
π. Γερασίμου Βουρνᾶ, Πρεσβυτέρου
Ἡ Ἐκκλησία μας πορεύεται μὲ ἄλλους ρυθμοὺς ἀπὸ αὐτοὺς τοῦ αἰῶνος τούτου. Ὁ αἰῶνας μας ἔχει κάτι τὸ ἄστατο καὶ παράλογο. Ὁ κόσμος μας εἶναι καζάνι ποὺ βράζει καὶ μιὰ παγκόσμια πολεμικὴ σύρραξη – γιὰ τὴν ὁποία μᾶς ἔχουν προειδοποιήσει οἱ Πατέρες μας – μοιάζει ὅλο καὶ πιὸ κοντινή. Τὸ ἄστατο καὶ τὸ παράλογο δὲν λείπει οὔτε ἀπὸ τὴν Πατρίδα μας. Οἱ ἄρχοντες αὐτοῦ τοῦ τόπου, οἱ ὁποῖοι θὰ ἔπρεπε νὰ φροντίζουν γιὰ τὴν ἐπίλυση τῶν βιοτικῶν ζητημάτων τῶν ἀνθρώπων, στό μόνο ποὺ ἐπιδίδονται μὲ ζῆλο εἶναι στὸ νὰ ρίχνουν τὴν εὐθύνη ὁ ἕνας στὸν ἄλλον γιὰ τὴν ἀδιαφορία τους καὶ στὸ νὰ ἐξαχρειώνουν τὸ ἦθος τῶν Ἑλλήνων μὲ νομοθετήματα καὶ μὲ τὴν ὅλη δημόσια παρουσία τους. Οἱ Ἕλληνες ἀπὸ τὴν ἄλλη, ξεχάσαμε ὅτι ὁ λαός μας εὐημεροῦσε μόνο ὅταν παρέμενε πιστὸς στὴν Πίστη τῶν Πατέρων καὶ ἔχουμε, ὡς ἐπὶ τὸ
πλεῖστον, παραδοθεῖ στὴν ἀδράνεια. Ἀντὶ νὰ ζοῦμε, καταντήσαμε παρατηρητὲς τῆς ζωῆς κάποιων ἄλλων μὲσῳ τῶν ἠλεκτρονικῶν συσκευῶν. Ἐπιδιώκουμε ἐφήμερες ἀπολαύσεις γιὰ νὰ ξεχαστοῦμε ἀπὸ τὰ προβλήματά μας, ἀλλὰ τὰ προβλήματα παραμένουν καὶ εἶναι βαθιὰ πνευματικά…Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει τὴν λύση ὅλων τῶν προβλημάτων. Οἱ δικοί Της ρυθμοί, μὲ τοὺς ὁποίους μᾶς καλεῖ νὰ συγχρονιστοῦμε, εἶναι ρυθμοὶ ἤρεμοι, πλὴν ὅμως δραστικοὶ καὶ σωτήριοι. Ἰδιαίτερα τὴν περίοδο αὐτή, ποὺ προχωροῦμε πρὸς τὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἔχουμε τὴν εὐκαιρία νὰ εἰσέλθουμε σὲ ἕναν ἄλλο ρυθμὸ καὶ τρόπο ζωῆς.
Πρὸ τῆς ἐνάρξεώς της Ἁγίας καὶ Μεγάλης Ἑβδομάδος, ἡ Ἐκκλησία μας προβάλει τὸ θαῦμα τῆς ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου τὸ ὁποῖο εἶναι ἰδιαίτερα ἀποκαλυπτικὸ τῆς ἠρεμίας μὲ τὴν ὁποία ἐνεργεῖ ὁ Θεὸς στὸν κόσμο διδάσκοντας καὶ ἀλλοιώνοντας πρὸς τὸ καλύτερο ὅποιον τὸ ἐπιθυμεῖ.
Πρῶτα ἀπὸ ὅλα, ἡ Ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου ἀποτελεῖ τὸ κορυφαῖο ἀπὸ μία σειρὰ θαυμάτων τοῦ Χριστοῦ, τὰ ὁποῖα μᾶς προετοιμάζουν γιὰ τὴν δική Του Ἀνάσταση. Ἐπειδὴ τὸ θαῦμα τῆς Ἀναστάσεως φαίνεται δυσπαράδεκτο σὲ ἐμᾶς ποὺ ἔχουμε μάθει νὰ τὰ βλέπουμε ὅλα μὲ μεταπτωτικὸ τρόπο, ὁ Χριστός, μᾶς προετοιμάζει σταδιακὰ καὶ μὲ ἠρεμία γιὰ αὐτό. Στὸν Χριστὸ βρίσκουμε τὸ ἀντίθετο ἀκριβῶς πνεῦμα ἀπὸ αὐτὸ τῆς ἐποχῆς μας, ἡ ὁποία ἐπιδιώκει μὲ τὰ διάφορα θεάματα καὶ ἐφευρέσεις της νὰ ξαφνιάσει, νὰ ἐντυπωσιάσει καὶ ἔτσι νὰ καθυποτάξει τοὺς ἀνθρώπους. Τὸ ἦθος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἄλλο, Ἐκεῖνος «διά τῶν κατωτέρων τῆς θαυματοποιΐας ἀρξάμενος, ἠρέμα πως τήν πίστιν ἡμῶν προσεθίζει τοῖς μείζοσι»[1]. Ἔτσι, ὁ Χριστὸς φανέρωσε ἀρχικὰ τὴν «ζωοποιὸν» δύναμή Του θεραπεύοντας ἑτοιμοθάνατους, ὕστερα ἀνέστησε ἕνα παιδὶ ποὺ μόλις εἶχε πεθάνει κι ἔπειτα ἕναν νέο ποὺ μεταφερόταν ἐκείνη τὴν στιγμὴ γιὰ νὰ ταφεῖ. Τὸ ἀποκορύφωμα ἔρχεται μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου ὁ ὁποῖος εἶχε πεθάνει πρὸ τεσσάρων ἡμερῶν. Ὕστερα ἀπὸ αὐτὸ ὅλα εἶναι ἕτοιμα γιὰ τὸ κορυφαῖο θαῦμα τῆς Ἀναστάσεως: τῆς δικῆς Του[2].
Ὅπως κάθε θαῦμα τοῦ Χριστοῦ μας, τὸ θαῦμα τῆς ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου, ἀποτελεῖ μία ἀστείρευτη πηγὴ γνώσης τοῦ Θεοῦ, ὄχι ἀσφαλῶς τῆς Οὐσίας Του, ἀλλὰ τοῦ πῶς σχετίζεται μὲ τὴν κτίση Του. Ἔτσι, βλέπουμε τὸν Χριστὸ νὰ ἔχει τὸν Λάζαρο φίλο, «Λάζαρος ὁ φίλος ἡμῶν» (Ιω. 11, 11), ὄχι ὅμως γιατί κάνει διακρίσεις ὁ Χριστός, ἀλλὰ γιατί, ὅπως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος ἦταν ὁ «μαθητής ὅν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς» ἐπειδὴ ἐκεῖνος ἀγαποῦσε τὸν Χριστὸ περισσότερο ἀπὸ τοὺς συμμαθητές του[3], κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ ὁ Λάζαρος ἦταν φίλος τοῦ Χριστοῦ γιατί ὁ ἴδιος εἶχε τὰ ἀνάλογα αἰσθήματα. Ὁ διακριτικὸς Θεός μας, δὲν μᾶς παραβιάζει, ἀλλὰ περιμένει νὰ δεῖ τὰ αἰσθήματα μας καὶ σὲ αὐτὰ ἀνταποκρίνεται, τὰ ἐνισχύει καὶ τὰ τελειοποιεῖ.
