Η ειρήνη του
αγγελικού ύμνου δεν είναι η εξωτερική
ειρήνη, η λήξη των πολέμων, αλλά η εσωτερική. Η εξωτερική ειρήνη σχεδόν πάντοτε στηρίζεται στη δύναμη των όπλων.
Η Pax Romana π.χ.
στηριζότα στη βία του στρατού. Επίσης η ειρήνη που κυριάρχησε στην Ευρώπη μετά
τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο ακολούθησε την ήττα της Γερμανίας και το χωρισμό της
από τους νικητές. Πολλές φορές και η
ειρήνη στις ανθρώπινες σχέσεις είναι υποκριτική και επιλήψιμη. Δύο άνθρωποι
μπορεί να ειρηνεύουν μεταξύ τους και να συνεργάζονται, ή επειδή δεν μπορούν να
βλάψει ο ένας τον άλλον ή επειδή τους ενώνει ένας κοινός σκοπός: π.χ. το κακό
κάποιων συνανθρώπων τους.
Η εσωτερική
ειρήνη είναι κατάσταση ψυχικής γαλήνης και ευτυχίας και κοσμεί εκείνον τον
άνθρωπο που βρίσκεται σε κοινωνία και ενότητα με το Θεό. Ένα μικρό παιδάκι, λέει η ψυχολογία, όταν το αποσπάσεις από την αγκαλιά
της μητέρας του, θα χάσει την εσωτερική ηρεμία και ασφάλεια. Γι’ αυτό
κλαίει συνεχώς και σταματά, όταν το επιστρέψουν στη γνωστή του τρυφερή αγκαλιά.
Έτσι είναι και ο άνθρωπος: μακριά από το
Θεό, ζει σ’ ένα ψυχρό κι αφιλόξενο κόσμο, ψάχνοντας παντού τον Πατέρα Θεό.
Με τον ερχομό του Θεού στη γη ήρθε η ζεστή αγκαλιά και για τον άσωτο υιό, την
αμαρτωλή ανθρωπότητα.
Όταν αποκτήσει κάποιος την ειρήνη με το
Θεό, πρώτα θα ειρηνεύει με τον εαυτό του, γιατί δε θα τον ελέγχει η συνείδησή
του και μετά θα ειρηνεύει και με τον πλησίον του, γιατί ο πλησίον του θα είναι
αδελφός του και γιος του ίδιου Θεού-Πατέρα, κι όχι ανταγωνιστής. Τότε ο
πανάγαθος Θεός, εάν το θεωρεί ωφέλιμο, θα αποτρέπει τους πολέμους και θα
δωρίζει την ειρήνη με τους αλλοεθνείς ή θα προστατεύει τον πιστό Του από ξένες
επιβουλές.
Η εσωτερική
ειρήνη κατά βάθος είναι ειρήνη μεταξύ ανθρώπου και Θεού. Ο Χριστός με την
ενανθρώπησή Του, αποκατέστησε τη σχέση Θεού και ανθρώπου. Το ότι η ειρήνη του
αγγελικού ύμνου είναι διαφορετική από την κοσμική ειρήνη επιβεβαιώνεται και από
τα λόγια του Χριστού στους μαθητές Του: «ειρήνη σάς αφήνω, ειρήνη τη δική μου σας
δίνω, όχι όπως ο κόσμος δίνει» (Ιωάν. 14,27).
Στο κατά
Ματθαίον Ευαγγέλιο βλέπουμε το Χριστό να βάζει στη γη τις αιτίες ενός
καινούριου πολέμου, του πολέμου των απίστων εναντίον των πιστών Του. Λέει: «Μη
νομίσετε ότι ήλθα να φέρω ειρήνη στη γη, δεν ήλθα να φέρω ειρήνη, αλλά
διάσταση. Ήλθα για να διχάσω τον άνθρωπο κατά του πατέρα του και τη θυγατέρα
κατά της μητέρας της και τη νύμφη κατά της πεθεράς της» (Ματθ.
10,34-35).
Το ότι η
ειρήνη του Χριστού είναι βαθιά στην ψυχή του ανθρώπου και δεν επηρεάζεται από
εξωτερικές δυσκολίες φαίνεται από τα λόγια του Χριστού πριν το Πάθος Του προς
τους μαθητές Του: «Αυτά σας έχω πει, για να έχετε κοντά μου ειρήνη. Στον κόσμο θλίψη θα
έχετε, αλλά έχετε θάρρος, εγώ έχω νικήσει τον κόσμο». (Ιωάν. 16,3).
Σήμερα
συμβαίνει το εξής παράδοξο: Οι άνθρωποι, ενώ κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον
του Θεού, επιζητούν εναγωνίως την ειρήνη μεταξύ τους και, ενώ αδιαφορούν
εντελώς για την εσωτερική ειρήνη, επιδιώκουν ποικιλότροπα την εξωτερική. Η εξωτερική
ειρήνη δε θα γίνει πραγματικότητα, αν οι άνθρωποι δεν αποκτήσουν πρώτα την
εσωτερική ειρήνη, γιατί κρύβουν τα συμφέροντα των ισχυρών. Στον κόσμο χωρίς Θεό
θα ισχύει το δίκαιο του ισχυροτέρου, θα υπάρχει η ειρήνη του φόβου και της
καταπίεσης.
Ακόμα κι όταν
οι άνθρωποι, που ζουν από τους πολέμους και τους εξοπλισμούς, αναγκασθούν να
υπηρετήσουν την εξωτερική ειρήνη, αυτοί τότε θα μοιάζουν σαν τους
φυλακισμένους, που προσπαθούν να βγουν έξω από τη φυλακή.
Ο Χριστός δε
νίκησε την παντοδύναμη και σκληρή Ρώμη με το ξίφος, αλλά με τη δύναμη του λόγου
Του. Η απάνθρωπη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μεταστράφηκε σε χριστιανική
αυτοκρατορία, τη Βυζαντινή. Ο Χριστός δεν εξανάγκασε τότε κανένα να αναζητήσει
την εσωτερική ειρήνη κι ούτε και σήμερα θα στερήσει την ελευθερία των ανθρώπων.
Φαίνεται πως η ανθρωπότητα δεν ωρίμασε πνευματικά, για να σταματήσει τους
πολέμους, και μοιάζει σαν τα μικρά παιδιά που χτυπιούνται για το τίποτε.
Οι ευχές για
την ειρήνη του κόσμου, να σταματήσουν οι πόλεμοι και οι εξοπλισμοί, είναι
ανώδυνες και εύκολες. Ο αγώνας, όμως,
για την εσωτερική ειρήνη, την κάθαρση από τα αμαρτωλά πάθη, να αλλάξουμε δηλ.
τον κόσμο εκεί που σε πρώτο και σίγουρο βαθμό μπορούμε, είναι επώδυνος και
δύσκολος.
Από το βιβλίο
«Νεανικές Αναζητήσεις - Α’ Τόμος: Ζητήματα πίστεως» (σελ. 38-40),
Αρχ. Μαξίμου Παναγιώτου, Ιερά Μονή Παναγίας Παραμυθίας Ρόδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας