Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2015

Ἀποφασίσανε νά τόν χειροτονήσουν ἐπίσκοπο. Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος



Σέ λίγες ἑβδομάδες τά πράγματα πήραν ἄλλο δρόμο.  Ἡ διαίρεση τῆς Καππαδοκίας σέ Πρώτη καί Δεύτερη ἀναστάτωσε ὅλους: Ἄρχοντες, λαό καί προπαντός τούς ὑπευθύνους ἐκκλησιαστικούς ἄνδρες.  Στή Δεύτερη Καππαδοκία, πού εἶχε πρωτεύουσα τά Τύανα, ἐπίσκοπος ἤτανε ὁ Ἄνθιμος.  Τώρα ἔγινε Μητροπολίτης καί ἀπό καιροσκοπισμό ἤ πεποίθηση ἀλοιθώριζε πρός τόν ἀρειανισμό. Αὐτός ἐπέμενε ὅτι οἱ περιοχές, πού ἀνήκουνε διοικητικά στή Δεύτερη Καππαδοκία, πρέπει ἐκκλησιαστικά νά ὑπαχθοῦν στή μητρόπολη Τυάνων.  Καί γιά νά τό ἐπιτύχει χρησιμοποιοῦσε κάθε μέσο, θεμιτό καί ἀθέμιτο.  Βασικά δέν εἶχε ἄδικο, ἀλλά ὁ Βασίλειος, Μητροπολίτης τῆς Πρώτης Καππαδοκίας, προσπαθοῦσε νά συγκρατήσει στήν ἐπιρροή του ὅσες περισσότερες περιοχές μποροῦσε.  Διότι πολλοί κληρικοί, κρυπτοαρειανοί καί ρηχῆς ὀρθοδοξίας, ἔβρισκαν πρόφαση καί
τρέχανε νά ζητήσουν ἐξάρτηση ἀπό τόν Ἄνθιμο. Ἔπειτα, οἱ ἐπισκοπές τῆς Καππαδοκίας ὑπάγονταν ἀνέκαθεν στό μητροπολίτη Καισαρείας. Ἡ διαμάχη μεταξύ Ἀνθίμου καί Βασιλείου ἔπαιρνε διαστάσεις.
Πρίν ἀπό τό Πάσχα, ὁ Γρηγόριος ἔπιασε κι ἔγραψε στό Βασίλειο, νά κάνει καί στήν περίσταση τούτη κουράγιο.  Τοῦ ὑποσχότανε, μάλιστα, πώς ἄν ἐκεῖνος τό κρίνει ἀναγκαῖο, θά πάει προσωπικά στήν Καισάρεια, νά τοῦ συμπαρασταθεῖ.
Τότε ὁ Βασίλειος ἅρπαξε τήν εὐκαιρία.  Μπῆκε στό πρῶτο ἁμάξι πού ἔφευγε γιά τήν Κολωνία (τό Ἀξαράι) καί κατέβηκε στή Ναζιανζό. Τυχαῖα, ὁ Γρηγόριος ἔλειπε κάπου κοντά. Ὁ Βασίλειος μίλησε μέ τό γέρο-ἐπίσκοπο Γρηγόριο. Ἤτανε καί αὐτός τῆς ἴδιας γνώμης. Νά χειροτονήσουνε τό Γρηγόριο ἐπίσκοπο Σασίμων. Ὅσες περισσότερες νέες ἐπισκοπές θά δημιουργούσανε στή Δεύτερη Καππαδοκία, τόσα καλύτερα θά ποιμαινότανε ἡ περιοχή. Ἄν μάλιστα οἱ ἐπίσκοποί τους ἤτανε ὀρθόδοξοι καί στήν ἐπιρροή τοῦ Βασιλείου, τόσο τό καλύτερο γιά τήν Ἐκκλησία.
Ὅταν ἐπέστρεψε ὁ Γρηγόριος καί βρῆκε στό σπίτι τό φίλο του Βασίλειο, ἔνιωσε ἀπέραντη ἀγαλλίαση.  Αὐτή ὅμως θά διαρκέσει λίγο. Ἀφοῦ εἴπανε τίς πρῶτες κουβέντες καί καθήσανε, ὁ Βασίλειος μίλησε:
-Ἀδελφέ Γρηγόριε, ξέρεις τήν κατάσταση τῆς Ἐκκλησίας! Οἱ πιστοί παρασύρονται καί χωρίς νά τό συνειδητοποποιοῦν πέφτουν στήν ἀγκαλιά τῆς αἵρεσης. Ὁ Ἄνθιμος προσελκύει κόσμο πολύ. Αὔριο μεθαύριο δέ θά βρίσκουμε ὀρθόδοξο γιά ὀρθδόξο στίς περιοχές τῆς Δεύτερης Καπαδοκίας.
Ὁ Γρηγόριος ἄκουγε μέ προσοχή.  Παραξενευότανε ὅμως καί ἀναρωτιόνταν: γιατί νά τοῦ λέει πράγματα γνωστά; Τοῦ ’φυγε ἡ ἀπορία μέ τή συνέχεια:
-Λοιπόν, θά σοῦ κακοφανεῖ, μά δέν γίνεται ἀλλιῶς.  Θά σέ χρησιμοποιήσουμε, Γρηγόριε.  Θά γίνεις ἐπίσκοπος γιά τά Σάσιμα. Εἶναι ἀνάγκη....
Σταμάτησε ὁ Βασίλειος, βλέποντας τό Γρηγόριο ν’ ἀλλάζει χρῶμα, νά θυμώνει, νά χάνει σχεδόν τόν αὐτοέλεχγο. Ἄλλωστε, τί ἄλλο νά ἐξηγήσει στόν ἄνθρωπο, πού ὅλα τά ἔβλεπε, ὅλες τίς ἀνάγκες τίς γνώριζε, μά πού δέν μποροῦσε νά κατασιγάσει τή βαθιά του κλίση γιά ἡσυχία; Δυστυχής ὁ Γρηγόριος. Ἀντέδρασε μέ σκόρπιες λέξεις, ἀσύνδετα νοήματα. Ἔκανε χειρονομίες, παρακαλώντας νά τόν ἀπαλλάξουν. Διαμαρτυρήθηκε πάλι καί πάλι πού δέν ὑπολόγισαν τή γνώμη του.
Ὁ γερο- Γρηγόριος καί ὁ Βασίλειος ἀνένδοτοι.  Ἡ χειροτονία ἔπρεπε νά γίνει.  Καί μάλιστα γρήγορα, πρίν τό Πάσχα, πού ἔπεφτε γιά τό 372 ὀχτώ Ἀπριλίου.  Τύραννος ἦταν ὁ πατέρας γιά τό Γρηγόριο!  Τύραννος τώρα καί ὁ φίλος του; Πήγαινε πολύ. Δέ γινότανε ὅμως διαφορετικά. Οὔτε λίογ οὔτε πολύ εἶπαν στό Γρηγόριο πώς αὐτό ἤτανε τό θέλημα τοῦ ἁγίου Πνεύματος.  Τότε ὁ Γρηγόριος ἔσκυψε τό κεφάλι. Ὅλα τελείωσαν.
Τούς ἄφησε κι ἔφυγε νά συγκεντρωθεῖ, νά προσευχηθεῖ. Τήν ἄλλη μέρα κιόλας, ἴσως Κυριακή τῶν Βαΐων, ἔγινε ἡ χειρτονία.  Τό νέο μαθεύτηκε, οἱ πιστοί τρέξανε: ὁ ναός γεμάτος.
Στή θεία Λειτουργία, μετά τή μικρή Εἴσοδο, ἀφοῦ τό Εὐαγγέλιο τοποθετήθηκε στή μέση τοῦ ναοῦ -ἔτσι γινόταν τότε- μίλησε ὁ Γρηγόριος πρίν ἀρχίσει ἡ χειροτονία του.  Μίλησε χωρίς χειρόγραφο.  Εἶπε μόνο λίγα λόγια πού ἔκαιγαν.  Εἴχανε πίκρα καί αὐτοπαράδοση στό ἅγιο Πνεῦμα.  Δέν ἔκρυψε τίποτα. Ὁ μεγάλος αὐτός ἄνδρας ἤ διότι ἤτανε μεγάλος θεολόγος ἤ διότι ἤτανε μεγάλος ποιητής δέν ἔκρυβε τίποτα. Ὅ,τι φώλιαζε στήν καρδιά του καί παίδευε τό νοῦ του, θά τό ’λεγε, θά τό ’γραφε.  Καί τώρα τό ἴδιο:
-Δεμένο μ’ ἔφεραν ἐνώπιόν σας, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, ὅμως μέ τή θέλησή μου.  Μ’ ἔδεσαν τά γηρατειά τοῦ σεβαστοῦ πατέρα μου καί ἡ φιλία τοῦ ἀγαπητοῦ μου Βασιλείου.  Εἶναι τρομερό καί πού τό σκέφτομαι. Ἐγώ πού τίς μέρες τοῦτες τό εἶχα σχεδόν ἀποφασίσει καί σκεπτόμουν μόνο τήν ἄσκηση, τήν ἔρημο, τά βουνά καί τούς βράχους, τά ἥσυχα μέρη.... Ἐγώ πού ὀνειρευόμουνα τό ὅρος Κάρμηλο τοῦ προφήτη Ἠλία, τήν ἔρημο τοῦ Προδρόμου.... Ἐγώ πού ἀφήνω τιμές καί δόξες, εὐθῦνες καί ἀγῶνες σέ ἄλλους. Ὁ ἴδιος ἐγώ βρίσκομαι στό θυσιαστήριο, ἕτοιμος νά μέ θυσιάσουν πατέρας καί φίλος.
Προσπάθησα, φίλοι μου, καί τό Πνεῦμα βοήθησε. Ἄλλαξα διάθεση. Ἔδιωξα τή μέσα μου ταραχή. Καί εἶμαι ἤρεμος. Δέν αἰσθάνομαι κακία. Ἀκόμη κι ἄν λέω, πώς ὁ καλύτερός μου φίλος μοῦ ’κανε τό πιό μεγάλο κακό, μέ τό νά μέ θέλει σώνει καί καλά νά μέ χειροτονήσει ἐπίσκοπο. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἔβαλε πάνω ἀπό τή δική μου διάθεση τό Ἅγιο Πνεῦμα καί γι’ αὐτό τόν δικαιολογῶ. Ἀλλά καί πάλι θά τό πῶ.  Ποιός μέ ἀναγκάζει νά γίνω ἐπίσκοπος, νά ἔχω τιμές κι εὐθύνες πού δέν τίς μπορῶ; Ὁ Βασίλειος. Ἐκεῖνος πού περάσαμε μαζί τόσα χρόνια στήν Ἀθήνα.  Πού εἴμαστε ἀχώριστοι φίλοι. Πού διαβάζαμε, τρώγαμε, ἀγωνιούσαμε καί σκεπτόμαστε μαζύ...... πάντα μαζύ.
Τό περιέργο εἶναι ὅτι ὅλ’ αὐτά ὁ Βασίλειος τ’ ἄκουγε ἀμίλητος καί ὄρθιος στήν   Ὡραῖα Πύλη τοῦ ναοῦ.  Τό πρόσωπό του δέν ἔδειχνε τίποτα.  Οὔτε θυμό, οὔτε ἐπιδοκιμασία στά καυτά λόγια τοῦ Γρηγορίου.  Βέβαια, τά σκεπτότανε ὅλα.  Καταλάβαινε πόσο στενοχωρεῖ τόν εὐαίσθητο φίλο του, πού τώρα μέ τή χειροτονία τόν ἀπομάκρυνε -ἔτσι νόμιζε- μιά γιά πάντα ἀπό τά ἱερά του σχέδια γιά ἡσυχαστική ζωή, γιά πνευματικές ἀσκήσεις καί θεῖες ἐλλάμψεις, γιά προσευχή ἀδιάλειπτη καί θεοπτία. Αὐτά φαινόταν τώρα νά χάνει καί γι’ αὐτό αἰσθανόταν ὁ Γρηγόριος δυστυχής. Σέ ὅλη τή ζωή του μάλιστα θά θυμᾶται καί θά λέει πώς ὁ Βασίλειος εἶναι ὁ αἴτιος τῶν βασάνων του.  Διότι, ἄν δέν τόν χειροτονοῦσε ἐπίσκοπο, θά μόναζε κάπου στήν ἐρημιά, δέ θ’ ἀναλάμβανε εὐθύνες, δέ θά γινότανε στόχος τόσων καί τόσων ἐχθρῶν, δέ θά βασανιζότανε.
-Μά τί νά κάνω καί ’γω, σκεπτόταν ὁ Βασίλειος.  Τί νά σοῦ κάνω δύστυχε Γρηγόριε!  Βρεθήκαμε σέ δύσκολη ἐποχή κί ὅλοι πρέπει νά ἀγωνιστοῦμε σάν ποιμένες καί θεολόγοι....
Ὁ Γρηγόριος εἶπε στήν προσφώνησή του κι ἄλλα πολλά.  Κυρίως γιά ν’ ἀλαφρώσει.  Στό τέλος παραδόθηκε.  Νά τόν ὁδηγήσουν στό θυσιαστήριο τά πιό σεβαστά καί τά πιό ἀγαπημένα του πρόσωπα, ὁ γερο-πατέρας του καί ὁ Βασίλειος. Ἀφέθηκε νά ζητήσει τήν κάθοδο τοῦ ἁγίου Πνεύματος στήν κεφαλή του.
 Χειροτονήθηκε, λοιπόν, ἐπίσκοπος γιά τά Σάσιμα.  Μιά μικρή ἄθλια κωμόπολη τῆς Δεύτερης Καππαδοκίας, ὅπου καί ἡ Ναζιανζός.  Γιά τήν ἐπισκοπή του ὁ Γρηγόριος εἶχε τήν χειρότερη ἰδέα. Ὁ Βασίλειος ἔμεινε μετά τή χειροτονία μόνο μία –δύο μέρες. Ἴσα νά κάνει ὁ Γρηγόριος  τήν πρώτη του Λειτουργία, νά τοῦ δώσει θάρρος, νά τόν πείσει νά πάει στά Σάσιμα.
Λειτούργησε καί μίλησε. Εἶπε τώρα περισσότερα ἀπό τήν προηγούμενη μέρα τῆς χειροτονίας του.  Πάλι τά λόγια του καίγανε.  Πάλι τούς θύμησε ὅτι δέν τόν πείσανε νά χειροτονηθεῖ, ἀλλά τόν ἐκβιάσανε.  Μά σήμερα εἶχε νά πεῖ στό ἐκκλησίασμα καί κάτι ἄλλο.  Τούς εἶπε γιά τό συγκλονισμό πού ἔζησε τήν ὥρα τῆς χειροτονίας.  Γιά τό πόσο μικρός ἔνιωσε, πόση δειλία τόν κατέλαβε.  Καί τήν ὥρα πού οἱ ἐπίσκοποι ζητούσανε τήν ἐπιφοίητηση τοῦ ἁγίου Πνεύματος στόν ὑποψήφιο ἐπίσκοπο, ἔτσι καθώς ἤτανε γονατιστός καί σκυφτός, πλημμύρισε ὁ Γρηγόριος ἀπό μιάν ἀπέραντη ἀγάπη γιά τό ἅγιο Πνεῦμα.  Καί τήν ἴδια στιγμή τόν ἔπιασε φόβος μεγάλος.  Στό νοῦ του, στήν καρδιά του, στό αἷμα του, στό εἶναι του ὅλο, κυκλοφοροῦσε μιά θεία γλυκύτητα καί μαζύ φοβερός τρόμος.  Μυστήριο, πού χωροῦν καί τά δύο στόν ἄνθρωπο!  Μυστήριο, πού ὁ μικρός ἄνθρωπος εἶναι τόσο μεγάλος, ὥστε νά χωράει μέσα του τό ἅγιο Πνεῦμα καί νά τόν γλυκαίνει.  Ποῦ νά βγάλει κανείς ἄκρη σ’ ὅλα αὐτά;  Ὁ Γρηγόριος ἤξερε, στίς ἀνερεύνητες περιπτώσεις, νά σκύβει τό κεφάλι στό ἅγιο Πνεῦμα.  Καί τό Πνεῦμα τό φανέρωναν τώρα στό Γρηγόριο οἱ δύο ἐπίσκοποι, ὁ πατέρας του καί ὁ Βασίλειος.  Ζήτησε λοιπόν νά τόν καθοδηγήσουν.  Νά τόν διδάξουν, ὥστε νά γίνει κι αὐτός καλός ποιμένας.  Κάι θά γίνει καλός ποιμένας, ἀλλά μέ τό δικό του τρόπο καί γιά λίγο μόνο καιρό.  Καί προπαντός ὄχι στά Σάσιμα.



Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
   (σελ.105-109)
 Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
θα βρείτε τα προηγούμενα εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε το σχόλιό σας