Ὁ Λάζαρος ἀσθενεῖ. Οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ, περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον, δοκιμάζονται ἀπὸ τὸν Θεό [4], «ὃν γὰρ ἀγαπᾷ Κύριος παιδεύει, μαστιγοῖ δὲ πάντα υἱὸν ὃν παραδέχεται» (Παροιμ. 3, 12) καὶ ὅπως τὸ χρυσάφι πρέπει νὰ περάσει ἀπὸ τὴν φωτιά, «ὡς χρυσὸν ἐν χωνευτηρίῳ» (Σοφ. Σολ. 3, 6), γιὰ νὰ κατεργαστεῖ καὶ νὰ γίνει κόσμημα, ἔτσι καὶ οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ περνοῦν ἀπὸ δοκιμασίες καὶ ἀποκαλύπτεται τί κοσμήματα «τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ» εἶναι. Ἐμεῖς, ἀντίθετα, ἀσθενοῦμε λὸγῳ τῶν ἁμαρτιῶν μας. Παρὰ ταῦτα, ὁ Θεός μας, μᾶς κάνει τὴν ὑπέρτατη τιμὴ νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ τὸ πρόβλημα μας καὶ μᾶς δίνει τὴν εὐκαιρία διὰ τῆς ἀσθενείας νὰ τὸ ξεπεράσουμε καὶ νὰ γνωρίσουμε τὴν πραγματικότητα.
Πρόκειται, γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ νὰ διατρανωθεῖ ἡ ἀλήθεια ὅτι «οὐκ ἔστι νόσημα νικῶν Αὐτοῦ τήν ἀγαθότητα»[4]. Δὲν ὑπάρχει κανένα νόσημα ὑπεράνω τῆς Ἀγαθότητας τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια μας ἀφορᾶ ὅλους. Τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ χρειαζόμαστε καὶ ὄχι «ὑγεία πάνω ἀπὸ ὅλα», ὅπως συνηθίζει συχνὰ νὰ λέει ὁ λαός μας. Ἡ Ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ ἐπιτρέπει νὰ ἀσθενοῦμε γιὰ τοὺς λόγους ποὺ Ἐκείνη γνωρίζει καὶ πάλι ἡ Ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ δίνει τὴν ἴαση. Αὐτὰ παραλάβαμε ἀπὸ τοὺς Πατέρες μας, ὅπως καὶ τὸ ὅτι, παρὰ τὶς προσπάθειες τοῦ ἀνθρώπου νὰ βοηθήσει τὸν συνάνθρωπό του μὲ τὰ φάρμακα καὶ τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη, χωρὶς τὴν Ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ δὲν φέρουν κανένα ἀποτέλεσμα, μᾶλλον τὸ ἀντίθετο.
Ἰδιαίτερα στὴν ἐποχή μας, ἡ ὑγεία τοῦ σώματος ἔχει θεοποιηθεῖ, ὅμως γιὰ τὸν Χριστό μας ἄλλα πράγματα ἔχουν προτεραιότητα. Καί, ὅταν Τὸν ἐνημερώνουν ὅτι ὁ Λάζαρος ἀσθενεῖ, Ἐκεῖνος περιμένει δύο μέρες πρὶν πάει κοντά του. Γιατί; «Ἵνα ἀποπνεύσῃ, καί ταφῇ, ἵνα μηδείς ἔχῃ λέγειν, ὅτι οὔπω τελευτήσαντα αὐτόν ἀνέστησεν»[6]: πρέπει νὰ πεθάνει καὶ νὰ ταφεῖ πρῶτα ὁ Λάζαρος ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀμφισβητήσει τὸ θαῦμα καὶ ἔτσι νά «δοξασθῇ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ»[7], νὰ συνειδητοποιήσουμε δηλαδὴ Ποιός πραγματικὰ εἶναι.
Ὅταν τελικὰ ὁ Χριστὸς καταφθάνει, ἡ Μαρία, ἡ ἀδερφή του Λαζάρου, δείχνει ὅτι, ὅπως οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, δὲν εἶχε ἀκόμη καταλάβει ποιόν εἶχε ἀπέναντί της. Νομίζοντας ὅτι ἦταν κάποιος πολὺ ἐνάρετος ἄνθρωπος μὲ παρρησία στὸν Θεό, τοῦ ζητᾶ νὰ μεσιτεύσει ὥστε νὰ ἀναστηθεῖ ὁ ἀδερφός της. Ὁ Χριστός, μὲ αὐτὸ ποὺ τῆς ἀπαντᾶ, ὅμως, δὲν ἀφήνει κανένα περιθώριο γιὰ τὸ ὅτι «οὐ δεῖται ἑτέρου βοηθοῦντος»[8]: «ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή. Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται· καὶ πᾶς ὁ ζῶν καὶ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ ἀποθάνῃ εἰς τὸν αἰῶνα.» (Ιω, 11, 25-26).
Σὲ αὐτὰ τὰ λόγια περιλαμβάνεται ὅλο τὸ νόημα τῆς ζωῆς μας. Ἂν πιστεύουμε σὲ αὐτὰ τὰ λόγια, δὲν ὑπάρχει χῶρος γιὰ τὸν φόβο τοῦ θανάτου. Ὁ μόνος φόβος μας στὸ ἑξῆς εἶναι νὰ μὴν κάνουμε δικό μας κάτι ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς χωρίσει ἀπὸ τὸν Χριστό, διότι Ἐκεῖνος εἶναι ἡ Ἀνάσταση καὶ ἐμεῖς, ὅταν μένουμε ἑνωμένοι μαζὶ Τοῦ διὰ τῶν Ἁγίων Μυστηρίων καὶ τῶν Ἁγίων Ἀρετῶν, ζοῦμε ἤδη Ἀναστημένοι. Ὁ θάνατος μας, ὁ βιολογικός, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ἀκόμη μία διατράνωση τοῦ θαύματος τῆς Ἀναστάσεως! Ὅπως ἀναφέρει ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς: «Τά σώματα τῶν χριστιανῶν, διά τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος, τῆς Θείας Μεταλήψεως καί τοῦ εὐαγγελικοῦ τους βίου, ἔγιναν ἀναπόσπαστα μέρη τοῦ Θεανθρωπίνου σώματος τοῦ Χριστοῦ. Τά σώματα αὐτά δέν ἀνήκουν πλέον στούς ἴδιους, ἀλλά σέ Ἐκεῖνον. Ὅ, τι ἔγινε με τό Ἅγιο Σῶμα Ἐκείνου πρόκειται νά συμβεῖ στά σώματα τῶν χριστιανῶν»[9].
Ὅλη ἡ ἐπὶ γῆς παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖται ἀπὸ θαύματα καὶ διδασκαλίες ποὺ σκοπὸ ἔχουν νὰ ἑλκύσουν προοδευτικὰ τὴν προσοχή μας ἀπὸ τὸ χῶμα καὶ τὸν θάνατο καὶ νὰ μᾶς κάνουν φίλους Του. Κάθε γεγονὸς τῆς Ἁγίας Γραφῆς συνδέεται μὲ τὸ προηγούμενο καὶ τὸ ἑπόμενο καί, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἀποσπασματικὴ ζωή μας, μᾶς ἐντάσσει στὸν ἐν Χριστῷ ρυθμὸ τῆς ζωῆς ποὺ εἶναι ἄχρονος, γιατί εἶναι Φῶς καί «τό Φῶς δέν χρειάζεται χρόνο (ἄς τό κυνηγοῦν ἐκεῖνοι πού μετροῦν μέ ἀνθρώπινα μέτρα) γιατί εἶναι «Πανταχοῦ Παρόν» καί ἔτσι καταργεῖ τόν χρόνο»[10].
Τὸ θαῦμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου μᾶς προετοιμάζει γιὰ τὸ θαῦμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Ἴδιος «ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή» κάτι ποὺ ἐπιβεβαίωσε ἀνασταίνοντας στὴ συνέχεια τὸν Λάζαρο, ἀλλὰ καὶ μετὰ ἀπὸ μερικὲς ἡμέρες τὸν Ἑαυτό Του καὶ μαζὶ τὴν ἀνθρώπινη φύση μας!
π. Γεράσιμος Βουρνᾶς
Πρεσβύτερος
10/4/2025
[1] Ἁγ. Γρηγορίου Νύσσης, Περί τῆς Κατασκευής τοῦ Ἀνθρώπου, PG 44, 217A: Ἐπειδὴ γὰρ μέγα καὶ ὑπὲρ τὴν πίστιν ἦν τὸ κατὰ τὴν ἀνάστασιν θαῦμα διὰ τῶν κατωτέρων τῆς θαυματοποιίας ἀρξάμενος, ἠρέμα πως τὴν πίστιν ἡμῶν προσεθίζει τοῖς μείζοσι.
[2] Ἁγ. Γρηγορίου Νύσσης, Διάλογος περί ψυχῆς καί ἀναστάσεως, PG 46, 136C-137A: Οὐ γὰρ μόνῳ λόγῳ φησὶν ὁ Κύριος τοὺς νεκροὺς ἀναστήσεσθαι, ἀλλὰ καὶ αὐτήν ἐνεργεῖ τὴν ἀνάστασιν, ἀπὸ τῶν ἐγγυτέρων ἡμῖν καὶ ἧττον ἀπιστεῖσθαι δυναμένων τῆς θαυματοποιίας ἀρξάμενος. Πρῶτον μὲν γὰρ ἐν τοῖς ἐπιθανασίοις τῶν νοσημάτων τὴν ζωοποιὸν δείκνυσι δύναμιν, ἀπελαύνων προστάγματι καὶ λόγῳ τὰ πάθη· εἶτα ἀρτιθανὲς ἐγείρει παιδίον, εἶτα νεανίαν τοῖς τάφοις ἢδη προσκομιζόμενον τῆς σοροῦ διαναστήσας τῇ μητρὶ δίδωσι· μετὰ τοῦτο διαπεπτωκότα ἢδη τετραημέρῳ χρόνῳ τὸν Λάζαρον νεκρὸν ἐξάγει ζῶντα τοῦ τάφου φωνῇ καὶ προστάγματι ζωοποιήσας τὸν κείμενον· εἶτα τὸν ἑαυτοῦ ἂνθρωπον ἣλοις καὶ λόγχῃ διαπεπαρμένον ἐκ νεκρῶν διὰ τρίτης ἡμέρας διανίστησι, τοὺς τύπους τῶν ἣλων καὶ τὴν πληγὴν τῆς λόγχης εἰς μαρτυρίαν τῆς ἀναστάσεως ἐπαγόμενον. Περὶ ὧν οὐδὲν οἶμαι χρῆναι διεξιέναι, μηδεμιᾶς ἀμφιβολίας ἐν τοῖς τὰ γεγραμμένα παραδεδεγμένοις εἰπούσης.
[3] Πρωτ. Βασιλείου Ἐ. Βολουδάκη, «Ἡ ζωή ἦν τό Φῶς τῶν ἀνθρώπων», Περιοδικό «Ἐνοριακή Εὐλογία», Ἀπρίλιος 2018, Ἀρ. Τεύχ. 188, σελ. 147.
[4] Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιον, PG 59, 341.
[5] Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, ὅ. π., PG 59, 343.
[6] Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, ὅ. π.
[7] Γι’ αυτό και ο ισχυρισμός του μακαριστού μητρ. Περγάμου Ιωάννη ότι τα θαύματα του Χριστού αφήνουν «περιθώρια για εκείνους που επιθυμούν να τα αμφισβητήσουν» ώστε να μην παραβιάζεται η ελευθερία των ανθρώπων να τα δεχθούν ή όχι, δεν ευσταθεί. Σύμφωνα με τους Πατέρες η αμφισβήτηση των θαυμάτων οφείλεται στην παχύτητα των ανθρώπων, στην αμαρτία, στην προσκόλληση τους στον υλικό και μεταπτωτικό κόσμο. Βλ. στοJohn Zizioulas, Lectures in Christian Dogmatics, Ed. Douglas Knight, T&T CLARK, New York, 2008, p. 38-39.
[8] Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, ὅ. π., PG 59, 345.
[9] Ἁγ. Ἰουστίνου τοῦ Τσέλιε (Πόποβιτς), Δογματική, Ὀρθόδοξη Φιλοσοφία τῆς Ἀλήθειας, Μτφ. Ἀρης Ἠλ. Γεωργόπουλος, ἐκδ. Ἰ. Μ. Μ. Βατοπαιδίου, Ἁγιον Ὅρος, 2019, σελ. 192.
[10] Πρωτ. Βασιλείου Ἐ. Βολουδάκη, ὅ. π., σελ. 147.
πηγή: orthodoxostypos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας