Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2019

Ο, όντως, ΘΗΣΑΥΡΟΣ!



ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ ΛΟΥΚΑ
20 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2019
Απόστολος: Β΄ Κορ. δ΄ 6 – 15
Ευαγγέλιον: Λουκ. ιζ΄ 12-19
Ήχος: α΄ .- Εωθινόν: Α΄
ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΕΚ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
“Έχομεν δε τον θησαυρόν
τούτον εν οστρακίνοις σκεύεσιν” (Β΄ Κορινθ. Δ 7).
Θησαυρός!!!
Δεν είναι, φίλοι μου, ασύνηθες το φαινόμενον, άνθρωποι να αναζητούν θησαυρούς, να σκάπτουν και
να “οργώνουν” κυριολεκτικώς, τεραστίας εκτάσεις, ακόμη και να κατακρημνίζουν τας ιδίας οικίας των, δια την εύρεσιν ενός… υποτιθεμένου θησαυρού. Δεν είναι, επίσης, σπάνιον το φαινόμενον, να αλληλο-επιτίθενται και να αλληλο-εξοντώνονται μέλη, ακόμη και της ιδίας οικογενείας, εις την διεκδίκησιν τοιούτων θησαυρών, διακινδυνεύοντες ακόμη και της ιδίας ζωής των, η και ισοβίων δεσμών! Προς χάριν, ενός μικρού η μεγάλου χρηματικού θησαυρού, η κάποιων λιρών που ευρέθησαν η που … ενδεχομένως θα ευρεθούν, διακόπτονται φιλικαί και αγαπητικαί σχέσεις, μίση χρόνια “βασιλεύουσι” μεταξύ ακόμη και συγγενικών προσώπων και η αγάπη και η φιλία, παραχωρούν τας θέσεις των εις πολυχρονίους κακίας και ψυχρότητας.
Αλήθεια, όμως, φίλοι αναγνώσται, είναι όντως “θησαυροί” αυτοί που προαναφέραμε; Ένα σακκίδιο γεμάτο χρυσές λίρες, η μερικαί χιλιάδες κάποιων νομισμάτων η ο,τιδήποτε άλλο το οποίον εκτιμά­ται από τους ανθρώπους, ως έχον μικρήν η μεγίστην αξίαν η χαρακτηρίζεται ως “αμύθητος πλούτος”, σημαίνει, ότι ούτως έχουν τα πράγματα; Απάντησιν εις τούτο το ερώτημα, θα μας δώση η απλή ανθρωπίνη λογική, η οποία εις μέγιστον ποσοστόν δεν λανθάνει. Ας ενθυμηθώμεν, επί παραδείγματι, ποία ήσαν εκείνα (πρόσωπα, πράγματα, καταστάσεις), τα οποία εθεώρουν οι άνθρωποι ως πλου­τον και ως ανεκτίμητα και θα καταλάβωμεν … Τι ήτο πριν από 80 περίπου έτη, ένα σακκίδιον πλήρες χρυσών λιρών, εδώ εις την πατρίδα μας; Τι αξίαν είχεν; Ευρίσκονται ακόμη εν τη ζωή, κάποιοι που ενθυμούνται τα χρόνια εκείνα τα δύσκολα και οδυνηρά, όταν … ένα σακκίδιον χρυσαί λίραι αντιστοιχούσαν εις ένα κιλόν άρτου η εις 4-5 αυγά η εις ένα κιλόν κρέατος! Εις ουδέν ελογίζοντο, την εποχήν εκείνην της απολύτου πείνης, τα χρήματα και τα κτήματα και αι οικίαι και τα χρυσά κοσμήματα, προ της ελαχίστης τροφής, αφού η βιολογική ζωή, υπερβαίνει εις αξίαν, οίουδήποτε πράγματος, όσην αξίαν και αν προσδίδουν οι άνθρωποι εις αυτό.
Τοιούτοι και παρόμοιοι προς τούτους, “θησαυροί”, είναι εκείνοι, τους οποίους ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, εχαρακτήρισε φθαρτούς και παροδικούς – “Μη θησαυρίζετε υμίν θησαυρούς επί της γης, όπου σης και βρώσις αφανίζει, και όπου κλέπται διορύσσουσι και κλέπτουσι• θησαυρίζετε δε υμίν θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σης ούτε βρώσις αφανίζει, και όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν” (Ματθ. ΣΤ 19-20) – και δια τούτο, επέστησε την προσοχήν μας, συνεχίζων εις τους ως άνω λόγους: “όπου γαρ εστιν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών” (Ματθ. ΣΤ 21).
Ο, όντως, ΘΗΣΑΥΡΟΣ!
Περί ποίου, όμως άραγε, θησαυρού, ομιλεί εν προκειμένω ο Θείος Απόστολος Παύλος; Μας τον δείχνει, εν πρώτοις, με ιδιαιτέρως σαφή τρόπον, και εν συνεχεία, μας αποκαλύπτει εις ποίον μέρος Ούτος αποθησαυρίζεται και υπό ποίας συνθήκας δύναται να αποθησαυρισθή. Ας ίδωμεν …
“Ότι ο Θεός ο ειπών εκ σκότους φως λάμψαι, ος έλαμψεν εν ταις καρδίαις ημών προς φωτισμόν της γνώσεως της δόξης του Θεού εν προσώπω Ιησού Χριστού” (Β Κορινθ. Δ 6). Ας ίδωμεν και την ερμηνείαν του συγκεκριμένου χωρίου. “Διότι ο Θεός που είπε να λάμψη φως από το σκοτάδι, αυτός έλαμψε μέσα μας, δια να φέρη εις φως την γνώσιν της δόξης του Θεού εν τω προσώπω του Ιησού Χριστού”. Ιδού, λοιπόν, και ο Θησαυρός, αλλά και το θησαυροφυλάκιον. Ας ξεχάσωμεν, λοιπόν, τους επιγείους και φθαρτούς και ανουσίους θησαυρούς και ας προστρέξωμεν εις τον αθάνατον τούτον θησαυρόν, της γνώσεως και επικοινωνίας του ανθρώπου με τον Θεόν. Ας ομοιάσωμεν προς τα βρέφη – προς τα οποία, άλλωστε, ο ίδιος ο Κύριος μας συνέστησεν “ίνα στραφώμεν και γενώμεν ως αυτά”, – τα οποία παρακάμπτουν τον οίονδήποτε θησαυρόν, τον οποίον δύνανται και να καταστρέψουν και να αχρηστεύσουν, προ της μητρικής αγκάλης και αγάπης. “ως αρτιγέννητα βρέφη το λογικόν άδολον γάλα επιποθήσατε, ίνα εν αυτώ αυξηθήτε εις σωτηρίαν, είπερ εγεύ­σασθε ότι χρηστός ο Κυριος” (Α Πέτρ. Β 2-3).
Ιδού, λοιπόν, ο Θησαυρός, ο όντως Μοναδικός και ασύγκριτος, προ του οποίου ωχριούν και εκμηδενίζονται, όσοι άλλοι “θησαυροί”, επίγειοι και ουράνιοι και καταχθόνιοι. Και εάν φαντασθώμεν τους Θείους Λόγους του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποίος, αναφερόμενος εις την αμαρτωλόν ψυχήν εκάστου εξ ημών, προσ­έδωσεν εις αυτήν αξίαν, υπερβαίνουσαν όλον τον παρόντα κόσμον και τα φθαρτά αγαθά αυτού και μας συνέστησεν, “Τι γαρ ωφελείται άνθρωπος εάν τον κόσμον όλον κερδήση, την δε ψυχήν αυτού ζημιωθή; η τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;” (Ματθ. ΙΣΤ 26), πόσον, άραγε, ανώτερος και ασύγκριτος Θησαυρός, είναι Αυτός ο ίδιος, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο οποίος υπερβαίνει, πάσης της ορατής και αοράτου κτίσεως˙ πάντων των επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων, μηδέ εξαιρουμένης και αυτής της “τιμιωτέρας των χερουβείμ και ενδοξοτέρας ασυγκρίτως των σεραφείμ”, της κυρίας Θεοτόκου, περί του οποίου ομιλεί ο Απόστολος Παύλος;
Η εκτίμησις του Θείου Θησαυρού
Όλοι οι άνθρωποι, – με ελαχίστας ίσως εξαιρέσεις – όταν λαμβάνουν η όταν βλέπουν ο,τιδήποτε, συνηθίζουν να προβαίνουν εις αξιολογικάς εκτιμήσεις. Εκτιμήσεις, περί του πόσον πωλείται η αγοράζεται, εκτιμήσεις περί της συναισθηματικής αξίας, εκτιμήσεις περί την οιανδήποτε αξίαν κατά τα μέτρα της οποίας, δύναται τούτο να αξιολογηθή.
Δυστυχώς, όμως, – και πάλιν εξαιρούντες τους ελαχίστους – ημείς οι ευτελείς και ανάξιοι και μικροί, δεν εμάθομεν να διακρίνωμεν τους τοιούτους μεγίστους και ανεκτιμήτους Θησαυρούς. Δεν ηδυνήθημεν να ξεφύγωμεν εκ των κοσμικών “μέτρων και σταθμών” και να μετρώμεν με τα ουράνια και άγια “σταθμά”, δια των οποίων εξετίμων, πράγματα και καταστάσεις, οι Άγιοι της Εκκλησίας μας. “οι δια πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, ειργάσαντο δικαιοσύνην, επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, έφυγον στόματα μαχαίρας, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, εγενήθησαν ισχυροί εν πολέμω, παρεμβολάς έκλιναν αλλοτρίων• … άλλοι δε ετυμπανίσθησαν, … έτεροι δε εμπαιγμών και μαστίγων πει­ραν έλαβον, έτι δε δεσμών και φυλακής• ελιθάσθησαν, επρίσθησαν, επειράσθησαν, εν φόνω μαχαίρας απέθανον, … Και ούτοι πάντες μαρτυρηθέντες δια της πίστεως ουκ εκομί­σαντο την επαγγελίαν” (Εβρ. ΙΑ 33-39). Ούτοι εξετίμησαν όντως τον Ανεκτίμητον τούτον Θησαυρόν και δια τούτο απολαμβάνουν των δωρεών της απολαύσεως.
Είθε, να εκτιμήσωμεν Τούτον και ημείς, δια να απολαύσωμεν και της προσκαίρου ζωής, αλλά και της Αιωνίου τοιαύτης. Αμήν.
Αρχιμ. Τιμόθεος Γ. Παπασταύρου
Ιεροκήρυξ Ιεράς Μητροπόλεως Πατρών

πηγή:  http://orthodoxostypos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε το σχόλιό σας