Πέμπτη 30 Απριλίου 2015

Ερμηνεία των Ψαλμών (Ψαλμός 31ος) Μέρος ε΄

 Του π. Αθανασίου Μυτηλιναίου
Ὁμιλία 4η

Ψαλμός 31ος


Πόσο χαίρομαι, πού ἀρκετοί ἄνθρωποι, δόξα τῷ Θεῷ, μόλις ἁμαρτήσουν, καί φυσικά ὄχι μέ ἐγκλήματα, φόνους, ἀλλά γιατί τσακώθηκαν, γιατί θύμωσαν, τρέχουν νά τό ποῦν∙ καί λένε: «Δέν ἀντέχω∙ θέλω νά τό πῶ. Δέν μπορῶ νά κοιμηθῶ ». Γιατί ἄν αὐτό χρονίσει, θά χάσει τόν ὕπνο του, καί ἴσως θά γίνει καί αὐτό πού εἴπαμε προηγουμένως, δηλαδή μεγαγχολικός, ἄϋπνος... θά σπάσουν τά νεῦρα του, θά πάθει ψυχώσεις!... Εἶναι αὐτό πού συναντᾶμε σέ ἀνθρώπους πού δέν τρέχουν νά διαλύσουν τίς καταστάσεις αὐτές. Ὅταν τρέξουν, σώθηκαν.

«Σύ μου εἶ καταφυγὴ –στίχος 7– ἀπὸ θλίψεως τῆς περιεχούσης με∙ τὸ ἀγαλλίαμά μου, λύτρωσέ με ἀπὸ τῶν κυκλωσάντων με». Ἡ καταφυγή στή θλίψη μου εἶσαι Ἐσύ ∙ Σύ, πού εἶσαι ἡ ἀγαλλίαση τῆς ψυχῆς μου, λύτρωσέ με ἀπό τούς πειρασμούς πού μέ κύκλωσαν.
Ἐδῶ θέλει νά πεῖ τό ἑξῆς: Ἀπευθύνεται πρός τόν Θεό ὁ Δαβίδ καί λέει ὅτι Αὐτός εἶναι ἡ καταφυγή ἀπό κάθε θλίψη του. Καί πραγματικά. Γιά σκεφθεῖτε τήν περίπτωση αὐτή, νά εἶσαι γεμᾶτος ἀπό πίεση, ἀπό θλίψη, καί νά βρεθεῖ κάποιος νά σέ ἀναπαύσει, νά σέ ξεκουράσει!... Καί θλίψη θά πεῖ πίεση, ζούληγμα! Πῶς νά αἰσθάνονται ἄραγε οἱ ἐλιές ἤ τά σταφύλια στό πατητήρι, πού τά πιέζουμε, τά ζουλᾶμε; Εὐχάριστα; Τούς βγαίνει τό ζουμί!... τούς βγαίνει τό λάδι! Λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ὅταν λέει ἐδῶ ἡ Ἁγία Γραφή θλίβομαι, δέν εἶναι ἐκεῖνο πού λέμε θλίψη, λύπη∙ ἄλλο ἡ θλίψη καί ἄλλο ἡ λύπη. Σήμερα στή γλώσσα μας τά ἔχουμε ταυτόσημα, ἀλλά δέν εἶναι τό ἴδιο. Θλίψη θά πεῖ πίεση, ζούληγμα∙ ἐνῶ λύπη εἶναι αὐτό τό συναίσθημα πού γεννιέται ἀπό τή θλίψη, τό ἀποτέλεσμα τῆς θλίψεως.
Θέλετε νά σᾶς πῶ καί κάτι ἄλλο; Εἶναι στόν στίχο 9, ἐκεῖνο τό «ἄγξαις», πού εἶναι ἀπό τό ρῆμα ἄγχω, πού θά πεῖ σφίγγω, καί παράγεται καί τό ἄγχος. Καί ὅταν λέμε «ἔχω ἄγχος», δέν εἶναι ἡ ἀγωνία. Ἡ ἀγωνία εἶναι ἡ θλίψη, εἶναι τό σφίξιμο, καί λέμε «Μέ ἔπιασε ἕνας κόμπος », τώρα ὀργανικά πλέον! Πάρα πολλοί ἄνθρωποι μοῦ τό ἔχουν πεῖ, τό ἔχω συναντήσει πολύ συχνά, καί στά Νοσοκομεῖα καί ἀλλοῦ. Πάει νά καταπιεῖ κάποιος μία μπουκιά φαγητό, ἀλλά τό φαγητό δέν κατεβαίνει... καί πνίγεται!
Θυμᾶμαι μία κοπέλα –παράξενα πράγματα!– ἦταν μεγάλη κοπέλα, εἶχε περάσει τά εἴκοσι∙ ὁπότε κάποτε ἀντιλήφθηκε ὅτι ἡ μητέρα της ἐγκυμονεῖ –Κύριε, ἐλέησον!... «Πῶς θά βγῶ ἐγώ ἔξω στήν κοινωνία, πού ἡ μητέρα μου ἐγκυμονεῖ;...» ἔλεγε. Βέβαια, ἄν τό σκεφτόταν λίγο καλύτερα, θά μιλοῦσε διαφορετικά: «Ἔ, ἡ μητέρα μου ἐγκυμονεῖ. Ἐπί τέλους δέν εἶναι πόρνη !... Οὔτε εἶναι μοιχαλίδα ἡ μητέρα μου!... Ἐγκυμονεῖ ∙ χάλασε ὁ κόσμος;...». Θυμᾶμαι τό τί σκηνές ἔκανε αὐτή ἡ κοπέλα στό σπίτι της, ἄλλο πράγμα! Ἕνα λοιπόν ἀπό τά συμπτώματα πού εἶχε ἦταν κι αὐτό πού λέμε τώρα, τό πνίξιμο. Μάλιστα ἐκείνη ἔφθανε στό σημεῖο νά βρίζει καί τόν πατέρα της γιά τήν ἐγκυμοσύνη τῆς μητέρας της! Εὐτυχῶς ἡ καημένη ἀπέβαλε, καί γλύτωσαν ἀπό τήν ἱστορία αὐτή... γιατί, ἄν γεννιόταν τό παιδί, δέν ξέρω τί θά γινόταν στό σπίτι ἐκεῖνο. Πεῖσμα ἀνελέητο!
Σημειῶστε δέ ὅτι αὐτό δέν εἶναι σπάνιο∙ ἴσως νά τό ἔχετε συναντήσει κι ἐσεῖς στό περιβάλλον σας. Γι’ αὐτό λένε πολλές φορές οἱ γονεῖς: «Ντρέπομαι τά μεγάλα μου τά παιδιά∙ πῶς νά κάνω ἄλλο παιδί;». Αὐτό πολλές φορές συμβαίνει.
Αὐτή λοιπόν ἡ κοπέλα καθόταν στό τραπέζι νά φάει, κι ἐκεῖ ἀμέσως πνιγόταν, σέ βαθμό πού νά θέλουν νά καλέσουν γιατρό! Εἶχε πάθει αὐτό τό ἄγχος κατά κυριολεξία. «Τί θά γίνει ἅμα γεννήσει ἡ μάνα μου...!». Καί τήν ἔπνιγε καί τήν ἔσφιγγε... κυριολεκτικά τήν ἔσφιγγε! Εἶναι φοβερά πράγματα αὐτά... φοβερά!
Ὅπως βλέπετε ἐδῶ, αὐτό σημαίνει θλίψη ∙ ἀλλά θά τό βροῦμε καί λίγο πιό κάτω ὡς ἄγχος.
Λοιπόν. «Λύτρωσέ με ἀπὸ τῶν κυκλωσάντων με». Γλύτωσέ με ἀπό ἐκεῖνα πού μέ κυκλώνουν, δηλαδή γλύτωσέ με ἀπό τούς λογισμούς. Σᾶς ἔλεγα μιά τελευταία φορά, ἐπάνω, στόν ἅγιο Ἀχίλλιο, ὅτι τούς λογισμούς πρέπει νά τούς λέμε στήν Ἐξομολόγηση. Δέν λέμε μόνο τίς πράξεις, ἀλλά καί τούς λογισμούς, τίς ἐνθυμήσεις. Στά Πατερικά κείμενα θά βρεῖτε τό θέμα καί ὡς λογισμό, ἀλλά καί ὡς ἐνθύμηση, αὐτό δηλαδή πού ἔχουμε στό μυαλό μας. Γιατί μήν ξεχνᾶμε ὅτι ἀπό ἐκεῖ ξεκινάει ὅλη ἡ ὑπόθεση. Πολλές φορές, καταστάσεις πού μᾶς χαλοῦν τήν ψυχοσωματική μας ὑγεία ἀπό ἐκεῖ ξεκινοῦν∙ ἀπό τίς ἐνθυμήσεις, ἀπό τούς λογισμούς.
«Συνετιῶ σε καὶ συμβιβῶ σε ἐν ὁδῷ ταύτῃ, ᾗ πορεύσῃ, ἐπιστηριῶ ἐπὶ σὲ τοὺς ὀφθαλμούς μου». Ἀντιλαμβάνεσθε ἀλλαγή τοῦ κειμένου; Ἐδῶ μιλάει ὁ Θεός τώρα στόν Δαβίδ: «Θά σέ συνετίζω καί θά σέ συνοδεύω στόν δρόμο πού θά προχωρᾶς. Θά στηρίξω τά μάτια μου ἐπάνω σου. Δέν θά σ’ ἐγκαταλείψω, δέν θά σέ ἀφήσω∙ θά ἐξακολουθῶ νά σέ βοηθάω».
Κατά συνέπεια ἐδῶ βλέπουμε ὅτι ὁ Θεός ἔρχεται νά βοηθήσει, νά φωτίσει, νά ἐνισχύσει. Γι’ αὐτό λέμε καί κάτι ἄλλο: Ξεκίνα νά ἐξομολογηθεῖς, καί θά δεῖς ὅτι ὁ Θεός θά σέ βοηθήσει νά ξεπεράσεις τά προβλήματά σου, νά ξεπεράσεις καί τίς ἁμαρτίες σου. Γιατί πολλοί ἔχουν τήν ἐντύπωση πώς δέν θά καταφέρουν νά διορθωθοῦν. Μά, ξεκίνα, γιατί ἔτσι θά πάρεις τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ στίχος αὐτός ἔρχεται νά ἀπαντήσει σέ αὐτό ἀκριβῶς∙ γιατί ἀπαντάει ὁ Θεός. Δέν μιλάει ἐδῶ ὁ Δαβίδ∙ μιλάει ὁ Θεός στόν Δαβίδ. Ἀλλά μέ μιά προϋπόθεση: δέν θά ὑπάρχει ἡ ἰσχυρογνωμοσύνη τῶν ἀλόγων καί τῶν μουλαριῶν. Κοιτάξτε ποιά ζῶα χρησιμοποίησε: «Μὴ γίνεσθε ὡς ἵππος καὶ ἡμίονος, οἷς οὐκ ἔστι σύνεσις». Μή γίνεσθε σάν τό ἄλογο καί τό μουλάρι, πού δέν ὑπάρχει σ’  αὐτά σύνεση. Χρησιμοποιεῖ τό ἄλογο καί τό μουλάρι, γιατί τό μέν ἄλογο εἶναι ἀτίθασο καί ὑπερήφανο, καί τό μουλάρι εἶναι πεισματάρικο. Ἄρα, κατά μεταφορά, μή γίνεσθε ἀτίθασοι καί πεισματάρηδες.
Αὐτό πρέπει νά σᾶς τό πῶ. Πολλές φορές συμβαίνει στήν Ἐξομολόγηση. Ἔρχονται ἄνθρωποι νά ἐξομολογηθοῦν, καί γίνονται ἀντίδικοι τοῦ πνευματικοῦ! ″Βρέ, παιδάκι μου, ἦρθες νά θεραπευθεῖς, ἤ νά γίνεις ἀντίδικος τοῦ πνευματικοῦ, ἤ ὁ πνευματικός νά γίνει ἀντίδικος μ’  ἐσένα;... Ὄχι∙ θά πεῖς ἐκεῖνο πού ἔχεις νά πεῖς μέ ταπείνωση ″.
Δέν πρέπει νά ὑπάρχει καί ἰσχυρογνωμοσύνη. ″Βρέ, παιδάκι μου, κάνε αὐτό πού σοῦ λέω″. ″ Ὄχι, δέν εἶναι ἔτσι ! ″ ἤ ″ Ὄχι, εἶναι ἔτσι !”. Αὐτή ἡ ἰσχυρογνωμοσύνη καί τό πεῖσμα εἶναι ἄλλο πράγμα! Δηλαδή σᾶς λέω ὅτι κάποτε ἄνθρωποι εἶναι ἰσχυρογνώμονες σέ βαθμό ἐξοργιστικό. Βλάπτονται. Καί εἶναι καλύτερα νά μήν πᾶνε ποτέ νά ἐξομολογηθοῦν, μ’ αὐτές τίς προϋποθέσεις. Ἄλλοτε πάλι δέν λένε τίποτα∙ ἀλλά ἀπό μέσα τους παίρνουν τίς δικές τους ἀποφάσεις. Ταλαίπωροι, τί ἔχει νά πάθει ὁ πνευματικός; Ἐσεῖς πήγατε νά θεραπευθεῖτε. Ἄν λέτε ″ἐγώ ξέρω τή δουλειά μου, ἐγώ θά μείνω σ’  αὐτό πού ξέρω ″, χαθήκατε! Ὁ Θεός θά σᾶς βοηθήσει, ἄν δέν εἴσαστε ἀτίθασοι καί πείσμονες, λέει ὁ Δαβίδ.
Καί στούς στίχους 10 καί 11 κάνει μία ἀναφορά ἀντιθέσεως εὐσεβοῦς καί ἀσεβοῦς. «Πολλαὶ αἱ μάστιγες τοῦ ἁμαρτωλοῦ, τὸν δὲ ἐλπίζοντα ἐπὶ Κύριον, ἔλεος κυκλώσει». Πολλές εἶναι οἱ συμφορές πού βρίσκουν τόν ἁμαρτωλό, ἀλλά αὐτόν πού ἐλπίζει στόν Κύριο θά τόν κυκλώσει τό ἔλεός Του.
Θέλεις νά μένεις στήν ἀσέβειά σου; Θέλεις νά μένεις στήν ἀμετανοησία σου καί στήν ἁμαρτία σου; Μάθε το, ξέρε το, θά ἔχεις πολλές συμφορές, θά σοῦ ἔρχονται ἀπανωτά! Θά τρῶς ξύλο συνέχεια! Μάστιγες ἐπί μαστίγων, μέχρι νά πάρεις μάθημα. Θέλεις νά ἐπιμένεις; Τότε θά ἔχεις διαρκῶς μάστιγες ἀπό πάνω σου.
Ἐνῶ τόν εὐσεβῆ ἄνθρωπο, ἐκεῖνον πού μετανοεῖ, τόν κυκλώνει τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Κοιτάξτε: δέν λέει τόν ἐπισκέπτεται τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀλλά «τόν κυκλώνει τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ», πού σημαίνει ὅτι εἶναι περιτειχισμένος γύρω -γύρω ἀπό τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, εἶναι προφυλαγμένος. Εἶναι προστατευμένος, καί δέν κινδυνεύει πλέον ἀπό ἐχθρούς, γιατί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ τόν ἔχει περικυκλώσει.
Καί τώρα ἔχουμε ἕνα ξέσπασμα τοῦ Δαβίδ∙ εἶναι ξέσπασμα δικό του∙ τοῦ ἀνήκει, μ’ ὅλο του τό δίκαιο! Τόν συγχώρεσε ὁ Θεός! «Εὐφράνθητε ἐπὶ Κύριον καὶ ἀγαλλιᾶσθε, δίκαιοι, καὶ καυχᾶσθε, πάντες οἱ εὐθεῖς τῇ καρδίᾳ». Δηλαδή χαρεῖτε καί ἀγαλλιάσετε γιά τόν Κύριο οἱ εὐσεβεῖς, καί νά Τόν ἔχετε καύχημά σας ὅλοι ὅσοι ἔχετε ἴσια, εἰλικρινή καρδιά ! Βέβαια! Νά χαρεῖτε, νά εὐφρανθεῖτε γιά τόν Κύριο, γιατί σέ Ἐκεῖνον ἀνήκει αὐτό τό ἔλεος, πού ἔρχεται νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τά δεινά πού μᾶς μαστίζουν, ἀπό τίς ἐσωτερικές καί ἐξωτερικές μας ἀκόμη μάστιγες. Ποιοί ὅμως νά χαροῦν καί νά ἀγαλλιάσουν; Οἱ «εὐθεῖς τῇ καρδίᾳ», αὐτοί πού εἶναι ἴσιοι∙ ὄχι οἱ στραβοί καί διεστραμμένοι, ἀλλά οἱ εἰλικρινεῖς ἄνθρωποι, οἱ εὐθεῖς.
Προσέξτε μία κλιμάκωση: «εὐφράνθητε», «ἀγαλλιᾶσθε», «καυχᾶσθε». Ὅλα δέ «ἐπὶ Κύριον». Καί τά τρία «ἐπὶ Κύριον», καί τό «εὐφράνθητε» καί τό «ἀγαλλιᾶσθε» καί τό «καυχᾶσθε», γιατί ἡ χαρά μας εἶναι ὁ Θεός, ἡ ἀγαλλίασή μας εἶναι ὁ Θεός, καί τό καύχημά μας καί τό καμάρι μας εἶναι ὁ Θεός. «Ὁ καυχώμενος ἐν Κυρίῳ καυχάσθω». Τό καύχημα μας εἶναι ὁ Θεός, γιατί ὅ,τι ἀγαθό, ὅ,τι ὑπέροχο, ὅ,τι θαυμάσιο, ὅ,τι ἀληθινό, ὅ,τι εἰρηνικό, ἐκπηγάζει ἀπό τόν Θεό, κι ἔρχεται σ’ ἐμᾶς. Ἔρχεται σ’ ἐμᾶς καί μᾶς ἀγγίζει μέ ὅλα αὐτά τά ἀγαθά. Μποροῦμε ποτέ νά μήν ἔχουμε αὐτήν τήν εὐφροσύνη, αὐτή τήν ἀγαλλίαση καί αὐτήν τήν καύχηση; Ὅποιος εἶναι εὐσεβής, ὅποιος ἔνιωσε τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅποιος πραγματικά ἔνιωσε τήν εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ, ἄς καυχᾶται. Ἄς καυχᾶται ἐν Κυρίῳ!
                                                                                                       Δευτέρα,7-11-1977



(συνεχίζεται)


Απόσπασμα από το βιβλίο ‘’ΕΠΙΛΟΓΗ ΨΑΛΜΩΝ’’ Τόμος ά.
Της Ιεράς Μόνης Κομνηνείου, Κοιμήσεως θεοτόκου και Αγίου Δημητρίου.
Το βιβλίο περιέχει  απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του μακαριστού Γέροντα Π. Αθανασίου Μυτιληναίου.
Η ανάρτηση γίνεται με την ευλογία της Ιεράς Μονής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε το σχόλιό σας