ, και να πέσω στο κρεβάτι για να μην αποτελώ εξαίρεση;
Δέχομαι έστω πως «το κάνει όλος ο κόσμος». Και τι μ’ αυτό; Μήπως
όλοι αυτοί είναι εγγυητές της ψυχής μου ενώπιον του Θεού;
Ασφαλώς όχι. Υπεύθυνος και αποκλειστικά δοσίλογος για τον εαυτό μου είμαι εγώ.
Κανένας άλλος. Αυτοί όχι μονάχα δε νοιάζονται για μένα, αλλά είναι κι εκείνοι
που θα με μυκτηρίσουν, θα με χλευάσουν, θα με περιφρονήσουν επιδεικτικά, αν εγώ
τους ακολουθήσω. Αν όλοι αυτοί δουν εμένα, που αγωνίζομαι για μια τίμια και
αγνή ζωή, εμένα το νέο, που προσπαθεί να βαδίζει σεμνά, με αξιοπρέπεια και φόβο
Θεού, να ξεκκλίνει από το δρόμο του, θα με ελεεινολογήσουν και θα
χειροκροτήσουν χαιρέκακα.
Ώστε ο λόγος «όλοι το κάνουν, γιατί εσύ ν’
αποτελείς εξαίρεση», είναι ένα σατανικό επιχείρημα της αμαρτίας, εντυπωσιακό,
αληθοφανές, ωστόσο απατηλό απ’ την αρχή ως το τέλος.
Κάποτε
εξαίρεση ήταν ο νέος, που ζούσε μακριά από το νόμο του Θεού. Αυτός ήταν
δακτυλοδεικτούμενος. Σήμερα, μέσα στη βλάσφημη και ανεκτική κοινωνία μας, πάει
ν’ αντιστραφεί τούτος ο κανόνα. Αλλά, όπως είπα και στην αρχή, πιστεύω πως όσοι
μένουν ασυνθηκολόγητοι με το κακό είναι πολλοί. Οι άνθρωποι τους αγνοούμε, τους
ξέρει όμως ο Θεός. Όσοι όμως κι αν είναι αυτοί, σεις μη παρασύρεστε από το
πλήθος, που φωνασκεί… Μένετε σταθεροί. Μην επηρεάζεστε από γενικεύσεις, από
τους «τρόπους» εκείνων που θέλουν να βεβηλώσουν την ψυχή και να ρυπάνουν τη ζωή
σας, να σας κάνουν δυστυχισμένους.
Η αληθινή δύναμη βρίσκεται σ’ αυτούς, που
ζουν κοντά στο Χριστό. Κινητήριοι μοχλοί για το ανέβασμα της κοινωνίας μας
υπήρξαν πάντα οι λίγοι. «Μη φοβού το μικρόν ποίμνιον∙ ότι ευδόκησεν
ο πατήρ υμών δούναι υμίν την βασιλείαν» είπε ο Κύριος (Λουκ. Ιβ΄ 32).
Για στοχασθείτε λίγο τούτη την αλήθεια. Αφήστε την να μιλήσει δυνατά, όχι
μονάχα στο νου, αλλά και στην καρδιά σας. Είναι μεγάλος λόγος, γιατί είναι
λόγος του Θεού. Σε
σας, λέει, που όταν συγκριθείτε με τα πλήθη των άλλων είστε λίγοι, σε σας που
βαδίζετε το δρόμο της αρετής, ευαρεστήθηκε να δώσει τα δώρα της αιώνιας
βασιλείας του ο παντοκράτορας Θεός. Μιας βασιλείας αληθινής,
εσωτερικής, που αρχίζει από τούτη τη ζωή, για να ολοκληρωθεί στην άλλη.
Πως σας
φαίνεται τούτος ο λόγος;
Πηγή: «Καθώς ξανοίγεσαι στη ζωή», Νικολάου Π.
Βασιλειάδη, εκδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας