π. Ἀθαν. Μυτιληναίου.
Ὁ σημερινός μας κόσμος εἶναι ἕνας κόσμος βαβυλωνικός καί σάπιος πού ἑτοιμάζεται νά πέση.
Καί τά κριτήριά του διά τήν πτῶσιν;
Ἡ ἀθεΐα, ὁ ἀμοραλισμός, ὁ «στρῆνος» δηλαδή ἡ ἀλαζονία τοῦ βίου, μέσα εἰς τήν πολυτέλειαν, τήν ἀφθονίαν τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν καί τήν σπατάλην, ὅταν ἄλλοι λαοί πεθαίνουν ἀπό τήν πεῖναν, πού δείχνει τήν ἀβυσσαλέαν ἀσπλαχνίαν τῶν ἀνθρώπων.
Καί ὄχι μόνον ὁ κόσμος αὐτός ὁ ἀποστάτης καί δαιμονικός βουλιάζει, ἀλλά ταυτοχρόνως γίνεται καί κατοικητήριον δαιμόνων, ὅπου βεβαίως ἀπουσιάζει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καί ἡ εὐλογία.
Εἰς αὐτόν τόν καταρρέοντα κόσμον, ἀκούεται πάλιν ἡ φωνή τοῦ οὐρανοῦ: «ἔξελθε ἐξ αὐτῆς ὁ λαός μου, ἵνα μή συγκοινωνήσητε ταῖς ἁμαρτίαις αὐτῆς, καί ἵνα ἐκ τῶν πληγῶν αὐτῆς μή λάβητε» (18, 4).
Πρόκειται διά τήν σχέσιν τῶν πιστῶν μέ τούς ἀπίστους.
Ὁ θεός παραγγέλλει μίαν «ἔξοδον» τοῦ λαοῦ του, ἄλλοτε τροπική, ἄλλοτε τοπική.
Ὁ Νῶε, ὁ Λώτ, ὁ Τωβίτ, εἶναι παραδείγματα τροπικῆς ἐξόδου.
Ἡ φυγή ἀπό τήν πολιορκημένην Χριστοκτόνον Ἱερουσαλήμ ὅλων τῶν Χριστιανῶν, εἶναι μία τοπική ἔξοδος.
Ἡ ἔξοδος τῶν ἐσχάτων θά εἶναι καί τοπική καί τροπική, ἀνάλογα τό πῶς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον θά ὑπαγορεύη εἰς τήν Ἐκκλησίαν.
Μετά ἀπό τήν προφητικήν καταστροφήν τῆς νοητῆς Βαβυλῶνος ἠκούσθη εἰς τόν οὐρανόν φωνή πολλοῦ ὄχλου πού ἔψαλλαν: «Ἀλληλούϊα· ἡ σωτηρία καί ἡ δόξα καί ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ὅτι ἀληθιναί καί δίκαιαι αἱ κρίσεις αὐτοῦ· ὅτι ἔκρινε τήν πόρνην τήν μεγάλην, ἥτις διέφθειρε τήν γῆν ἐν τῇ πορνείᾳ αὐτῆς, καί ἐξεδίκησε τό αἷμα τῶν δούλων αὐτοῦ ἐκ χειρός αὐτῆς» (19, 1-3).
Ἤδη εἰσερχόμεθα εἰς τήν τελευταίαν πρᾶξιν καί ἔκβασιν τοῦ ὅλου δράματος τῆς πάλης τοῦ Χριστοῦ κατά τῶν ἀντιθέων δυνάμεων.
Ἄξιον πολλῆς προσοχῆς ἀπό ἑρμηνευτικῆς ἀπόψεως εἶναι ὅτι ἐφ᾿ ἑξῆς ὁ Προφήτης Ἰωάννης ὅ,τι θά μᾶς περιγράψη δέν ὑπόκειται εἰς χρονολογικήν ἀλληλουχίαν, ἀλλά Πρώτην καί Δευτέραν παρουσίαν τοῦ Χριστοῦ, παρελθόν, παρόν καί μέλλον, προσεχές καί ἀπώτατον, ὅλα εὑρίσκονται εἰς μίαν καί τήν αὐτήν εἰκόνα.
Ἐάν θά ἀναζητήσωμε χρονικήν ἀλληλουχίαν κινδυνεύουμε νά ἀποδεχθοῦμε χιλιαστικάς θέσεις, τάς ὁποίας ἔχει καταδικάσει ἡ Ἐκκλησία μας, ἔστω καί ὑπό τήν πνευματικωτέραν μορφήν.
Ὡς παράδειγμα, εἶναι ἡ μάχη τοῦ Ἀρμαγεδῶνος διά τήν ὁποίαν θά γίνη καί πάλιν λόγος πιό κάτω, χωρίς νά σημαίνη ὅτι θά γίνη δύο φορές ἀλλά γίνεται δευτέρωσις περιγραφῆς χωρίς νά ἀναζητοῦνται χρονικά στοιχεῖα.
Μέ αὐτά τά στοιχεῖα ἄς προχωρήσωμε εἰς τήν ἑρμηνείαν τοῦ ἱεροῦ κειμένου.
Ὕστερον ἀπό τάς τρεῖς ἑπτάδας πληγῶν καί τάς ἀλλεπαλλήλους εἰκόνας τῆς Ἀποκαλύψεως, βλέπει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής ἀνοιγμένον τόν οὐρανόν ὄχι διά νά ἀποκαλυφθοῦν τά μυστήρια τοῦ μέλλοντος ἀλλά διά νά ἐμφανισθῆ ὁ Κριτής Χριστός, ὁ Κριτής συμπάσης τῆς Δημιουργίας, ὁρατῆς καί ἀοράτου.
Ἐξέρχεται ἀπό τόν οὐρανόν ἵππος λευκός καί ὁ καθήμενος ἐπ᾿ αὐτοῦ εἶχε τό ὄνομα: «ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ» (19, 11-13).
Εἶναι ὁ Κριτής Χριστός πού ἀκολουθεῖται ἀπό τάς οὐρανίους ἀγγελικάς Δυνάμεις.
Εἰς τήν συνέχειαν ὁ Ἅγ. Ἰωάννης βλέπει «τό θηρίον καί τούς βασιλεῖς τῆς γῆς καί τά στρατεύματα αὐτῶν συνηγμένα ποιῆσαι τόν πόλεμον μετά τοῦ καθημένου ἐπί τοῦ ἵππου καί μετά τοῦ στρατεύματος αὐτοῦ» (19, 19).
Πρόκειται διά μίαν δευτέραν ἀναφοράν εἰς τόν τελευταῖον τῆς ἱστορίας τρομερόν πόλεμον τοῦ Ἀρμαγεδῶνος πού ἀνεφέρθη εἰς τό 16ον Κεφ., ὅπως καί τρίτη ἀναφορά θά γίνη εἰς τό 20όν Κεφάλαιον.
Πῶς πρέπει νά ἐννοήσωμε τήν μάχην αὐτήν, πού θά εἶναι ὅλα τά ἔθνη καί θά ἡγῆται ὁ Ἀντίχριστος καί ὁ Ψευδοπροφήτης, ἐναντίον τοῦ ἱππέως Χριστοῦ-Κριτοῦ;
Πιθανῶς τό πρᾶγμα θά εἶναι ὅπως μᾶς τό περιγράφη προφητικά ὁ Ἰεζεκιήλ.
Ἀναφερόμενος εἰς τόν Γώγ, ὅπου καί ἡ Ἀποκάλυψις εὐθύς πιό κάτω κάνει λόγον (20,8), πρόκειται περί ταυτότητος θέματος, γράφει: «Τάδε λέγει Κύριος Κύριος τῷ Γώγ... καί ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, ἐν ἡμέρᾳ ᾗ ἄν ἔλθῃ Γώγ ἐπί τήν γῆν τοῦ Ἰσραήλ (ἐναντίον δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Ἁγίων) λέγει Κύριος Κύριος, ἀναβήσεται ὁ θυμός μου... καί καλέσω ἐπ᾿ αὐτόν πᾶν φόβον, λέγει Κύριος· μάχαιρα ἀνθρώπου ἐπί τόν ἀδελφόν αὐτοῦ ἔσται (παγκόσμιος δηλαδή ἀλληλοσπαραγμός, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἀποστασίας καί ἐχθρικῆς στάσεως κατά τῆς Ἐκκλησίας) καί κρινῷ αὐτόν θανάτῳ... καί πῦρ καί θεῖον βρέξω ἐπ᾿ αὐτόν καί ἐπί πάντας τούς μετ᾿ αὐτοῦ καί ἐπ᾿ ἔθνη πολλά μετ᾿ αὐτοῦ» (Ὅπου εἰκάζεται ὅτι πρόκειται περί παγκοσμίου πολέμου καί ἀλληλοσπαραγμοῦ) (38, 17-22).
Ὡς πρός τήν ἀδελφοκτονίαν πού σημειώνει ὁ Προφήτης Ἰεζεκιήλ, θά μποροῦσε νά πραγματωθῆ μεταξύ τῶν ἀντιθέων Δυνάμεων ὅπως μεταξύ τοῦ ἀθέου κομμουνισμοῦ τῆς Ἀνατολῆς, τοῦ ἀθέου ὑλισμοῦ τῆς Δύσεως καί τοῦ ἀθέου Σιωνισμοῦ τῶν Ἑβραίων.
Ἐξ ἄλλου, μία τέτοια σύγκρουσις σήμερα εἶναι δυνατή καί ἀναμένεται.
Παρατηροῦμε ὅτι ὁ ἀρχηγός αὐτῶν τῶν στρατευμάτων θά εἶναι ὁ Ἀντίχριστος καί ὁ Ψευδοπροφήτης, οἱ ὁποῖοι συλλαμβάνονται καί ρίπτονται ζῶντες εἰς τήν λίμνην τοῦ πυρός, τήν αἰωνίαν κόλασιν, ὅπου τελικά ὁ Ἀντίχριστος καί ὁ Ψευδοπροφήτης φεύγουν ἀπό τό προσκήνιον τῆς ἱστορίας.
Χωρίς πάντα νά ὑπάρχη ἱστορική ἀλληλουχία εἰς τά γεγονότα, ἀλλά περιγραφόμενα εἰς μίαν καί τήν αὐτήν εἰκόνα, ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής βλέπει ἕναν Ἄγγελον ὁ ὁποῖος δένει μέ βαρυά ἀλυσίδα τόν Δράκοντα, τόν Διάβολον καί τόν ἔρριψε εἰς τήν ἄβυσσον ἐπί χίλια χρόνια.
Τό «δέσιμο» τοῦ Σατανᾶ δέν εἶναι τί ἄλλο παρά ὅτι μένει ἀνενέργητος, μέ ἀκρωτηριασμένη δύναμι, μέ δέσμευσι τῆς τόλμης του, καί φυσικά μόνον διά τούς ἐν συνειδήσει βαπτισμένους Χριστιανούς, πού ὁ Χριστός μέ τήν πρώτην του Παρουσίαν τόν ἔδεσε.
Τά χίλια χρόνια, εἶναι ἕνας στρογγυλός ἀριθμός πού φανερώνει τόν μεταξύ τῶν δύο Παρουσιῶν τοῦ Χριστοῦ χρόνον, ἤ τόν χρόνον τοῦ Εὐαγγελίου, καί δέν εἶναι 1000 χρόνια μετά ἀπό τήν παρουσίαν τοῦ Ἀντιχρίστου ὅπως διδάσκουν παλαιοί καί νεώτεροι Χιλιασταί.
Μετά ἀπό τήν μακράν περίοδον τοῦ Εὐαγγελίου, καί λίγο πρίν ἀπό τήν Δευτέραν τοῦ Χριστοῦ Παρουσίαν, ὅταν οἱ Χριστιανοί θά ἔχουν ἀρχίσει νά κοσμικοποιοῦνται, τότε θά λυθῆ ὁ Σατανᾶς γιά λίγο, ὁπότε θά ἔλθη ἡ μεγάλη ἀποστασία κατά τήν διάρκειαν τῆς ὁποίας θά δράση ὁ Ἀντίχριστος καί ὁ Ψευδοπροφήτης, καί εὐθύς μετά ἡ Κρίσις καί τό τέλος τῆς ἱστορίας.
Ὅλα αὐτά συνοψίζονται εἰς τόν λόγον τοῦ ἀγγέλου: «Τό θηρίον ὅ εἶδες, ἦν καί οὐκ ἔστι, καί μέλλει ἀναβαίνειν ἐκ τῆς ἀβύσσου καί εἰς ἀπώλειαν ὑπάγειν» (Ἀποκ. 17, 8).
Τό «ἦν» δηλ. ἦτο, σημαίνει τόν πρό Χριστοῦ χρόνον πού δροῦσε ὁ Διάβολος μέ τήν εἰδωλολατρείαν.
Τό «Οὐκ ἔστι» δηλ. δέν ὑπάρχει, εἶναι ὁ χρόνος τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ χρόνος τῶν δύο τοῦ Χριστοῦ Παρουσιῶν ἤ ὁ χρόνος τῶν 1000 ἐτῶν.
Καί τό «μέλλειν ἀναβαίνειν» δηλ. πρόκειται νά ἀνέλθη ἐκ τῆς ἀβύσσου, εἶναι τό «λύσιμο» τοῦ Διαβόλου καί εἶναι ὁ χρόνος τοῦ Ἀντιχρίστου, δηλαδή τά 3,5 χρόνια.
Τό δέ «εἰς ἀπώλειαν ὑπάγειν» δηλ. ὅτι μετά ἀπό ὅλα αὐτά ὁ Διάβολος πηγαίνει εἰς τήν ἀπώλειαν, τήν αἰωνίαν καί ὁριστικήν πλέον κόλασιν.
(συνεχίζεται)
πηγή στο διαδίκτυο: http://www.arnion.gr/index.php/keimena1/p-auanasioy-mytilhnaioy/kainh-diauhkh/113-pitomi-rmineias-to-vivliou-t-s-pokalypseos
Διαβάστε εδώ ολόκληρο το βιβλίο
Η ομιλίες έγιναν στην άνοιξη του 1984.
Απόσπασμα απ΄το βιβλίο ‘Ἐπιτομή Ἑρμηνείας τοῦ Βιβλίου τῆς Ἀποκαλύψεως
’’ της Ιεράς Μόνης Κομνηνείου, Κοιμήσεως θεοτόκου και Αγίου Δημητρίου.
Το βιβλίο περιέχει δύο απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του μακαριστού Γέροντα.
Η ανάρτηση γίνεται με την ευλογία της Ιεράς Μονής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας