ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ
24 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2019
Ἀπόστολος: Β΄ Κορ. δ΄ 6 – 15
Εὐαγγέλιον: Λουκ. ιε΄ 11 – 32
Ἦχος: πλ. β΄.- Ἑωθινόν: Στ΄
ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΕΚ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
24 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2019
Ἀπόστολος: Β΄ Κορ. δ΄ 6 – 15
Εὐαγγέλιον: Λουκ. ιε΄ 11 – 32
Ἦχος: πλ. β΄.- Ἑωθινόν: Στ΄
ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΕΚ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
“ἐν παντὶ θλιβόμενοι
ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι” (Β΄ Κορινθ. Δ΄ 8).
Τί σημαίνει “θλῖψις”;
ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι” (Β΄ Κορινθ. Δ΄ 8).
Τί σημαίνει “θλῖψις”;
“Θλῖψις”, σημαίνει, καταπίεσις,
“στρίμωγμα” ἀπὸ διάφορες ἐξωτερικὲς ἀντίξοες συνθῆκες. Σημαίνει,
τὴν
πίεση ποὺ δέχεται ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ διάφορα γεγονότα ποὺ τοῦ συνέβησαν καὶ
τὰ ὁποῖα δὲν θὰ ἤθελε νὰ τοῦ συμβοῦν καὶ γιὰ τὰ ὁποῖα θὰ ηὔχετο νὰ ἦσαν,
ὅπως ἐκεῖνος θὰ τὰ ἤθελε. Σημαίνει, τέλος, τὸ γεγονὸς ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον
μᾶς δημιουργεῖ ποικίλες δυσκολίες. Τέτοια δέ γεγονότα συμβαίνουν συχνὰ
στὴ ζωή μας καὶ τὰ ὁποῖα, θὰ λέγαμε, μᾶς ἀποσυντονίζουν ψυχολογικά. Ἐπὶ
παραδείγματι, ἕνα γεγονὸς τὸ ὁποῖον μᾶς ἀνατρέπει τὸ καθημερινό μας
πρόγραμμα. Μία αἰφνιδία ἀσθένεια ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας δύναται νὰ
ἀνατραπῇ ἡ φυσιολογικὴ “κίνησις” ὁλοκλήρου τῆς οἰκογενείας. Μία
παρέμβασις κάποιου ἀνωτέρου πρὸς τὸν ὑφιστάμενόν του, ἡ ὁποία δημιουργεῖ
“καινούργια” δεδομένα καὶ ἀνατρέπει πρὸς τὸ χειρότερον τήν, ἕως τὴν
συγκεκριμένην στιγμήν, φυσιολογικὴν καὶ ἀναμενομένην κίνησιν. Ἕνα,
ἐπίσης, σωματικὸν ἀτύχημα, – καὶ πόσα τοιαῦτα συμβαίνουσι καθημερινῶς! –
τὸ ὁποῖον μᾶς ἀναγκάζει νὰ ἀνασκευάσωμεν τὴν προγραμματισμένην
δραστηριότητά μας καὶ νὰ δημιουργήσωμεν μίαν ἐντελῶς διαφορετικήν
τοιαύτην.
Τί σημαίνει “στενοχώρια”;
“Στενοχώρια” εἶναι μία λέξις, ἡ ὁποία
χρησιμοποιεῖται συχνὰ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλά, ἐν πολλοῖς, συγχέεται μὲ
τὴν “θλῖψιν” καὶ λέγεται κατὰ λανθασμένο τρόπο. Ἡ στενοχωρία εἶναι
κατάστασις ψυχική, ἡ ὁποία δημιουργεῖται εἰς τὸν ἄνθρωπον καὶ ἀπὸ τὰς
ἐξωτερικὰς θλίψεις. Εἶναι νοσογόνος κατάστασις, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ εἰς τὴν
μελαγχολίαν, τὴν ἀπελπισίαν, τὴν ἄρνησιν τῆς ζωῆς, κυρίως ὅμως, τὴν
ἄρνησιν τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ. Ὁ στενάχωρος ἄνθρωπος, θὰ ἐλέγομεν ἐν μιᾷ
λέξει, εἶναι ὁ ἀπαισιόδοξος˙ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δὲν θέλει νὰ ἴδῃ λύσεις
εἰς τὰ προβλήματά του, ἀλλὰ ἐμμένων εἰς τὴν ἰδικήν του λογικήν, βλέπει
ταῦτα … ἀνυπέρβλητα καὶ μὴ ἐπιδεχόμενα οἱασδήποτε ἐπιλύσεως.
Συμπερασματικῶς δέ, ἡ “στενοχώρια” εἶναι μία ψυχικὴ ἀσθένεια, ἡ ὁποία
ὑποχρεώνει τὸν “ἀσθενῆ” της νὰ πελαγοδρομῇ πρὸ τῶν θλίψεων τῆς παρούσης
ζωῆς καὶ δὲν τοῦ ἐπιτρέπει νὰ προσδοκᾷ εἰς τὴν Θείαν σκέπην καὶ
βοήθειαν.
Ἡ “εἰκὼν” τῆς παρούσης ζωῆς
Μετὰ τὴν πτῶσιν τῶν πρωτοπλάστων καὶ
μετὰ τὴν ἔξοδον αὐτῶν ἐκ τοῦ Παραδείσου, ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου ἔχασεν τὴν
ὀμορφιὰ καὶ τὴν εὐλογίαν ποὺ εἶχεν, ὅσον οὗτοι παρέμενον πιστοὶ καὶ
συνεπεῖς εἰς τὰς ἐντολὰς τοῦ Δημιουργοῦ των. Τοὺς προειδοποίησεν ὁ Θεός,
ὅτι πλέον ἡ ζωή τους θὰ εἶναι πικρὰ καὶ ἡ χαρὰ θὰ σπανίζῃ. “καὶ
τῇ γυναικὶ εἶπε· πληθύνων πληθυνῶ τὰς λύπας σου καὶ τὸν στεναγμόν σου·
ἐν λύπαις τέξῃ τέκνα, καὶ πρὸς τὸν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου, καὶ αὐτός
σου κυριεύσει. τῷ δὲ ᾿Αδὰμ εἶπεν· ὅτι ἤκουσας τῆς φωνῆς τῆς γυναικός σου
καὶ ἔφαγες ἀπὸ τοῦ ξύλου, οὗ ἐνετειλάμην σοι τούτου μόνου μὴ φαγεῖν,
ἀπ᾿ αὐτοῦ ἔφαγες, ἐπικατάρατος ἡ γῆ ἐν τοῖς ἔργοις σου· ἐν λύπαις φαγῇ
αὐτὴν πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου· ἀκάνθας καὶ τριβόλους ἀνατελεῖ σοι,
καὶ φαγῇ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ. ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν
ἄρτον σου, ἕως τοῦ ἀποστρέψαι σε εἰς τὴν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθης, ὅτι γῆ εἶ
καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ“ (Γέν. Γ΄ 16-19).
Ἀκόμη δέ καὶ μετὰ τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου μας, ὅταν καὶ πάλιν ἠνοίγη ὁ Παράδεισος καὶ ἐδόθη ἐκ νέου ἡ δυνατότης εἰς τὸν ἄνθρωπον νὰ ἐλπίζῃ εἰς τὴν μετὰ τοῦ Κυρίου αἰωνίαν συνοίκησιν, ἡ παροῦσα ζωὴ “κράτησε” τὰς θλίψεις καὶ τοὺς στεναγμοὺς καὶ δικαίως ὠνομάσθη καὶ ὀνομάζεται “κοιλὰς τοῦ κλαυθμῶνος”. Δὲν ὑπῆρξε δέ καὶ οὔτε θὰ ὑπάρξῃ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος νὰ δύναται νὰ καυχηθῇ ὅτι δὲν ἐγεύθη τὴν θλῖψιν, δὲν ἐδάκρυσαν οἱ ὀφθαλμοί του καὶ δὲν ἐστέναξεν ἡ καρδία του. Ἡ παροῦσα ζωή μας, – ὅσο κι’ ἂν καυχᾶται ὁ ἄνθρωπος διὰ τὴν πρόοδον τῆς ἐπιστήμης καὶ διὰ τὰ ἐπιτεύγματά της κυρίως ὅσον ἀφορᾷ εἰς τὴν βελτίωσιν τῶν συνθηκῶν της – δὲν παύει νὰ εἶναι διὰ τὸν ἄνθρωπον, ἕνα ὀδυνηρὸν πέρασμα καθ’ ὁδὸν πρὸς τὴν Οὐρανίαν Πατρίδα μας.
Ἀκόμη δέ καὶ μετὰ τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου μας, ὅταν καὶ πάλιν ἠνοίγη ὁ Παράδεισος καὶ ἐδόθη ἐκ νέου ἡ δυνατότης εἰς τὸν ἄνθρωπον νὰ ἐλπίζῃ εἰς τὴν μετὰ τοῦ Κυρίου αἰωνίαν συνοίκησιν, ἡ παροῦσα ζωὴ “κράτησε” τὰς θλίψεις καὶ τοὺς στεναγμοὺς καὶ δικαίως ὠνομάσθη καὶ ὀνομάζεται “κοιλὰς τοῦ κλαυθμῶνος”. Δὲν ὑπῆρξε δέ καὶ οὔτε θὰ ὑπάρξῃ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος νὰ δύναται νὰ καυχηθῇ ὅτι δὲν ἐγεύθη τὴν θλῖψιν, δὲν ἐδάκρυσαν οἱ ὀφθαλμοί του καὶ δὲν ἐστέναξεν ἡ καρδία του. Ἡ παροῦσα ζωή μας, – ὅσο κι’ ἂν καυχᾶται ὁ ἄνθρωπος διὰ τὴν πρόοδον τῆς ἐπιστήμης καὶ διὰ τὰ ἐπιτεύγματά της κυρίως ὅσον ἀφορᾷ εἰς τὴν βελτίωσιν τῶν συνθηκῶν της – δὲν παύει νὰ εἶναι διὰ τὸν ἄνθρωπον, ἕνα ὀδυνηρὸν πέρασμα καθ’ ὁδὸν πρὸς τὴν Οὐρανίαν Πατρίδα μας.
Αἱ θλίψεις, διὰ τὸν χριστιανόν
“ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται, καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν.” (Ματθ. ΙΑ΄ 12). Μὲ τοὺς λόγους τούτους, ὁ Κύριος μᾶς κατέστησε σαφές, ὅτι “διὰ πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ” (Πράξ. ΙΔ΄ 22). Βεβαίως,
ὁ κοσμικὸς ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος θέλει νὰ ξεχνᾷ τὴν μετὰ θάνατον πορείαν
του, πικραίνεται μὲ τὰ λόγια τοῦτα τοῦ Κυρίου μας. Θέλει, – ἐὰν τοῦ ἦτο
δυνατόν, – ἡ ζωή του ἡ ἐπίγειος, πέραν τῶν πολλῶν χρόνων ποὺ θὰ διήρκει,
νὰ ἦτο καὶ ἄπονος καὶ ἄκοπος! Ὁ ἄνθρωπος, ὅμως, τοῦ Θεοῦ, ὁ
πειθαρχημένος εἰς τὰ λόγια, τὰ ὁποῖα προαναφέραμεν, ὄχι μόνον δὲν
ἀρνεῖται τὰς θλίψεις, τὰς ὁποίας ἐπιτρέπει ὁ Κύριος εἰς τὴν ζωήν μας,
ἀλλὰ δημιουργεῖ καὶ ὁ ἴδιος εἰς τὸν ἑαυτόν του … ἄλλας ἐπὶ πλέον.
Βλέπομεν, ἐπὶ παραδείγματι, τοὺς Ἁγίους Μάρτυρας, οἱ ὁποῖοι, ὄχι μόνον
σπεύδουν εἰς τὰ βασανιστήρια, ἀλλὰ πράττουν τοῦτο μετὰ χαρᾶς καὶ
ἀγαλλιάσεως, “ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν” (Ἑβρ. ΙΒ΄ 2).
Βλέπουν τοὺς σταυροὺς καὶ τὰ μαστίγια καὶ τοὺς ὄνυχας καὶ τὰς λαμπάδας
καὶ τὰς μαχαίρας καὶ τὰς λόγχας, ὄχι ὡς ὀδυνηρὰ μέσα θανατώσεώς των,
ἀλλὰ ὡς … τιμητικὰς διακρίσεις καὶ ὡς παράσημα, τὰ ὁποῖα καὶ θὰ
ἐπιδείξωσι εἰς τὸν Πρῶτον Διδάξαντα τὸν δρόμον τῆς θυσίας καὶ
Σταυρωθέντα ἐπὶ τοῦ Γολγοθᾶ, Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν.
Τὸ ἴδιο, καὶ μάλιστα εἰς πολὺ
ἐντονώτερον βαθμόν, βλέπομεν καὶ εἰς τοὺς λοιποὺς Ἁγίους, ἰδίᾳ δέ τοὺς
Ἀσκητὰς καὶ Ὁσίους, οἱ ὁποῖοι ὑποβάλλουν ἑαυτοὺς εἰς … ἠθελημένον
μαρτύριον. Προσθέτουν θλίψεις εἰς τὰς θλίψεις των, νηστείας καὶ
ἀσιτίας καὶ ἀγρυπνίας καὶ χαμαικοιτίας καὶ ἄλλας σωματικὰς ταλαιπωρίας
εἰς τὴν ἤδη τεταλαιπωρημένην ζωήν των, δάκρυα εἰς τοὺς δεδακρυσμένους
ὀφθαλμούς των, πόνους καὶ ὀδύνας … ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός, χωρίς, ὅμως τὴν
στενοχωρίαν καὶ ἀπελπισίαν ἐκείνην ἡ ὁποία ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ
… δαιμονίζει τὸν ἄνθρωπον!
Ἄλλο, λοιπόν, “θλῖψις” καὶ ἄλλο,
“στενοχωρία”. Μὲ πολλὴν χαρὰν νὰ δεχώμεθα τὰς θλίψεις τῆς παρούσης ζωῆς,
τὰς ὁποίας καὶ ὅταν θὰ κληθῶμεν ὑπὸ τοῦ Κυρίου, νὰ ἐπιδείξωμεν ὡς
ἐπιτεύγματα εἰς τὸν “ἀγωνοθέτην καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν”, ἵνα λάβωμεν τὸν
τῆς δόξης στέφανον. Ἀμήν.
Ἀρχιμ. Τιμόθεος Γ. Παπασταύρου
Ἱεροκήρυξ Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν
Ἱεροκήρυξ Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν
πηγή: http://orthodoxostypos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας