Πάλι σιώπησε ὁ Γρηγόριος. Ἡ ὥρα περνοῦσε. Ἡ βαθιά συμμετοχή του σέ ὅ,τι ἔλεγε γιά τόν Ἀθανάσιο τόν κούρασε σωματικά. Ὅμως, δέν μποροῦσε, ἤθελε νά προσθέσει δυό ἀκόμη σημεῖα. Πολύ σπουδαῖα κατά τή γνώμη του. Δυό θέματα πού τ’ ἀγαποῦσε πολύ καί τὸν πονοῦσαν:
Τί ζήταγε ὁ Ἀθανάσιος
στίς αἰγυπτιακές ἐρήμους καί τί ἔκανε γιά τούς μοναχούς. Τό ἕνα. Πῶς θεολόγησε ὁ
ἱερός αὐτός ἄνδρας γιά τό ἅγιο Πνεῦμα. Τό ἄλλο. Ἀπό ποῦ ὅμως ν’ ἀρχίσει καί πῶς
νά τελειώσει; Προσπάθησε νά ’ναι σύντομος καί σαφής:
-Ὁ ἅγιος μας, φίλοι
μου, πῆγε πάλι καί πάλι στά μοναστήρια τῆς Αἰγύπτου καί στά ἐρημητήρια τῶν ἀσκητῶν.
Ἔκατσε κοντά τους. Ἄκουσε τά λίγα λόγια τους. Εἶδε τήν αὐστηρή τους ἄσκηση. Διέκρινε τίς ἀρετές καί τά χαρίσματά
τους. Παρατήρησε στά πρόσωπά τους τό
γλυκύ θεῖο φῶς....
-Πότε καί πόσο ἔμεινε
κοντά τους; τόν διακόψανε.
Λεπτομέρειες δέ
θυμότανε ὁ Γρηγόριος. Ἤξερε ὅμως καλά γιά τή μακρόχρονη ἐξορία τοῦ Ἀθανασίου, ἀπό
τό 356 μέχρι τό 362. Ὕστερ’ ἀπό βίαια γεγονότα καί σφαγές, ὁ Ἀθανασίαος
κατέφυγε στούς μοναχούς πού τόν κρύβανε καί τόν φυλάγανε σάν πανίερο δῶρο τοῦ
Θεοῦ. Εἴχανε οἱ μοναχοί ὅλοι, ἀναχωρητές καί κοινοβιακοί, συνείδηση τοῦ ποιός ἤταν
Ὀ Ἀθανάσιος. Φωτισμένος ἐξαιρετικά. Ἐπίσκοπος τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας τους. Τόν βλέπανε δάσκαλο καί κανόνα τους. Τόν
συμβουλεύονταν καί τόν ἀκούγανε μέ πολλή εὐλάβεια. Τό χρειάζονταν αὐτό οἱ μοναχοί,
γιατί δέν ἔλειπαν τότε οἱ μεταξύ τους ἀκρότητες. Ἔτσι πολλές φορές, ἰδιαίτερα ὅμως
τά χρόνια τοῦτα, ὀ Ἀθανάσιος ἔφτανε μέ διάκριση στ’ ἀσκητήρια, στίς καλύβες καί
στά σπήλαια, ὅπου ἀγωνίζονταν γιά τό Θεό χιλιάδες μοναχοί. Τούς δίδασκε τό
μέτρο. Τούς ἐξηγοῦσε ὅτι παράλληλα πρός τήν μεγάλη ἄσκηση καί τήν ἀπομόνωση,
πρέπει νά δείχνουνε ἀγάπη, νά ἐπικοινωνοῦνε μέ τούς ἄλλους ἀδελφούς. Ἔπειτα στά
μοναστήρια τόνιζε ὅτι καλή εἶναι ἡ κοινωνικότητα καί ἡ ἀγάπη, μά εἶναι ἀνάγκη ὁ
μοναχός νά ’χει αὐστηρή ἄσκηση, νά ’χει καί ἀρετές τοῦ ἀναχωρητῆ.
Τά μεγάλα φωτισμένα πνεύματα
ἀπορρίπτουνε τίς μονομέρεις. Ἔχουνε πολλή διάκριση καί βλέπουνε σέ τί κακό μᾶς ὁδηγοῦν
οἱ ἀκρότητες.
-Ἡ παραμονή,
συνέχισε ὁ Γρηγόριος τοῦ Ἀθανασίου στίς αἰγυπτικαές ἐρήμου ἔφερε καί τούς πιό
δύστροπους μοναχούς κοντά στόν ἐπίσκοπό τους.
Συνειδητοποίησαν ὅλοι, ὅτι μοναχοί καί λαϊκοί, ἀποτελοῦν ἕνα σῶμα, μιά Ἐκκλησία
μ’ ἕνα ἐπίσκοπο ἐπικεφαλῆς. Βλέποντας μάλιστα
πόση ἔλλειψη καλῶν ἐπισκόπων ὑπῆρχε στίς ἐπαρχίες τῆς Αἰγύπτου, ἔπεισε κάποιους
μοναχούς ν’ ἀφήσουνε τή μονή καί νά γίνουνε ἐπίσκοποι χάριν τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ,
πού χρειαζότανε διαποίμανση. Ἀπό τότε συχνά κάποιοι μοναχοί γίνονται καί ἐπίσκοποι.
Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
(σελ. 171-172)
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
θα βρείτε τα προηγούμενα εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας